…II. Όπως αναφέρω στο εισαγωγικό ιστορικό της νομικής δράσης μου, από την πρώτη στιγμή ήμουν αντίθετος στις προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Και εξήγησα με πολύ απλό τρόπο στον κόσμο «μου», που κάθε μέρα γιγαντωνόταν, τους λόγους. Και φυσικά δικαιώθηκα. Όλες οι αιτήσεις ακυρώσεως απορρίφθηκαν με την αιτιολογία που είχα ακριβώς προβλέψει.
Η «ανάγκη» προστασίας της δημόσιας υγείας.
Αυτά τα εισαγωγικά μάχομαι δύο χρόνια τώρα και κάτι μήνες να αποδείξω ότι υπάρχουν στην λέξη αυτή. Όσο η λέξη παραμένει χωρίς εισαγωγικά, όλες οι σχετικές προσφυγές ήταν και θα παραμείνουν εκ των προτέρων καταδικασμένες.
Μία από τις αιτήσεις ακυρώσεως που απορρίφθηκαν είναι η αίτηση ακυρώσεως της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (Π.Ο.Ε.Δ.Η.Ν.) κατά των αναστολών εργασίας των ανεμβολίαστων υγειονομικών υπαλλήλων. Απορρίφθηκε με την υπ’ αριθμ. 684/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Όπως ενημερώθηκα από σχετικές ανακοινώσεις των υγειονομικών υπαλλήλων, στο κείμενο της εν λόγω απόφασης, και ειδικότερα στο σημείο 21 όπου καταγράφεται η άποψη των μειοψηφησάντων δικαστών, αναφέρονται επί λέξει τα κάτωθι:
«Σημειώνεται δε ότι, παρά την αποστολή των από 7-9-2021, 16-9-2021 και 30-9-2021 υπομνηστικών εγγράφων προς την αρμόδια Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Υγείας, με τα οποία της ζητήθηκε να γνωρίσει εγγράφως στο Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, ποιες είναι οι τυχόν παρενέργειες από τα ως άνω εμβόλια και σε τι ποσοστό ανέρχονται αυτές επί του συνόλου των εμβολιασμών, τόσο στη Χώρα μας, όσο και σε ευρωπαϊκό / διεθνές επίπεδο, δεν προκύπτει ότι υπήρξε απάντηση στα ερωτήματα αυτά».
Είναι μετά ταύτα προφανές ότι εν προκειμένω προκύπτει ξεκάθαρη ποινική ευθύνη, τόσο για την αρμόδια διεύθυνση Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας όσο και για τον πρόεδρο, τον εισηγητή και την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Για τους υπευθύνους της ως άνω διεύθυνσης, και για τους υπευθύνους εν γένει του υπουργείου, στοιχειοθετείται το αδίκημα της απείθειας κατ’ άρθρο 169 Ποινικού Κώδικα, για τους δε δικαστές (πρόεδρο Ολομέλειας, εισηγητή και συμβούλους), στοιχειοθετείται το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 22 § 1 του Π.Δ. 18/1989, «ο εισηγητής φροντίζει για τη συγκέντρωση κάθε στοιχείου χρήσιμου για τη διερεύνηση της υπόθεσης και συντάσσει συνοπτική έκθεση, η οποία διαλαμβάνει το ιστορικό της διαφοράς, τα στοιχεία που βεβαιώνονται από τα έγγραφα και τα ζητήματα που ανακύπτουν», ενώ σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου, «οι αρχές προς τις οποίες απευθύνεται ο εισηγητής για τη συγκέντρωση στοιχείων και πληροφοριών χρήσιμων για τη διερεύνηση της υπόθεσης, έχουν την υποχρέωση να αποστέλλουν τα στοιχεία και πληροφορίες που τους ζητεί».
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 169 του Ποινικού Κώδικα, «με φυλάκιση έως έξι μήνες ή χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, ύστερα από νόμιμη πρόσκληση, αρνείται σε κάποιον από τους υπαλλήλους του άρθρου 13 περίπτ. α΄, χωρίς αντίσταση την υπηρεσία ή συνδρομή που οφείλεται κατά τον νόμο ή την είσοδο σε οποιοδήποτε μέρος για να επιχειρηθεί κάποια νόμιμη υπηρεσιακή ενέργεια.».
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 38 § 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, «οι ανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να ανακοινώσουν χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο εισαγγελέα ο,τιδήποτε πληροφορούνται με κάθε τρόπο για αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως», ενώ σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου, «οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και εκείνοι στους οποίους ανατέθηκε προσωρινά δημόσια υπηρεσία, έχουν την ίδια υποχρέωση για τις αξιόποινες πράξεις της παρ. 1, αν πληροφορήθηκαν γι’ αυτές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους». Τέλος, σύμφωνα με την τρίτη παράγραφο του άρθρου 38 Κ.Π.Δ., «η ανακοίνωση γίνεται γραπτώς και πρέπει να περιέχει όλα τα στοιχεία που υπάρχουν και αφορούν την αξιόποινη πράξη, τους δράστες και τις αποδείξεις».
