Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 83 ετών, η Μάρθα Καραγιάννη, μια από τις πιο δημοφιλείς σταρ της χρυσής εποχής του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Ένα ακόμα θλιβερό γεγονός, για όλους και όλες , όσοι τη γνωρίσαμε είτε δια ζώσης είτε από το θέατρο και τις ταινίες της.
Η Μάρθα Καραγιάννη γεννήθηκε στις 6 Νοεμβρίου του 1939 στον Πειραιά. Ο πατέρας της Χαρίλαος Καραγιάννης καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Ρωσίας, που έχασε την περιουσία της κατά την διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης και η μητέρα της Δόμνα Τσιρίδου ήταν ποντιακής καταγωγής από το Μπακού, την πρωτεύουσα του σημερινού Αζερμπαϊτζάν.
Οι γονείς της πρόσφυγες και οι δύο γνωρίστηκαν σε ένα ποντιακό χοροδιδασκαλείο της Δραπετσώνας, ερωτεύτηκαν και αποφάσισαν να ενώσουν τις τύχες τους το 1932.
Με το ταλέντο να ξεχειλίζει τόσο στις ερμηνείες της όσο και στα χορευτικά της νούμερα στα μιούζικαλ, κατάφερνε να συναρπάζει και να καθηλώνει το κοινό. Ποτέ δεν πήρε τον απόλυτα πρώτο ρόλο, ξεχώριζε όμως μέσα από τις ταινίες συνόλου και καταγράφηκε στη συνείδηση του κόσμου, όχι απλά ως πρωταγωνίστρια, αλλά ως Σταρ!
Ελκυστική γυναίκα με ακαταμάχητο στυλ, σαγήνευε τον αντρικό πληθυσμό και κέρδιζε τον θαυμασμό από τον γυναικείο.
Το μικρόβιο του χορού φαίνεται ότι εμφύσησαν στην κόρη τους. Σε ηλικία 8 ετών, η μικρή Μάρθα ξεκίνησε μαθήματα χορού και πολύ γρήγορα άρχισε τις εμφανίσεις με το μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαρίου σε παραστάσεις στην Λυρική Σκηνή.
Το 1956, μαθήτρια ακόμα, απέκτησε άδεια ηθοποιού ως “εξαιρετικό ταλέντο”, μετά την πρώτη της εμφάνιση στην ταινία της Φίνος Φιλμ “Η Άγνωστος” του Ορέστη Λάσκου. Την επόμενη χρονιά έκανε την πρώτη θεατρική της εμφάνιση στην επιθεώρηση “Ελέφαντες και Ψύλλοι”.
Η Μάρθα Καραγιάννη έχτισε τον δικό της κινηματογραφικό μύθο τη χρυσή δεκαετία του ΄60.
Έχοντας κάνει αίσθηση με την παρουσία της στα καλλιτεχνικά δρώμενα, το καλοκαίρι του 1957, η νεαρή στάρλετ φωτογραφήθηκε με μπικίνι για το εξώφυλλο του περιοδικού “Γυναίκα”, του πρώτου σε κυκλοφορία γυναικείου περιοδικού εκείνα τα χρόνια.
Η γνωριμία της με τον Γιάννη Δαλιανίδη έμελλε να απογειώσει την καριέρα της. Το 1962 έπαιξε στο πρώτο ελληνικό μιούζικαλ “Μερικοί το προτιμούν κρύο” που σκηνοθέτησε ο Δαλιανίδης. Ήταν η τρίτη επιλογή του σκηνοθέτη, μετά την Άννα Φόνσου που αρνήθηκε τον ρόλο και την Πόπη Λάζου που καθυστερούσε στα γυρίσματα.
Από εκεί και πέρα η Μάρθα Καραγιάννη έπαιξε σε όλα τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη: “Κάτι και να καίει” (1964), “Κορίτσια για φίλημα” (1965), “Μια κυρία στα μπουζούκια” (1967), “Οι θαλασσιές οι χάντρες” (1967), “Μαριχουάνα Στοπ” (1971). Χόρεψε σε όλα, αλλά τραγούδησε σε ένα, παρότι ηθοποιός του μουσικού θεάτρου. Στο “Γοργόνες και Μάγκες” (1968) τραγούδησε το “Ο άντρας που θα παντρευτώ” σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Η συνεργασία τους άρχισε το 1961, κερδίζοντας σημαντικό ρόλο στην ταινία “Ζητείται Ψεύτης“. Την επόμενη σεζόν, Φίνος Φιλμ και Δαλιανίδης παρουσιάζουν το πρώτο ελληνικό μιούζικαλ “Μερικοί το Προτιμούν Κρύο”, στο οποίο η Καραγιάννη σημειώνει μεγάλη επιτυχία ως αρραβωνιαστικιά του Ντίνου Ηλιόπουλου.
