Τα πιο «αγαπητά» και άμεσα προσβάσιμα καταστήματα στον Έλληνα καταναλωτή χάνουν τη «μάχη» επιβίωσης που δίνουν εδώ και δέκα χρόνια.
Το ένα μετά το άλλο εγκαταλείπουν την… προσπάθεια και δεν αλλάζουν απλά χέρια αλλά βάζουν τελικά λουκέτο.
Κανείς δεν φανταζόταν ότι τα περίπτερα, ακόμη και τα μεγάλα του κέντρου των πόλεων, ακόμη και των Αθηνών, δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν.
Tην τελευταία 10ετία (2008-2017) έχουν σβηστεί από τον χάρτη 5.170 καταστήματα γειτονιάς και 4.073 περίπτερα. Δηλαδή έκλεισαν συνολικά 9.243 σημεία πώλησης.
Κι αυτά που απομένουν «πάνε για ένα μεροκάματο» κι όχι πάντοτε ικανοποιητικό για τις πολλές ώρες εργασίας, που απαιτεί καθημερινά η λειτουργία τους.
Είχαν ένα πλεονέκτημα. Την λειτουργία τις Κυριακές και τις αργίες αλλά και αυτό έχει πάψει να αποδίδει όσο στο πρόσφατο παρελθόν.
Τα τσιγάρα δεν αφήνουν πλέον κέρδος, κι αν αγοραστούν με κάρτα «βάζουν μέσα τον επαγγελματία». Οι εφημερίδες και τα περιοδικά απλώς δεν πουλούν πια και με τσίχλες, σοκολάτες και παγωτά «δεν μπορεί να γίνει δουλειά».
Τα Σούπερ Μάρκετ έχουν τα δικά τους προβλήματα
Μοναδικός κερδισμένος, σε επίπεδο 10ετίας, φαίνεται ότι είναι το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων(σούπερ μάρκετ), το οποίο ενίσχυσε το δίκτυό του κατά 71 σημεία.
Ωστόσο από τα υψηλά του 2010, όπου λειτουργούσαν 4.763 καταστήματα σούπερ μάρκετ έως το τέλος του 2017 όπου λειτουργούσαν 4.470 καταστήματα, έχουν κλείσει 293 σημεία πώλησης.
Τάση, η οποία θα συνεχιστεί, όπως υποστηρίζουν υψηλόβαθμα στελέχη του κλάδου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, για να είναι βιώσιμες οι αλυσίδες θα πρέπει να προχωρήσουν στο κλείσιμο του 20% των καταστημάτων, που λειτουργούν σήμερα. Να συρρικνώσουν δηλαδή το δίκτυό τους, που κρίνεται από πολλές πλευρές ως υπερβολικό
Ποιος, όμως, θα κάνει πρώτος την κίνηση, για να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι;
Η απάντηση του ερωτήματος αυτού, που δεν είναι καθόλου ρητορικό θα κρίνει και τις εξελίξεις στο οργανωμένο λιανεμπόριο, αλλά και στην προμηθευτική αλυσίδα, που έχει περάσει τα πάνδεινα, ιδίως με την αποχώρηση της Carrefour και στην συνέχεια την χρεοκοπία της Μαρινόπουλος.
Δεν αντέχει ούτε η προμηθευτική αλυσίδα
Κι όλα αυτά γιατί μείζον θέμα παραμένει ο χρόνος πληρωμής των προμηθευτών, που αντί να μειώνεται διευρύνεται.
Προμηθευτές κάνουν λόγο ακόμη και για καθυστέρηση στις πληρωμές που φθάνει τις 180 ημέρες.
Τη στιγμή που με βάση κοινοτική οδηγία που έχει μεταφερθεί και στο εθνικό δίκαιο προβλέπεται πως στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων (B2B) η προβλεπόμενη προθεσμία ανέρχεται στις 60 ημέρες, εκτός αν υπάρξει διαφορετική ρητή συμφωνία.
Οπότε η αγορά έχει το 2019 να αντιμετωπίσει αρκετά καυτά θέματα. Τώρα αν θα συνεχίσει να τρώει από τις σάρκες της ή θα εμφανίσει πραγματική ανάπτυξη, θα εξαρτηθεί και από το διαθέσιμο εισόδημα του καταναλωτή, το οποίο λόγω της φορολογίας εξανεμίζεται ή στην καλύτερη περίπτωση περιορίζεται και συμπιέζεται σημαντικά.
Από την έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει πως το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορούσε στα είδη διατροφής (20,4% το 2017 από 20,7% το 2016).
Ωστόσο η μεγαλύτερη αύξηση στη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών (τρέχουσες τιμές) καταγράφηκε στον τηλεφωνικό εξοπλισμό (47,1%), στις οικονομικές υπηρεσίες (συνδρομές σε πιστωτικές κάρτες, αμοιβές λογιστών κλπ.) (26,5%).
Όχι όμως στα μικρομάγαζα(περίπτερα και ψιλικατζίδικα) ή στις οργανωμένες αλυσίδες των Σούπερ Μάρκετ.