Ήταν σαν σήμερα 5 Μαΐου, πριν από 11 χρόνια, όταν το κέντρο της Αθήνας είχε κατακλυσθεί από δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές.
Άνθρωποι κάθε ηλικίας και κοινωνικής προέλευσης μετείχαν στη μεγάλη πορεία κατά του Μνημονίου που είχε αναγγελθεί λίγες ημέρες νωρίτερα με την ημέρα να εξελίσσεται σε τραγωδία καθώς τρεις άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί σε υποκατάστημα της Marfin στην οδό Σταδίου.
Όλα ξεκίνησαν όταν, σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, 23 άτομα με καλυμμένα χαρακτηριστικά αφού έσπασαν το τζάμι στη Marfin Bank, πέταξαν μολότοφ με αποτέλεσμα το κτίριο να τυλιχθεί στις φλόγες. Μέσα στο υποκατάστημα υπήρχαν οκτώ εργαζόμενοι πέντε εκ των οποίων κατάφεραν να διαφύγουν μέσα από τους καπνούς.
Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες των συναδέλφων τους και κόσμου που βρισκόταν στην πορεία, τρεις άνθρωποι εγκλωβίστηκαν και έχασαν την ζωή τους από τις αναθυμιάσεις, ενώ ο καπνός είχε καλύψει όλο το κτίριο. Ήταν η Παρασκευή Ζούλια (35 ετών), η Αγγελική Παπαθανασοπούλου (32 ετών και εγκυμονούσα) και ο Επαμεινώνδας Τσακάλης (36 ετών), οι οποίοι έχασαν την ζωή τους.
Από τις μετέπειτα αφηγήσεις και μαρτυρίες κατά τη διεξαγωγή της δίκης ήρθαν στο φως τραγικές και συγκλονιστικές πτυχές από το δράμα των ανθρώπων που εγκλωβίστηκαν στην τράπεζα. Σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με οικείους τους, ανέφεραν ότι πνίγονται από τον καπνό, ενώ η μοναδική έξοδος ήταν κλειστή. Υπάλληλοι, που διεσώθησαν αφηγήθηκαν τις στιγμές πανικού και ως μοναδική οδό διαφυγής να πηδήξουν από το μπαλκόνι. Το κτίριο είχε μετατραπεί σε «καμινάδα» και ανάμεσα σε ουρλιαχτά πανικού οι εργαζόμενοι έψαχναν απεγνωσμένα να διασωθούν πηδώντας από τα μπαλκόνια στο κενό.
Η πυροσβεστική μετέπειτα εντόπισε στις σκάλες μεταξύ πρώτου και δεύτερου ορόφου τον 36χρονο Επαμεινώνδα Τσάκαλη, στον δεύτερο όροφο την 35χρονη Παρασκευή Ζούλια ενώ η 32χρονη Αγγελική Παπαθανασοπούλου, που κυοφορούσε, εντοπίστηκε λίγα εκατοστά μακριά από την μπαλκονόπορτα, όπου προσπάθησε να φτάσει για να σωθεί.
Μετά από τέσσερις αναβολές, οι συγγενείς των θυμάτων περιμένουν να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον θάνατο των αγαπημένων τους με κατηγορούμενους δύο νεαρούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κατά περίσταση αδικήματα για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, έκρηξη, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικής βόμβας και απρόκλητη φθοράς ξένης περιουσίας.
Ομόφωνα αθώοι οι κατηγορούμενοι για τον φονικό εμπρησμό της Marfin
Ομόφωνα αθώοι κρίθηκαν από το Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο ο Θοδωρής Σίψας και ο Παύλος Αντρέεβ, που ήταν κατηγορούμενοι για τον φονικό εμπρησμό της Marfin ο πρώτος και τη βομβιστική επίθεση στο βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ ο δεύτερος, στα επεισόδια κατά τη διάρκεια συλλαλητηρίου τον Μάιο του 2010 για το πρώτο μνημόνιο.
Της αθωωτικής απόφασης του δικαστηρίου είχε προηγηθεί πρόταση της εισαγγελέως της έδρας για αθώωση των δυο κατηγορουμένων αλλά και δεκάδες καταθέσεις μαρτύρων στο δικαστήριο, εκ των οποίων κανείς δεν είχε αναγνωρίσει στα πρόσωπα των κατηγορουμένων κάποιον από τους δράστες των επιθέσεων.
