Ένας στους τέσσερις Έλληνες πάσχει από κάποια ρευματική-μυοσκελετική πάθηση

Κοινοποίηση:
ΠΑΘΗΣΗ

«Έχεις πρήξιμο και πρωινή δυσκαμψία στις αρθρώσεις ή πόνο και πρωινή δυσκαμψία στη μέση και οι ενοχλήσεις διαρκούν για μέρες;

Έχεις εξάνθημα, ξηροστομία, ξηροφθαλμία και άλλα “παράξενα” συμπτώματα; Τα καμπανάκια δεν τα ακούς;

To σώμα σου πονάει, το σώμα σού μιλάει… Επισκέψου τον ρευματολόγο και ενημερώσου!

Η έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη θεραπεία θα σε βοηθήσουν να αντιμετωπίσεις τις ρευματικές παθήσεις αποτελεσματικά!».

Αυτό είναι το μήνυμα της φετινής εκστρατείας ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας και Επαγγελματικής Ένωσης Ρευματολόγων Ελλάδας (ΕΡΕ – ΕΠΕΡΕ) για τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αρθρίτιδας.

Στόχος της ενημερωτικής εκστρατείας είναι η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης με τη διάδοση του μηνύματος για τη σημασία της πρώιμης διάγνωσης, καθώς και της συστηματικής παρακολούθησης από τον ρευματολόγο, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων.

Ο ρευματολόγος είναι ο ειδικός γιατρός που θα μπορέσει να κάνει έγκαιρα τη διάγνωση και να προτείνει τις κατάλληλες θεραπείες ώστε να βελτιωθεί η κλινική συμπτωματολογία και να αποκατασταθεί η ιδιαίτερα επιβαρυμένη ποιότητα ζωής των ασθενών με ρευματικά νοσήματα.

Αναφερόμενος στον ρόλο του ρευματολόγου και τη σημασία της πρώιμης διάγνωσης για την αποτελεσματική θεραπεία των ρευματικών παθήσεων, ο πρόεδρος της ΕΡΕ – ΕΠΕΡΕ, δρ. Δημήτρης Καρόκης, εξηγεί:

«Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα για τον ρευματολόγο είναι η πρώιμη διάγνωση του ρευματικού νοσήματος και η εφαρμογή της σωστής θεραπευτικής αγωγής, με σκοπό την αποφυγή της εγκατάστασης μόνιμης βλάβης στις αρθρώσεις, όπως και σε άλλα όργανα του σώματος, και συνακόλουθα αποφυγή της μόνιμης αναπηρίας.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι πολύ σημαντική η έγκαιρη προσέλευση του ασθενούς στον ρευματολόγο, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε μέσω παραπομπής από ιατρό άλλης ειδικότητας (γενικό ιατρό, παθολόγο, ορθοπαιδικό, δερματολόγο, οφθαλμίατρο, πνευμονολόγο, γαστρεντερολόγο κ.λπ.).

Παρά το γεγονός ότι το “ταξίδι του ασθενούς” έχει βελτιωθεί σημαντικά, η πορεία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ικανοποιητική.

Πολλές διεθνείς αλλά και ελληνικές μελέτες αναγνωρίζουν το γεγονός της μεγάλης καθυστέρησης στην παραπομπή του ασθενούς στον ειδικό ιατρό ή/και της λάθος διάγνωσης.

Χαρακτηριστικά, η καθυστέρηση της παραπομπής στον ρευματολόγο μπορεί να φθάσει από αρκετούς μήνες έως και μερικά χρόνια…».

Τα τελευταία χρόνια, όπως προσθέτει ο πρόεδρος της ΕΡΕ – ΕΠΕΡΕ, έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων και πλέον η ιατρική κοινότητα έχει στη διάθεσή της αρκετές θεραπευτικές επιλογές, που βελτιώνουν σημαντικά τα συμπτώματα, ενώ προλαμβάνουν τις δομικές βλάβες και συμβάλλουν στη λειτουργικότητα και την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Παράλληλα, ο ίδιος τονίζει τη σημασία της σχέσης γιατρού – ασθενούς για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων.

«Είναι σημαντικός παράγοντας ο ασθενής και ο ρευματολόγος να δημιουργήσουν μία σταθερή σχέση εμπιστοσύνης, να βρίσκονται σε τακτική επικοινωνία, να αξιολογούν την πρόοδο της θεραπείας και έγκαιρα να επαναξιολογούν τους θεραπευτικούς στόχους, εφόσον κρίνεται αναγκαίο», επισημαίνει.

Η αρθρίτιδα αποτελεί μία από τις συχνότερες εκδηλώσεις των ρευματικών μυοσκελετικών παθήσεων

Η αρθρίτιδα, δηλαδή η φλεγμονή των αρθρώσεων, εκδηλώνεται με πόνο, πρήξιμο, θερμότητα και χαρακτηριστική παρατεταμένη πρωινή δυσκαμψία μίας ή περισσότερων αρθρώσεων, συμπτώματα που διαρκούν περισσότερο από δύο εβδομάδες.

Η αρθρίτιδα αποτελεί μία από τις συχνότερες εκδηλώσεις των ρευματικών μυοσκελετικών παθήσεων.

Οι ρευματικές παθήσεις είναι περισσότερες από 200 και πλήττουν άτομα όλων των ηλικιών (ακόμα και παιδιά) και των δύο φύλων.

Εκτιμάται ότι θα προσβάλει το 1/4 του πληθυσμού των ανεπτυγμένων χωρών σε κάποια στιγμή της ζωής τους.

Μόνο στην Ευρώπη, πάσχουν από ρευματικά νοσήματα 120 εκατομμύρια άνθρωποι και πολλοί από αυτούς παραμένουν αδιάγνωστοι, ενώ στην Ελλάδα έχει υπολογισθεί ότι το 26% του πληθυσμού πάσχει από κάποια ρευματική – μυοσκελετική πάθηση.

Στις ρευματικές παθήσεις περιλαμβάνονται οι εκφυλιστικές παθήσεις των αρθρώσεων και της σπονδυλικής στήλης (οστεοαρθρίτιδα), οι φλεγμονώδεις αρθρίτιδες (ρευματοειδής αρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα), τα συστηματικά αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα (συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, σκληρόδερμα, Σύνδρομο Sjögren, αγγειίτιδες, μυοσίτιδες κ.λπ.) και οι μεταβολικές αρθρίτιδες (από κρυστάλλους ουρικού οξέος κ.λπ).

Εκτός, όμως, από τη φλεγμονή στις αρθρώσεις, οι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν και άλλα συμπτώματα, όπως κόπωση, πυρετό, εξανθήματα στο δέρμα, εξελκώσεις στο στόμα, ξηροστομία, ξηροφθαλμία κ.ά.

Οι ρευματικές παθήσεις είναι συστηματικά νοσήματα και προσβάλλουν και άλλα όργανα του σώματος, όπως οι νεφροί, οι πνεύμονες, η καρδιά, ακόμη και το κεντρικό νευρικό σύστημα.

Είναι χρόνιες παθήσεις, με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στους ίδιους τους ασθενείς, τις οικογένειές τους και την κοινωνία, γενικότερα.

Επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους, δηλαδή την καθημερινότητά τους, την οικογενειακή, την επαγγελματική και κατ’ επέκταση την κοινωνική ζωή τους.

Η ΕΡΕ – ΕΠΕΡΕ υπογραμμίζει ότι κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχή αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων είναι η έγκαιρη διάγνωση και η άμεση και σωστή αντιμετώπισή τους.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: