Άκαρπες αποδείχθηκαν και οι χθεσινές ολοήμερες έρευνες των Αρχών για εντοπισμό του 42χρονου από τη Συρία, ο οποίος καταζητείται για τον φόνο της 31χρονης εν διαστάσει συζύγου του, που διαπράχθηκε το πρωί της Δευτέρας 20 Ιανουαρίου στην Πάφο.
Νέα στοιχεία που έρχονται στο φως, σύμφωνα με τις αστυνομικές Αρχές, δείχνουν ότι ο 42χρονος ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει στη δολοφονία της τραγικής μητέρας των επτά παιδιών του. Συγκλονιστική είναι και η αποκάλυψη ότι ένα από τα παιδιά του ζεύγους αποτέλεσε στην ουσία αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας της μητέρας του από τον πατέρα αναφέρει το philenews.com.
Το γεγονός ότι ο Φαρούχ επισκέφθηκε την οικία, όπου διέμενε η σύζυγος και τα παιδιά τους, τις πρωινές ώρες της Δευτέρας, παρά το διάταγμα που είχε εξασφαλιστεί για να μην πλησιάζει το σπίτι, αλλά και την ίδια τη σύζυγό του, αποτελεί ένα από τα στοιχεία που ενισχύουν τις υποψίες της Αστυνομίας ότι είχε μελετήσει πολύ πριν τον τρόπο με τον οποίο θα σκότωνε την εν διαστάσει συζύγου του.
Ο ίδιος χαρακτηρίστηκε από ομοεθνείς του, που τον γνώριζαν καλά, ως άνθρωπος που χρησιμοποιούσε τη βία με το παραμικρό κατά της συζύγου του. Η 31χρονη άλλωστε τον είχε καταγγείλει στην Αστυνομία πρόσφατα, αφού φαίνεται ότι η άσκηση βίας εκ μέρους του αποτελούσε συνεχές και επαναλαμβανόμενο φαινόμενο.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι αρμόδιες υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας είχαν προτείνει στη γυναίκα να μεταφερθεί σε πιο ασφαλή τόπο με τα παιδιά της και συγκεκριμένα σε καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών, κάτι που απέρριψε, βάσει των στοιχείων που προέρχονται από το Γραφείο Ευημερίας Πάφου.
Η Αστυνομία εξασφάλισε την παράδοση των ταξιδιωτικών του εγγράφων σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την έξοδο του από τη χώρα. Τώρα εξετάζεται κατά πόσον έχει διαφύγει από μη ελεγχόμενο σημείο προς τα Κατεχόμενα ή αν ακόμα παραμένει εντός και κρύβεται από τις Αρχές.
«Ο μπαμπάς χτύπησε τη μαμά και η μαμά κοιμήθηκε»
Πέντε από τα επτά παιδιά της οικογένειας, που βρίσκονται στην Κύπρο, από την πρώτη στιγμή τέθηκαν υπό την επίβλεψη και προστασία του Γραφείου Ευημερίας, ενώ παιδοψυχολόγοι εργάζονται για τη στήριξή τους.
Όπως προκύπτει από τις πρώτες συναντήσεις των ειδικών με τα παιδιά, το μεγαλύτερο εκ των τριών παιδιών, που ήταν την ώρα εκείνη στο σπίτι, ένα κοριτσάκι 7 ετών, ξύπνησε από τις φωνές της μητέρας του την ώρα που δεχόταν τη φονική επίθεση.
Το παιδάκι φέρεται να μετέβη στο υπνοδωμάτιο βλέποντας τα τραγικά γεγονότα, ενώ στη συνέχεια πήγε στο υπνοδωμάτιο που βρίσκονταν τα δύο μικρότερα παιδιά και τα ξύπνησε λέγοντάς τους ότι «ο μπαμπάς χτύπησε τη μαμά και η μαμά κοιμήθηκε».