Το 1969, η Μάρθα Καραγιάννη δεν δίστασε να τσαλακώσει την εικόνα της για τις ανάγκες ενός δραματικού ρόλου, του μοναδικού στην κινηματογραφικής της καριέρα. Ο Νίκος Φώσκολος ήταν αυτός που την έπεισε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία του “Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα“, δίπλα στη Νόρα Βαλσάμη, την Μάρθα Βούρτση, τον Κώστα Καζάκο και τον Άγγελο Αντωνόπουλο.
Η επόμενη ταινία της “Το ανθρωπάκι” σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη, που προβλήθηκε στα τέλη του 1969, ήταν μια σάτιρα των ταινιών μελό, που είχαν κατακλύσει εκείνη την περίοδο τον ελληνικό κινηματογράφο. Υποδύεται ένα λαϊκό κορίτσι που φιλοδοξεί να γίνει σταρ του σινεμά, ένας κωμικός ρόλος με δραματικές πινελιές. Η ίδια την θεωρεί την αγαπημένη της ταινία.
Από τότε, αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι όλων των μιούζικαλ του Δαλιανίδη και της Φίνος Φιλμ, με την οποία γύρισε 20 ταινίες από τις 42 που έχει παίξει συνολικά στον κινηματογράφο.
Τις δεκαετίες 70 και ΄80 ασχολήθηκε κυρίως με το θέατρο, παίζοντας σε μιούζικαλ και κωμωδίες, ενώ τη δεκαετία του ΄90 στράφηκε στην πρόζα. Σήμερα συνεχίζει να παίζει στο θέατρο. Έχει παίξει σε 8 βιντεοταινίες και σε επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές.
Η Μάρθα Καραγιάννη, εκτός από καταξιωμένη καλλιτέχνης, είναι και ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου. Κουβάλησε τον μύθο της τόσα χρόνια, με σεμνότητα και ταπεινότητα, χωρίς ποτέ να κυνηγήσει τη δημοσιότητα.
Ακόμα και στην προσωπική της ζωή, ξεχώριζε με τις ιστορίες της, αφού παντρεύτηκε τον άσσο του Ολυμπιακού Μίμη Στεφανάκο, χώρισε, και στη συνέχεια έκανε δεσμό – “σχέση ζωής” όπως την έχει αποκαλέσει η ίδια – με τον Βασίλη Κωνσταντίνου, τερματοφύλακα και ίνδαλμα της εποχής για τους οπαδούς του Παναθηναϊκού.
Το 2001 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις “Άγκυρα” η αυτοβιογραφία της με τίτλο “Ο έρωτας μωρό μου είναι γλέντι”.
Τη χειμερινή σαιζόν 2013-14 πρωταγωνίστησε στην παράσταση του Αμιράλ “Η Μαμά Είπε Μη…!” των Στέλιου Παπαδόπουλου και Γιώργου Βάλαρη, καθώς και στην τηλεοπτική σειρά “Οι Βασιλιάδες”.
Η Μάρθα Καραγιάννη μέσα από τις συνεντεύξεις
“Ξέρεις, πάντα, από 17 χρονών τους καρατερίστικους ρόλους κιαλάριζα”. Γυναίκα, 1983, Άννυ Χέρρα-Ζυμαράκη.
“Χρόνια τώρα περιμένω πώς και πώς να μεγαλώσω, να πάψω να ‘μαι όμορφη, να έρθει η στιγμή να κάνω άλλα πράγματα”. Ταχυδρόμος, 1983, Άρης Δαβαράκης.
“Ο χορός ήταν πάντα μέσα μου, στο αίμα μου! Το μουσικό θέατρο με τράβηξε σαν μαγνήτης”. Εικόνες, 1986, Πέπη Κεφαλά.
