Στην εικόνα που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία σήμερα αλλά και στο τι θα επακολουθήσει μετά την επίσημη λήξη του προγράμματος στήριξης τον Aύγουστο εστιάζει σχόλιο της Tagesspiegel,
το οποίο υποστηρίζει ότι ναι μεν η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί, ωστόσο η χώρα δεν έχει ακόμη διασωθεί.
«Η Ελλάδα αναμένεται σε λίγες εβδομάδες να βγει από το πρόγραμμα διάσωσης.
Αυτό είναι ένα καλό νέο. Αλλά είναι συγχρόνως και μια «ιστορική στιγμή», ένα «νέο κεφάλαιο για την Ελλάδα», όπως γιορτάζει η Κομισιόν; Στην πραγματικότητα όχι. Αποδείχθηκε μόνο ότι αυτό που επετεύχθη για οκτώ χρόνια είναι τα παλιά χρέη να ανταλλαχθούν με νέα χρέη.
Ωστόσο πρέπει να θεωρείται αμφίβολο κατά πόσο τρία προγράμματα διάσωσης, τα 274 δις ευρώ δανειακής βοήθειας και το βουνό από προαπαιτούμενα έχουν προετοιμάσει τη χώρα για ένα καλύτερο μέλλον. Είναι επιπόλαιο να προσποιούμαστε ότι η Ελλάδα έχει διασωθεί» σημειώνει το σχόλιο.
Στη συνέχεια η σχολιογράφος αναφέρει ότι τόσο οι «διασώστες» όσο και οι «διασωθέντες» θα πρέπει κάπως να πείσουν τους ψηφοφόρους τους για όλα όσα έγιναν στο πεδίο της ελληνικής κρίσης.
«Για τα βιβλία ιστορίας θα πρέπει η αφήγηση μιας τόσο επίπονης προσπάθειας να λάβει και ισάξια ανταμοιβή –για το λόγο αυτό και η ανταμοιβή της καλής πράξης θα πρέπει να αναδειχθεί με τον φωτεινότερο τρόπο. Ιδίως τώρα, υπό το βάρος της προσφυγικής δυστυχίας, υπάρχει μια έντονη λαχτάρα για ευρωπαϊκές ιστορίες επιτυχίας».
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας από πέρυσι βοηθά, λοιπόν, προς μια τέτοια κατεύθυνση, σημειώνει η σχολιογράφος, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι αυτή δεν οφείλεται τόσο στα προγράμματα διάσωσης όσο στη γενικότερη ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, από την οποία επωφελήθηκε και η νότια Ευρώπη.
Το σχόλιο αναφέρεται επίσης και στο ότι η Ελλάδα καταγράφει για την ώρα πρωτογενές πλεόνασμα, ωστόσο σημειώνει κλείνοντας: «Η υπόθεση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να παράγει πλεονάσματα για τα επόμενα τριάντα χρόνια είναι ανόητη. Αυτό όμως ήταν ζητούμενο από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης, το οποίοι οι Έλληνες έλαβαν στην πορεία. Όπως επίσης εξωφρενική είναι και η υπόθεση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει με την ίδια γενναιότητα την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, όταν η διεθνής πίεση θα έχει πλέον χαλαρώσει».