Όπως προκύπτει από τις έρευνες του κλιμακίου της Αστυνομίας, ο φερόμενος δράστης της ειδεχθούς δολοφονίας πήρε αμέσως μετά τα τρία παιδιά και τα μετέφερε σε συγγενικό του πρόσωπο, στο οποίο διέμεναν ήδη τα δύο μεγαλύτερα. Στο ερώτημα του συγγενή του γιατί τα πήγε εκεί και πού πάει ο ίδιος, ο 42χρονος δεν απάντησε κάτι συγκεκριμένο, αναφέροντας ωστόσο στα παιδιά ότι ενδέχεται να λείψει από την Κύπρο.
Η τραγική μητέρα προαισθανόταν το κακό
Η τραγική γυναίκα, που έχασε τόσο άδικα και με βίαιο τρόπο τη ζωή της μόλις στα 31 της χρόνια, προαισθανόταν το κακό το τελευταίο διάστημα.
Όπως επιβεβαιώνεται από περίοικους, καθώς και συγγενικά της πρόσωπα, το τελευταίο διάστημα είχε πυκνώσει τις αναφορές της στην Αστυνομία για τους κινδύνους που ένιωθε να απειλούν τα παιδιά της και την ίδια από τη συμπεριφορά του εν διαστάσει συζύγου της, ενώ για τον λόγο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες μας, συγγενικό της πρόσωπο από τη Συρία ταξίδευσε πρόσφατα στην Πάφο και διέμενε εδώ, σε μια προσπάθεια να ελέγχει από κοντά την κατάσταση και να προστατεύει τη γυναίκα και τα παιδιά της.
Μόνη άρνηση στην κρατική αρωγή από πλευράς 31χρονης, σύμφωνα με τις κοινωνικές υπηρεσίες, ήταν το ενδεχόμενο εγκατάλειψης της οικίας στην οποία ζούσε και η μεταφορά της οικογένειας σε καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών, αφήνοντας να νοηθεί ότι μετά την εξέλιξη αυτή και τη δικαστική απαγόρευση προσέγγισης της κατοικίας από πλευράς του 42χρονου, η φύλαξη της οικογένειας ήταν ευθύνη της Αστυνομίας.
Εκπρόσωποι των υπηρεσιών αυτών δήλωσαν πάντως χθες ότι δεν υπήρξε ολιγωρία του κρατικού μηχανισμού στην περίπτωση της 31χρονης, αφού η επαφή μαζί της ήταν συνεχής και αυτό παρά τις πρακτικές δυσκολίες που συναντούσαν.
Ο υπεύθυνος του ΤΑΕ Πάφου, Μιχάλης Ιωάννου, δήλωσε ότι η Αστυνομία έκανε ό,τι ήταν πρακτικά εφαρμόσιμο για την ικανοποίηση της δικαστικής εντολής, παρατήρησε ωστόσο ότι δεν ήταν εφικτή η 24ωρη παρακολούθηση της υπόθεσης από τη στιγμή που δεν υπήρχαν πληροφορίες ή καταγγελίες ότι υπήρχε παράβαση του δικαστικού διατάγματος.
«Γι’ αυτό είπαμε ότι η βοήθεια του κοινού είναι πολύ ζωτικής σημασίας», τόνισε, «αφού υπήρχαν πολλές ενδείξεις ατόμων που γνώριζαν τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που αντιμετώπιζε η τραγική 31χρονη και τα παιδιά της και που ωστόσο όταν κλήθηκαν να καταθέσουν σχετικά, απέφυγαν να το πράξουν.
Ομοίως, ενώ είχαν δοθεί τηλεφωνικώς αρκετές φορές πληροφορίες στην Αστυνομική Διεύθυνση Πάφου για συμβάντα στο σπίτι που παρέπεμπαν σε οικογενειακή βία και προβληματική διαβίωση των παιδιών και της τραγικής μητέρας.