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 259 του Ποινικού Κώδικα, «υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη».
Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13 περ. α΄ του Ποινικού Κώδικα, «στον Κώδικα οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία: α) Υπάλληλος είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου».
Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι οι υπάλληλοι της αρμόδιας διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας, αρνούμενοι να χορηγήσουν στον εισηγητή της υπόθεσης της ως άνω αιτήσεως ακυρώσεως που κατέθεσε η Π.Ο.Ε.Δ.Η.Ν, τα στοιχεία που τους ζητήθηκαν με τις τρεις ως άνω νόμιμες προσκλήσεις του, καίτοι είχαν εκ του νόμου υποχρέωση προς τούτο (άρθρο 22 § 3 Π.Δ. 18/1989), διέπραξαν απείθεια κατ’ άρθρο 169 Π.Κ. Ενώ ο εισηγητής, ο πρόεδρος της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και άπαντες οι σύμβουλοι που συμμετείχαν στη σχετική διαδικασία επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 684/2022 απόφαση, υπάλληλοι όλοι αυτοί κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α΄ Π.Κ., παραλείποντας να ανακοινώσουν «χωρίς χρονοτριβή» την αυτεπαγγέλτως διωκομένη ως άνω αξιόποινη πράξη της απείθειας στον «αρμόδιο εισαγγελέα», ήτοι στον εισαγγελέα πρωτοδικών Αθηνών, καίτοι είχαν εκ του νόμου υποχρέωση προς τούτο (άρθρο 38 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας), διέπραξαν παράβαση καθήκοντος, το επιδιωχθέν δε όφελος κατά την έννοια του άρθρου 259 Π.Κ., το οποίο μπορεί να είναι και ηθικό, ήταν η απαλλαγή των υπαιτίων υπαλλήλων της ως άνω διεύθυνσης Δημόσιας από τις ποινικές συνέπειες της αξιόποινης πράξης της απείθειας που αυτοί τέλεσαν. Είναι άλλωστε αυτή μία πρακτική ολόκληρων δεκαετιών, το Συμβούλιο της Επικρατείας να ζητά στοιχεία από τη Διοίκηση, αυτή να αρνείται, και η ζωή να συνεχίζεται σαν να μην συμβαίνει τίποτα και όλα αυτά προφανώς σε βάρος των Ελλήνων πολιτών και της απόδοσης δικαίου.
Ας είναι έστω αυτή εδώ η μήνυση η αρχή του τέλους για την πρακτική αυτή, η οποία βάναυσα και συστηματικά πλήττει το κοινό περί δικαίου αίσθημα και τα συμφέροντα του ελληνικού λαού.
Τέλος, και σε άμεση σύνδεση με τις τελευταίες σκέψεις, δέον όπως διερευνηθεί και η τυχόν ποινική ευθύνη του εισηγητή και της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναφορικά προς τις συνθήκες υπό τις οποίες τελικά κρίθηκε απορριπτέα η αίτηση ακυρώσεως της Π.Ο.Ε.Δ.Η.Ν., καίτοι δεν περιήλθαν σε γνώση των συμβούλων τα στοιχεία που κατά τα άνω ζητήθηκαν από τον εισηγητή σχετικά με τις παρενέργειες των εμβολίων και μετά ταύτα την ασφάλεια αυτών. Είναι προφανές ότι ο εισηγητής δεν ζήτησε τα στοιχεία αυτά από κάποια προσωπική περιέργεια αλλά στο πλαίσιο διερεύνησης της ασφάλειας των εμβολίων, στοιχείο που κρίθηκε αναγκαίο για τη διατύπωση ασφαλούς κρίσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως. Εν ολίγοις, πώς η Ολομέλεια κατέληξε στην κρίση ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή ενώ δεν χορηγήθηκαν τα σχετικά στοιχεία που ζητήθηκαν από το υπουργείο Υγείας;
ΜΕΤΑ ΤΑΥΤΑ
Και με την επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου
Μηνύω, και ζητώ την άσκηση ποινικής δίωξης και την παραπομπή τους στο αρμόδιο δικαστήριο, τους υπαλλήλους της ως άνω αρμόδιας διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας, για το αδίκημα της απείθειας κατ’ άρθρο 169 Π.Κ., και τους τυχόν ηθικούς αυτουργούς της πράξης αυτής, καθώς και τον πρόεδρο, τα μέλη της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και τον εισηγητή της διαδικασίας επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 684/2022 απόφαση, άπαντες υπάλληλοι κατά την έννοια του άρθρου 13 Π.Κ., για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατ’ άρθρο 259 Π.Κ., κατά τα ανωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενα.
Δηλώνω ότι παρίσταμαι προς υποστήριξη της κατηγορίας και υποβάλλω το εκ του νόμου προβλεπόμενο παράβολο.
Αθήνα, 20 Σεπτεμβρίου 2022
Ο Μηνυτής
Νίκος Ι. Αντωνιάδης
Δικηγόρος Αθηνών