Για την τάξη της ιστορίας και το αστείο της υπόθεσης…Ο Πούτσος, έζησε στην Αθήνα από το 427 ως το 347 π.Χ. Ήταν ένας πασίγνωστος ανθοπώλης ο οποίος έμεινε στην ιστορία για την ομορφιά του, τη γοητεία του και τον ευγενικό του χαρακτήρα.
Ήταν περιζήτητος και οι γυναίκες στο δρόμο τον αγκάλιαζαν, τον φιλούσαν και μύριζαν τα ρούχα του. Πολλές θέλησαν να γίνουν γυναίκες του και τα προξενιά έδιναν και έπαιρναν προς τιμήν του Πούτσου. Εξού και η φράση: «Αυτή είναι για τον Πούτσο».
Ήταν πραγματικά αδύνατο να βγάλει κανείς απ’ το μυαλό μιας γυναίκας τον Πούτσο. Έμεινε σε όλη του τη ζωή ανύπαντρος και όταν πέθανε το 347 π.Χ. στην κηδεία του, οι γυναίκες έκλαιγαν με λυγμούς για μέρες.
Εξού και η δεύτερη φράση: «Τον Πούτσο κλαίγανε».
Από φίλο αναγνώστη
Ε ΡΕ ΓΛΕΝΤΙΑ!
Έχετε καεί απο την μ@λ@κια στο μακελειό..Κραζετε κ τους άλλους για τσοντοκαναλα κ μπουρδελοκαναλα.
Ο Πούτσος ζει.Θα τον φαει ο Τονυ στις ερχομενες εκλογες!
Χαχαχαχαχα, όλα τα λεφτά το άρθρο.
Ρε λες να είναι ο τάφος του πο…σου στην Αμφίπολη;
συγκεκριμενα εμενε στο αιγαλεω….καπου στο ορος αιγαλεω….τεραστια εκταση εκει…ο ξερξης ανεβηκε στην κορυφη του ορους να τον ψαξει…..εξου και η εκφραση…..»που στον πο..ο ειναι;;;;»’
ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ! ! ! Είσαι θεός Πλαστήρα ! ! !
Έμεινε γνωστός ως Άη Πούτσος, η μνήμη του οποίου τιμάται με την κινητή εορτή του Άη Πούτσου ανήμερα. Τιμάται και από το στράτευμα ως η σωτήρια ημερομηνία ΤΑΠΑ. Τα λείψανά του φυλάσσονται σε μοναστήρι του Αγίου Όρους, και ανήμερα της γιορτής διεξάγεται πανηγύρι (γνωστό ως μ..νοπανήγυρις). Φήμες τον θέλουν να είναι ο μόνος που σηκώνεται στο άκουσμα του «Εγέρθουτου».
Ο Πούτσος πέθανε το 347 π.Χ. σε ηλικία 25 χρόνων, 80 χρόνια μετά τη γέννησή του, κατά τη διάρκεια οργίων με την Άννα Βίσση. 69 παρθένες κλαίγανε για μέρες πάνω από τον τάφο του, κι από τότε κυκλοφορεί η φράση «Τον Πούτσο τον εκλαίγανε». Για την συντετριμμένη γυναίκα του, Πούτσα, γράφτηκε τότε το μοιρολόι «Πούτσα μου πώς κατάντησες». Ένα μήνα μετά το τραγικό συμβάν, πεθαίνει από αιφνίδιο θάνατο, ο κολλητός του Πούτσου, ο Κώλος, μάλλον από στεναχώρια και ταίριαξε να γίνονται «στου Κώλου τα εννιάμερα, του Πούτσου τα σαράντα»
χαχαχαχα καλο
… και για χάρη του καβαλούσαν!