Το δικαστήριο με την απόφασή του αναγνώρισε στην κατηγορουμένη το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη της ανθρωποκτονίας
Τον ισχυρισμό ότι δεν αντιλήφθηκε ποτέ πώς ο σύντροφός της έφυγε από τη ζωή προέβαλε κατά την απολογία της στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, η Γερμανίδα συμβία του 64χρονου, ο οποίος τον Φεβρουάριο του 2019 βρέθηκε νεκρός, τυλιγμένος σε σεντόνι μέσα στο διαμέρισμα τους στο Χαλάνδρι.
Η κατηγορουμένη με δάκρυα στα μάτια αρνήθηκε στο δικαστήριο πως είναι η δολοφόνος, ωστόσο, δικαστές και ένορκοι, υιοθετώντας και την σχετική εισαγγελική εισήγηση, την έκριναν κατά πλειοψηφία ένοχη για τη δολοφονία του 64χρονου και την καταδίκασαν σε κάθειρξη 14 ετών.
Μάλιστα το δικαστήριο με την απόφασή του αναγνώρισε στην κατηγορουμένη το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη της ανθρωποκτονίας.
Με δάκρυα στα μάτια η κατηγορουμένη υποστήριξε πως δεν είναι δολοφόνος και πως όλα ξεκίνησαν, όταν ο σύντροφος της επέστρεψε στο σπίτι τους εκνευρισμένος και πιωμένος, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. «Το ύφος του στο πρόσωπο έδειχνε πως είχε νεύρα και ήταν αλλιώτικος» είπε και ισχυρίστηκε ότι εκείνος ήπιε μάλλον κάποιο φάρμακο.
Όπως ανέφερε η κατηγορουμένη ο 64χρονος στη συνέχεια έγινε επιθετικός και αφού την έσπρωξε στο τραπέζι, την ρώτησε, όπως είπε: «Τι είναι καλύτερα να τσακωθούμε ή να κάνουμε έρωτα;».
Συνεχίζοντας η γυναίκα ανέφερε στην απολογία της: «Κατάλαβα ότι δεν είναι Γιάννης που ξέρω αλλά κάποιος άλλος. Του έλεγα ότι με πονάει. Προσπάθησε να κάνουμε έρωτα αλλά δεν το πέτυχε. Του είπα να σταματήσει, ότι πονάω και φοβάμαι. Δεν ήθελα να δω αυτό το άγριο. Τον ιδρώτα. Μου έλεγε πες τι είναι καλύτερα από δύο; Δεν μίλαγα από κάποια στιγμή από μετά, δεν έχω ζήσει ξανά κάτι τέτοιο και φοβόμουν. Όπως περιέγραψε πως ένιωσε φόβο, πανικοβλήθηκε και μετά από λίγο εκείνη έπεσε κάτω και έχασε την αίσθηση του χρόνου. Στη συνέχεια η ίδια παραδέχτηκε πως του πρόσφερε ένα ποτήρι με αναψυκτικό στο οποίο είχε βάλει την «σκόνη»….Είχα την εντύπωση πως και ο ίδιος είχε σοκ και δεν μιλάγαμε. Δεν σκεφτόμουν, είχα πανικό και από ένστικτο έβαλα αυτό το ποτήρι εκεί. Εγώ νόμιζα ότι ήταν κάτι για να ηρεμήσει. Προσπάθησα να του μιλήσω δεν μου έδινε όμως σημασία».
Συνεχίζοντας να ξετυλίγει τα γεγονότα εκείνο το μοιραίο βράδυ, η κατηγορουμένη είπε ακόμη στο δικαστήριο: «Πήγα στην κρεβατοκάμαρα και είδα στο πρόσωπο πληγές, είχε κίτρινο υγρό σαν να είχε κάνει εμετό, με άκουσε που μίλαγα, του είπα «αγάπη μου είμαι εδώ». Προσπάθησε να απαντήσει, με είχε σφιχτά αγκαλιά και στα γερμανικά μου είπε «μην φύγεις, κάτσε δω».