Ο επικεφαλής του, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, χαμηλώνει τον πήχη καταγράφοντας «σταθεροποίηση της υστέρησης του φετινού δημοσιονομικού αποτελέσματος σε σχέση με το προηγούμενο έτος, που υποδηλώνει ότι ο κίνδυνος για τη μη επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου έχει μειωθεί». Με λίγα λόγια, το Γραφείο Προϋπολογισμού στην τριμηνιαία έκθεσή του «βλέπει» κάλυψη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ φέτος, χωρίς να ρισκάρει πρόβλεψη για τα τελικά μεγέθη.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής και η έκθεση
Από την έκθεση, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ξεχωρίζουν ακόμα οι επιφυλάξεις αναφορικά με τις υπό διαβούλευση διατάξεις για τη φορολογική κατοικία, η επανάληψη των αβεβαιοτήτων που επισημάνθηκαν μετά την κατάθεση του προσχεδίου προϋπολογισμού 2020 στη Βουλή αλλά και η ανάλυση των στοιχείων για τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την εφορία που δείχνουν , μεταξύ άλλων, ότι σε 255 ΑΦΜ- κυρίως νομικά πρόσωπα- με χρέη άνω του 1 εκατ. ευρώ ο καθένας «φόρτωσαν» στα ληξιπρόθεσμα 993,9 εκατ. ευρώ «φρέσκα» χρέη στο 9μηνο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Στην ίδια χρονική περίοδο οι «μικροί», όσοι χρωστούν λιγότερα από 500 ευρώ αυξήθηκαν κατά 32.455 ΑΦΜ αλλά από αυτούς 12.581 χρωστούν λιγότερα από 1 ευρώ!
Στα γενικά συμπεράσματα της έκθεσης, επισημαίνεται ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει κατά το τρίτο τρίμηνο του 2019 να κινείται σε θετική κατεύθυνση, με τον ρυθμό μεγέθυνσης και τις αμοιβές να αυξάνονται και την ανεργία να μειώνεται. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, ξεχωρίζει τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αλλά και τη θετική κατεύθυνση των βραχυχρόνιων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας.
Flat Tax
Επιφυλάξεις κρατάει το Γραφείο Προϋπολογισμού, όπως αναφέρει στο άρθρο του ο ΘανάσηςΠαπαδής, για την διάταξη του flat tax για προσέλκυση επενδυτών. Όπως σημειώνεται , «αν και είναι κατανοητή η ανάγκη προσέλκυσης κεφαλαίων στη χώρα μας, πρέπει να επισημανθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο είναι αμφίβολο κατά πόσο θα επηρεάσει τα συνολικά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη καθώς το ύψος της απαιτούμενης επένδυσης είναι μικρό (500.000 ευρώ εντός 3 ετών από την υποβολή της σχετικής αίτησης). Επίσης, περιλαμβάνει και κινητές αξίες (δηλαδή χρηματοοικονομικούς τίτλους) που δεν αυξάνουν το πάγιο κεφάλαιο και την απασχόληση ενώ οι τιμές τους παρουσιάζουν μεγάλη μεταβλητότητα στις διακυμάνσεις των κεφαλαιαγορών.
Επιπρόσθετα, ο ορισμός ενός κατ’ αποκοπή φόρου 100.000 ευρώ ανά έτος ανεξάρτητα από το ύψος των εισοδημάτων ενδέχεται να εισάγει προνομιακή μεταχείριση σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα που είναι ήδη φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και φορολογούνται κανονικά για τα εισοδήματα που εισπράττουν από το εξωτερικό. Αυτό θα συνιστούσε απόκλιση από την έννοια της φορολογικής δικαιοσύνης και θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη φορολογική συνείδηση και συμμόρφωση του συνόλου των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, το μέτρο θα πρέπει να συνοδευτεί από αυστηρές ασφαλιστικές δικλείδες σχετικά με την προέλευση των εισοδημάτων, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος προσέλκυσης χρημάτων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες».
Γραφείο Προϋπολογισμού: Τα ληξιπρόθεσμα
Θετική είναι η αξιολόγηση για τη ρύθμιση των 120 δόσεων, διαπιστώνοντας αύξηση του ρυθμισμένου υπολοίπου στα 5,6 δισ. ευρώ ( 5,3% του συνόλου την 1η Οκτωβρίου 2019) ενώ την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους προσέγγιζε το 3,5%.
Ο χάρτης των οφειλετών στην εφορία έρχεται για μία ακόμα φορά να επιβεβαιώσει ότι τα ληξιπρόθεσμα χρέη είναι κυρίως υπόθεση «ολίγων». 8.132 ΑΦΜ χρωστούν περισσότερα από 84 δισ. ευρώ ενώ 2.547.177 ΑΦΜ οφείλουν μόλις 314 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικά, το ΓΚΠΒ σημειώνει αναφορικά με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών, στο τρίτο τρίμηνο του 2019 ότι παρατηρείται αύξηση κατά 38.920 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2018 με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στους 4.351.315 οφειλέτες. Αύξηση του αριθμού των οφειλετών παρατηρείται κυρίως στην κατηγορία με χρέη μικρότερα από 500 ευρώ (32.455 νέα πρόσωπα).
Ωστόσο, αναλύοντας περαιτέρω τη μεταβολή του αριθμού των οφειλετών στη συγκεκριμένη κατηγορία οφειλής διαπιστώνεται ότι η αύξηση προέρχεται από τους οφειλέτες με χρέη μικρότερα από 50 ευρώ, ο αριθμός των οποίων σημείωσε σημαντική άνοδο, καθώς αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 87.251 πρόσωπα, αγγίζοντας τους 1.153.713 οφειλέτες. Η εν λόγω αύξηση προέρχεται κυρίως από τα φυσικά πρόσωπα, ο αριθμός των οποίων ενισχύθηκε με 84.703 νέους οφειλέτες. Παράλληλα μέρος της ανωτέρω αύξησης πηγάζει από οφειλέτες με χρέη μικρότερα από 1 ευρώ (12.581 νέα πρόσωπα, με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών με χρέη σε αυτήν την κατηγορία να διαμορφώνεται σε 257.923).