Η προσπάθεια, περί δήθεν εμπλοκής μου σε αντιδεοντολογικές ή και μη νόμιμες πρακτικές, είναι υστερόβουλη και συκοφαντική και έχει κατά κύριο λόγο κίνητρα πολιτικά, σημειώνει ο καθηγητής. Σε δήλωση για την εμπλοκή του στην υπόθεση Novartis, προέβη ο καθηγητής Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας (ΕΣΔΥ) Νίκος Μανιαδάκης.
Στη δήλωση αναφέρονται τα εξής:
“Τις τελευταίες ημέρες διοχετεύονται συστηματικά προς τον έντυπο και τον ηλεκτρονικό τύπο πληροφορίες, οι οποίες έχουν ως στόχο να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη, με τη δημιουργία εντυπώσεων για δήθεν εμπλοκή μου σε μη σύννομες πράξεις ή μη δεοντολογικές πρακτικές.
Με τη δήλωση αυτή διαψεύδω κατηγορητικά όσα έχουν αναφερθεί και ειδικά σε ότι αφορά την ανάμιξη μου στην φαρμακευτική πολιτική της πρόσφατης περιόδου και θα ήθελα να επισημάνω τα ακόλουθα:
- Δεν συμμετείχα ποτέ σε κανένα όργανο ή επιτροπή σχετική με την έγκριση, τιμολόγηση, ή αποζημίωση φαρμάκων. Η ευθύνη για τις αποφάσεις αυτές, είναι αποκλειστική αρμοδιότητα θεσμοθετημένων δημοσίων οργάνων, των οποίων η σύνθεση και οι διαδικασίες λειτουργίας είναι σαφώς ορισμένα από την κείμενη νομοθεσία, και των οποίων ουδέποτε υπήρξα τυπικά ή άτυπα μέλος ή συμμετείχα στις διαδικασίες τους.
- Η συμβουλευτική εμπλοκή μου ως ειδικού εμπειρογνώμονα αφορούσε αποκλειστικά και μόνον θέματα της ευρύτερης πολιτικής και των μεταρρυθμίσεων στον τομέα υγείας.
- Ειδικότερα, κατά την περίοδο από την έναρξη του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας το 2010 και έως σήμερα, ως Καθηγητής Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας, έχω κληθεί διαχρονικά σε διάφορες περιπτώσεις από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία να συνεισφέρω με γνώσεις, συμβουλές, και αναλύσεις στην προσπάθεια εξυγίανσης και βελτίωσης του συστήματος υγείας της χώρας μας και σε κάποιες περιπτώσεις κλήθηκα και συμμετείχα σε συναντήσεις με κλιμάκια ξένων εμπειρογνωμόνων.
- Επιπροσθέτως, η διαχείριση των χρηματοδοτήσεων για έρευνες και μελέτες στα πλαίσια της ερευνητικής, ακαδημαϊκής εργασίας μου, έχει γίνει με απόλυτα διαφανείς και νόμιμους τρόπους και μέσα και την έγκριση των αρμοδίων συλλογικών οργάνων και της Επιτροπής βιοηθικής και δεοντολογίας κατά περίπτωση.
- Η συμβουλευτική εταιρεία, στην οποία συμμετείχα πριν την εκλογή μου στην θέση μου ως Καθηγητή έχει παύσει να υπάρχει από το 2012, αν και ήταν απολύτως σύννομη και συμβατή με την θέση μου και τις εργασιακές μου υποχρεώσεις.
- Επίσης, οι μελέτες και έρευνες στις οποίες συμμετείχα, σε συνεργασία με άλλους επιστήμονες, έχουν παρουσιαστεί σε επιστημονικές συναντήσεις και συνέδρια και έχουν δημοσιευθεί σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και βεβαίως είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο και αναφέρουν, όπως προβλέπεται από την δεοντολογία τις πηγές χρηματοδότησης και την ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων.
Δεν υφίσταται ουδεμία σύγκρουση συμφερόντων σύμφωνα με το νόμο, τη δεοντολογία και τη διεθνή πρακτική ανάμεσα στην ερευνητική δραστηριότητα και της ιδιότητά μου ως καθηγητή και εμπειρογνώμονα για την έκφραση συμβουλευτικής θέσης επί συγκεκριμένων ζητημάτων ευρύτερης πολιτικής υγείας.
Η προσπάθεια, περί δήθεν εμπλοκής μου σε αντιδεοντολογικές ή και μη νόμιμες πρακτικές, είναι υστερόβουλη και συκοφαντική και έχει κατά κύριο λόγο κίνητρα πολιτικά, προσωπικής εμπάθειας και επίσης αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και αποποίησης των πραγματικών ευθυνών.
Κατόπιν αυτού επιφυλάσσομαι για κάθε νόμιμο δικαίωμα, ώστε να προστατέψω την τιμή και την υπόληψή μου”.