Τις στιγμές που έζησε με τους συνεργάτες του Ραντουάν Φαΐν μέχρι την απόδρασή του από φυλακή κοντά στο Παρίσι περιέγραψε ο πιλότος του ελικοπτέρου που χρησιμοποιήθηκε θυμίζοντας σε πολλά την απόδραση του Βασίλη Παλαιοκώστα από τις φυλακές Κορυδαλλού.
Σύμφωνα με τον Στεφάν Μπουί οι δύο συνεργάτες του Φαΐν που έχει καταδικαστεί σε 25 χρόνια κάθειρξη για μια αποτυχημένη απόπειρα ληστείας το 2010 στην οποία σκοτώθηκε ένας αστυνομικός, αρχικά παρουσιάστηκαν ως υποψήφιοι μαθητές του.
Ο ένας από τους δύο ήταν περίπου 50 ετών και ο δεύτερος 20 λέει ο Μπούι. «Ήταν η δεύτερη ή η τρίτη φορά που τους έβλεπα. Είχαμε ήδη κάνει μια πτήση και πίστευα ότι επρόκειτο για έναν πατέρα που ήθελε να κάνει δώρο στον γιό του».
Οι δύο άνδρες έφτασαν στο προγραμματισμένο ραντεβού τους στις 9:30 το πρωί της περασμένης Κυριακής σε αεροδρόμιο κοντά στο Παρίσι. Αντί, όμως, για πτήση με ένα ελικόπτερο R44 Robinson που μπορούσε να μεταφέρει 4 άτομα, οι δύο άνδρες ζήτησαν μετ’ επιτάσεως το μάθημα να γίνει με ένα ελικόπτερο Alouette II που μπορεί να μεταφέρει 5 άτομα.
Όταν ο Μπουί τους είπε ότι το εν λόγω ελικόπτερο δεν είχε πολλά καύσιμα οι δύο άνδρες εξαγριώθηκαν. «Βρες γρήγορα καύσιμα, μου είπαν και μου άφησαν να καταλάβω ότι κινδυνεύει η οικογένειά μου».
«Η επόμενη οδηγία τους ήταν να ενημερώσω με ηρεμία τον πύργο ελέγχου ότι θα απογειωθούμε με κατεύθυνση νοτιοανατολικά. Αφού απογειωθήκαμε μου ζήτησαν να κάνω στάση σε ένα χωράφι για να ουρήσουν. Εκεί άλλαξαν όλα. Με έβγαλαν από το ελικόπτερο, με απείλησαν με όπλα, με χτύπηταν και μου αποκάλυψαν ότι ήθελαν να βγάλουν ένα φίλο τους από τη φυλακή και επομένως ήταν πολύ σημαντικό να κάνω σωστά τη δουλειά μου διαφορετικά η οικογένειά μου θα κινδύνευε καθώς κάποιος ήταν ήδη έξω από το σπίτι μου» συνεχίζει την περιγραφή του ο έμπειρος πιλότος.
Η επόμενη φάση της επιχείρησης προέβλεπε στο ελικόπτερο να μπουν και άλλοι ένοπλοι με τον Μπουί να τους ακούει και να μην τους βλέπει γιατί οι ένοπλοι τον είχαν αναγκάσει να κρατά σκυμμένο το κεφάλι του.
Ο εφιάλτης του, όμως, δεν σταμάτησε εκεί αλλά κορυφώθηκε όταν το ελικόπτερο δεν έλεγε να ξεκινήσει εκ νέου. «Αυτό τους εξαγρίωσε. Άρχισαν να με χτυπούν όλο και πιο δυνατά φωνάζοντας “βάλτο μπροστά” αλλά κάθε φορά που προσπαθούσα το κόκκινο λαμπάκι άναβε. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Τους πρότεινα να βγω έξω από το ελικόπτερο για να επιδιορθώσω τη βλάβη και τότε είδα τους κουκουλοφόρους επιβάτες μου (σ.σ. που στη συνέχεια θα έκαναν την επιχείρηση απόδρασης)».Η βλάβη όμως επέμενε και αυτό συνέχιζε να εξαγριώνει τους ενόπλους. «Ίσως να πίστευαν ότι ήταν μια σκηνοθετημένη βλάβη. Με χτύπησαν τόσο δυνατά που έχασα τις αισθήσεις μου. Με σήκωσαν ξανά όρθιο. Μετά από 5-6 απόπειρες τελικά ο κινητήρας πήρε μπροστά και απογειωθήκαμε».
Η εντολή που είχε από εκείνο το σημείο και μετά ήταν να πετάει χαμηλά «προφανώς για να μην γίνουμε αντιληπτοί από τα ραντάρ» μέχρι που φάνηκε η φυλακή.
«Τους ρώτησα τι να κάνω και αυτοί μου είπαν να περάσω πάνω από τη φυλακή και να προσγειωθώ σε μια τριγωνική αυλή μήκους 1,5 μέτρου. Ήταν μια κίνηση ακριβείας που έπρεπε να εκτελέσω αλλά αυτή είναι η ειδικότητά μου. Όταν οι οπλοφόροι έφυγαν, μαζί μου έμεινε ένας άνδρας που μου έδωσε εντολή να σηκωθώ περίπου 1,5 μέτρο, να κάνω μισή στροφή και μετά να κρατάω το ελικόπτερο σε ετοιμότητα λίγο πάνω από το έδαφος. Ήταν πολύ δύσκολο γιατί έπρεπε να μείνω 3 εκατοστά πάνω από το έδαφος για 10 λεπτά. Και τότε άρχισα να ανησυχώ ότι δεν θα έχουμε καύσιμα».
Αφού μπήκαν όλοι στο ελικόπτερο, ο Μπουί απογειώθηκε με τον Φαΐν, όπως περιγράφει, να είναι απόλυτα ήρεμος και τους συνεργούς του να ζητούν το ελικόπτερο να κατευθυνθεί προς το αεροδρόμιο Σαρλ Ντε Γκολ αλλά όχι στο ίδιο το αεροδρόμιο.
Η τελευταία εντολή που πήρε ο Μπουί ήταν να προσγειώσει το ελικόπτερο κοντά σε ένα πρατήριο υγρών καυσίμων ακούγοντας τους οπλοφόρους να μιλούν για πετρέλαιο και χλωρίνη.
Τελικά το ελικόπτερο βρέθηκε μερικώς καμμένο σε μια περιοχή νοτιοανατολικά της γαλλικής πρωτεύουσας με τον Μπουί να μεταφέρεται σε νοσοκομείο σε κατάσταση σοκ.
Όσο για τον Φαΐν παραμένει ασύλληπτος καθώς η επιχείρηση εντοπισμού του δεν έχει δώσει αποτελέσματα.