Τα τραγικά γεγονότα εκτυλίχθηκαν τον Μάιο του 2010 στο κέντρο της Αθήνας, όπου είχε πραγματοποιηθεί μεγάλη διαδήλωση ενάντια στα μέτρα λιτότητας. Κατά τη διαδήλωση, διαδραματίστηκαν σοβαρά επεισόδια, με πλέον σημαντικά τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου -όπου βρήκαν τραγικό θάνατο οι τρεις υπάλληλοι ανάμεσα τους και η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου- αλλά και η επίθεση που δέχθηκε το βιβλιοπωλείο «Ιανός», χωρίς εκεί, ευτυχώς να υπάρξουν θύματα.
Μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας σήμερα, η εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την απαλλαγή των δυο κατηγορουμένων και την πρότασή της τελικά υιοθέτησε και το δικαστήριο με την ετυμηγορία που εξέδωσε. Συγκεκριμένα, για τον Θ.Σίψα που κατηγορήθηκε για τον εμπρησμό της τράπεζας, η εισαγγελέας είπε πως παρότι ήταν στην πορεία την επίμαχη ημέρα δεν υπάρχουν σοβαρές και ικανές ενδείξεις για να οδηγήσουν στην ενοχή του. Για τον κατηγορούμενο για τον εμπρησμό του βιβλιοπωλείου «ΙΑΝΟΣ», Παύλο Ανδρεάδη ή Άντρεεβ, η εισαγγελέας επισημάνανε ότι δεν βρισκόταν ούτε καν στην πορεία την επίμαχη ημέρα.
Αρχικά, οι δυο κατηγορούμενοι καθώς και άλλα πρόσωπα ενεπλάκησαν στην υπόθεση μέσω μίας ανώνυμης επιστολής ενώ εν συνέχεια υπήρχαν φωτογραφίες και μαρτυρίες οι οποίες φέρονταν να τους τοποθετούσαν στο σημείο των επεισοδίων. Βέβαια οι μαρτυρίες εν συνέχεια αναιρέθηκαν και στο ακροατήριο δεν υπήρξε κανένας μάρτυρας που να τους αναγνωρίζει ως δράστες των επιθέσεων. Επίσης η υπεράσπιση των κατηγορουμένων αμφισβήτησε μέσω και ειδικής πραγματογνωμοσύνης που προσκομίστηκε σήμερα την ταυτοποίηση μέσω φωτογραφιών του Θ. Σίψα με ένα εκ των δραστών του εμπρησμού της τράπεζας.
Οι απολογίες
Νωρίτερα, στο δικαστήριο, οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους αρνήθηκαν κάθε σχέση με τον εμπρησμό της Marfin. Ειδικότερα, ο Θ. Σίψας με δάκρυα στα μάτια, είπε στην απολογία του: «Αρνούμαι κατηγορηματικά τις κατηγορίες. Δηλώνω αθώος. Έχω καταδικάσει την επίθεση στην τράπεζα Marfin από το 2011. Ως άνθρωπος που αγωνίζεται για τη αντιεξουσια και την ελευθερία δε θα μου επέτρεπα να κάνω αυτό για αυτό που κατηγορούμαι». Ο κατηγορούμενος, διανομέας τροφίμων, περιέγραψε στην απολογία του το δρομολόγιο που ακολούθησε εκείνη την ημέρα από την στιγμή που άφησε την μοτοσυκλέτα του στο Πεδίο του Άρεως μέχρι και την ώρα που προσήχθη από τους αστυνομικούς την ώρα που βρισκόταν στο πάρκο της οδού Ναυαρίνου στα Εξάρχεια.
Ανάφερε χαρακτηριστικά: «Ξεκίνησα από το Πεδίο του Άρεως όπου άφησα και την μοτοσυκλέτα μου. Προχώρησα προς την οδό Πατησίων για να πάω στο Σύνταγμα. Σοκαριστικά με τον όγκο του κόσμου που υπήρχε εκείνη ημέρα(•••). Όταν αντιλήφθηκα καπνούς στην οδό Σταδίου, σταμάτησα να δω τι συμβαίνει στην τράπεζα Marfin.
Κάποια στιγμή ανέβηκα στο πεζοδρόμιο Άκουσα να φωνάζουν και να ζητάνε βοήθεια και να βγαίνουν πυκνοί καπνοί από το κτίριο. Έβλεπα κόσμο με μπουκάλια νερού να προσπαθεί να σβήσει φωτιά και αργότερα άκουσα να πέφτουν δακρυγόνα. Και τότε επειδή κατάλαβα ότι θα έρθουν και θα πλησιάσουν τα ΜΑΤ κατέβηκα προς το πεζοδρόμιο και προχώρησα προς το Σύνταγμα».