“Και στα πράγματα που έκανα επιτυχία, είναι γιατί κάποιοι άλλοι με σπρώξανε και βρέθηκα μπροστά. Μόνη μου δεν θα τολμούσα. Θέλω πάντα να έχω συμμαχία”. Απογευματινή, 1986, Εύα Μπίθα.
“Πιστεύω ότι όταν ένας δεν έχει χιούμορ, δεν αποδέχεται την πραγματικότητα”. Τραστ, 1987, Γ.Αποστολίδης.
“Το να βγάζει γέλιο ένας ηθοποιός είναι προσωπική υπόθεση, δεν μαθαίνεται. Ή το έχεις ή όχι”. Ραδιοτηλεόραση, 1992, Αρετή Μπέσκα.
“Η TV είναι σαν την ερωμένη. Όλοι τη βρίζουν και όλοι τη θέλουν”. Σταρ, 1994, Ανδρέας Γερακάκης.
“Ξεκίνησα με ρόλους ωραίας – γιατί να το κρύψουμε άλλωστε. Μετά άρχισαν οι ονειρεμένοι μπουφόνικοι ρόλοι, έλεγα κουταμάρες, κουταμάρες, κουταμάρες, έβαζα ένα μπικίνι, χόρευα και καθάριζα”. Αδέσμευτος, 1995, Γ.Ε.Β.
“Θα μπορούσα να παίζω και στο σπίτι μου, αλλά είμαστε εγωιστικά πλάσματα οι θεατρίνοι. Θέλουμε και το κοινό…γιατί έχεις ανάγκη από την αποδοχή”. Λοιπόν, 1996, Χρήστος Σιάφκας”.
“Μόλις κάναμε χορευτικό, εκεί ήταν οι γκρίνιες, γιατί με πίεζε. Επειδή ήξερε ότι έχω δυνατότητες με πίεζε να κάνω πράγματα που θέλανε κούραση….Κι ο Γιάννης (ο Δαλιανίδης) έλεγε…’Ας την να κλάψει για να έχει επιτυχία η ταινία’…”.
“Δεν θεωρώ κανένα δραματικό ηθοποιό καλύτερο από κωμικό. Οι μεγαλύτεροι ηθοποιοί είναι οι κωμικοί. Εγώ εκτιμώ έναν ηθοποιό για το πώς παίζει, όχι για το τι παίζει”. Αδέσμευτος Τύπος, 1999, Σόνια Μαγγίνα.
Η σπουδαία ηθοποιός άφησε την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 83 ετών, το μεσημέρι της Κυριακής 18 Σεπτεμβρίου του 2022 στις 12:50.
Στο πλευρό της μέχρι το τελευταίο λεπτό ήταν γιατρός με τον οποίο την συνέδεε μια φιλία χρόνων. Εκείνος στάθηκε δίπλα της ακόμα και όταν η ηθοποιός χρειάστηκε να υποβληθεί σε επέμβαση αφαίρεσης της χολής, το φθινόπωρο του 2020. Τότε ξεκίνησαν τα προβλήματα για την υγεία της. Η ηθοποιός έχασε πολλά κιλά και ο οργανισμός της είχε πλέον εξασθενήσει.
Τσαχπίνα και επαγγελματίας χορεύτρια με πολύ μπρίο. Συγκινήθηκα γιατί την έχω συνδέσει με αναμνήσεις από την παιδική ηλικία, όταν καθόμασταν όλοι να δούμε την ελληνική ταινία. Ταινίες που ακόμα και τώρα απολαμβάνουμε.
Λυπήθηκα. Μεγάλη ηθοποιός αλλά πάνω από όλα μεγάλος άνθρωπος. Καλό παράδεισο.
Ολοι την αγαπησαμε και τον Βουτσα και τον Βεγγο και ολους αυτους που μας κανανε να γελασουμε απο την δεκαετια του 60. Ο Θεος ν αναπαυση την ψυχη της
Κριμα@ Προσφερε τοσα πολλα! Τωρα θαναι ανταμωμενη με το φιλαρακι της το Κωστα Βουτσα!
Με μιζοκούλη θα πεθάνουμε ούλοι
Ανεπανάληπτη! Επί κουλη, αποδεκατιζομαστε…
Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΑΥΣΗ!!!