Ο 34χρόνος υποστήριξε πως εκείνη τη στιγμή σκέφτηκε πως θα μπορούσε να βοηθήσει τους υπαλλήλους της τράπεζας, δεν αντιλήφθηκε ωστόσο όπως τόνισε ότι κινδύνευε η ζωή τους.
Εισαγγελέας: Πόση ώρα μείνατε κοντά στο κτίριο της Marfin;
Κατηγορούμενος: Έμεινα ένα με δυο λεπτά εκεί,
Εισαγγελέας: Τότε ποια ήταν προσπάθεια να βοηθήσετε;
Κατηγορούμενος: Είπα ότι σκέφτηκα να τους βοηθήσω. Σκέφτηκα ότι θα έρθουν να μας επιτεθούν τα ΜΑΤ και κατέβηκα στο οδόστρωμα. Δεν είχα καταλάβει ότι κινδυνεύουν ζωές.
(…)
Σύνεδρος: Αναφέρεται πως έξω από κατάστημα ήταν κάποιος φίλος σας;
Κατηγορούμενος: Όχι μόνος μου ήμουν.
Σύνεδρος: Εσείς ανήκετε στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Μάθατε τι είχε γίνει; Ποιοι μπορεί να είναι; Από χώρο αυτόν ή είχαν παρεισφρήσει άλλα άτομα;
Κατηγορούμενος: Η άποψη που υπήρχε ήταν ότι είχε παρεισφρήσει άλλος κόσμος.
Σύνεδρος: Και τι κόσμος είναι αυτός ;
Κατηγορούμενος: Μπορεί να είναι φίλαθλοι, μεθυσμένοι, οτιδήποτε..
Κλείνοντας την απολογία του ο κατηγορούμενος είπε: « Όταν έλαβα γνώσεις για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζω ήταν το μεγαλύτερο σοκ της ζωής μου. Εγώ πήγα να βοηθήσω και τώρα με κατηγορούν για κάτι που δεν έχω πράξει και μάλιστα για ένα τόσο βαρύ έγκλημα».
«Δεν ήμουν στην πορεία»
Ο έτερος κατηγορούμενος Π. Ανδρεάδης ανέφερε στην απολογία του ότι δεν έχει καμία σχέση με την πορεία της 5ης Μαΐου 2011 αλλά και τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν εκείνη την ημέρα.
Στην απολογία του αρνήθηκε τις κατηγορίες για τον εμπρησμό του «Ιανού» λέγοντας, μεταξύ των άλλων: «Από πρώτη στιγμή αρνήθηκα την κατηγορία διότι δούλευα στον Διόνυσο εκείνη την ημέρα. Επειδή ήταν η γιορτή της μητέρας μου θυμάμαι κατά 90% τι έκανα».
Πρόεδρος: Πως αστυνομία έφτασε σε εσάς;
Κατηγορούμενος: Αυτό δεν το ξέρω, η αστυνομία το ξέρει.
Πρόεδρος: Ανήκετε σε κάποιο χώρο;
Κατηγορούμενος: Όχι σε κανένα. Έπεσα από τα σύννεφα όταν έμαθα για τι κατηγορούμαι.
Κλείνοντας την απολογία του ο κατηγορούμενος έδωσε συλλυπητήρια στους συγγενείς των θυμάτων και ανέφερε ότι θα ήθελε να βρεθούν οι «πραγματικοί ένοχοι».
Ανοίγει ξανά ο φάκελος
Νέα στοιχεία, ικανά να οδηγήσουν στην ταυτοποίηση των εμπρηστών της τράπεζας Marfin, τον Μάιο του 2010, φέρεται να έχει στη διάθεσή της η αστυνομία. Τα νέα ευρήματα διαβιβάστηκαν στην Εισαγγελία της Αθήνας, η οποία κατόπιν αξιολόγησής τους διέταξε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Έτσι, ο φάκελος της υπόθεσης, που μετά την παραπομπή σε δίκη και τελικά την αθώωση των δύο κατηγορουμένων είχε κλείσει οριστικά, επεστράφη στην ΕΛ.ΑΣ. για περαιτέρω έρευνα.
πολυ βρωμε ρε φιλε