Στα τέλη των 50’s και στις αρχές των 60’s, η Ιταλία ζει το δικό της οικονομικό «θαύμα». Ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος, οι Ναζί, η ήττα, τα συμμαχικά στρατεύματα, η πείνα, οι άνθρωποι με τα κουρέλια και τα ορφανά παιδιά είναι πίσω, είναι μια κακή ανάμνηση.
Αυτά είναι τα χρόνια της οικονομικής έκρηξης, της χαράς, της επιθυμίας να απολαύσει κανείς ανέμελα τη ζωή, να ερωτευτεί, να διασκεδάσει. Να μαγευτεί.
«Kαλώς ήρθες στο Χόλιγουντ» -έτσι λέγεται πως καλωσόρισε ο Blake Edwards, τον Peter Sellers, όταν αυτός έφτασε στη Ρώμη, το 1961, για τα γυρίσματα του «Ροζ Πάνθηρα». «Μα… είμαστε στην Ιταλία..» απάντησε ο δεύτερος, λίγο μπερδεμένος. Ο σκηνοθέτης γέλασε «Αγαπητέ μου, το Χόλιγουντ είναι μια κατάσταση του μυαλού…»
To μυαλό και η θηριώδης καρδιά του σινεμά των ‘60΄s χτυπούσε στο «Χόλιγουντ του Τίβερη», την περίφημη Cinecittà: μια ολόκληρη πόλη-στούντιο, 73 πλατό, απλωμένα πάνω σε 400.000 τ.μ, στα προάστια της Ρώμης -έμπνευση του Βenito Mussolini, ο οποίος θεωρούσε τον κινηματογράφο, ως το αποτελεσματικότερο όπλο προπαγάνδας. Λόγω του χαμηλού εργατικού κόστους, αμερικανικές, ιταλικές, γερμανικές παραγωγές συνέρρεαν εκεί, γουέστερν, φτηνές κωμωδίες, θρησκευτικά έπη γυρίζονταν με το τσουβάλι….
H ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ DOLCE VITA
Λέγεται πως η ρωμαϊκή dolce vita «γεννήθηκε», σχεδόν 60 χρόνια πριν, στις 5 Νοεμβρίου 1958, στην trattoria «Rugantino», στο Τrastevere. Εκείνο το βράδυ, η Olghina di Robilant μια άφραγκη νεαρή κοντέσσα από την Βενετία, είχε τα γενέθλιά της και ο πλούσιος φίλος της, ο Peter Howard Vanderbilt, οργάνωσε στο εστιατόριο μια γιορτή με προσκεκλημένους μέλη του θεάματος και του jet set: καλλιτέχνες, συγγραφείς, σταρλετίτσες, δημοσιογράφους, το τυπικό party crowd της πόλης. Η Anita Ekberg, η Σουηδέζα σεξοβόμβα έφτασε στο «Rugantino» προς το τέλος της βραδιάς. Βλέποντας πως η ατμόσφαιρα ήταν μάλλον υποτονική, πρότεινε στην Aïché Nana, μια Τουρκάλα χορεύτρια που προσπαθούσε να κάνει καριέρα στο σινεμά, να γδυθεί και να χορέψει έναν χορό της κοιλιάς. Για να την παρασύρει, μάλιστα, έβγαλε τα παπούτσια της και χόρεψε τσα τσα ξυπόλητη, κατεβάζοντας τις τιράντες της. Η Νana με τη σειρά σηκώθηκε, στάθηκε στη μέση της πίστας, κι άρχισε να λικνίζεται αργά. Πάνω στ’αντρικά σακάκια που στρώθηκαν αμέσως στα πόδια της, άφησε τα ρούχα της να πέσουν ένα ένα. Ο κόσμος τριγύρω έπινε, χάζευε, τραγουδούσε, ούρλιαζε, οι φωτογράφοι δεν έπαυαν να τραβάνε πόζες. Το θέαμα ήταν πρωτόγνωρο και ερεθιστικό..
Ύστερα, κάποιος σκανδαλισμένος θαμώνας κάλεσε τις αρχές. Η αστυνομία έκανε έφοδο στο «Rugantino», συνέλαβε την ορχήστρα και την χορεύτρια για προσβολή δημοσίας αιδούς και κατέσχεσε τις φωτογραφικές μηχανές και τα φιλμ. Aλλά όχι όλα. Ο Τazio Secchiaroli, ο -μετέπειτα θρυλικός paparazzo- κατάφερε να «φυγαδεύσει» το υλικό του. Οι φωτογραφίες του δημοσιεύτηκαν στις 16 Νοεμβρίου 1958 στο περιοδικό «L’Espresso», προκαλώντας τεράστιο σκάνδαλο. Παρά τις υπερβολές της, η χώρα ήταν ακόμα ένα ευσεβές, χριστιανοδημοκρατικό, σεμνότυφο κράτος..
PAPARAZZO, TΡΑΒΑ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Secchiaroli είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως δημοσιογράφος, όμως στα ‘60΄s, ο κόσμος στην Ιταλία δεν ενδιαφερόταν για τις βαρετές ειδήσεις. Η φαντασία του μεγάλου, λαϊκού κοινού, τρεφόταν με φτηνό θέαμα, μυστικά, ψέματα, gossip, τον μύθο της «γλυκιάς ζωής», γύρω από τα καφέ της «αμαρτωλής» Via Veneto. Τα glossy περιοδικά και τα tabloids με τα κουτσομπολιά γύρω από τη ζωή των αστέρων, πουλούσαν -τότε- μισό εκατομμύριο αντίτυπα την εβδομάδα (!), oι δε εκδότες έδιναν «χρυσάφι» για μια είδηση-λαυράκι, ή για μια καλή, αποκλειστική φωτογραφία ενός σταρ. Και η Ρώμη ήταν το μόνο μέρος, όπου μπορούσες να τους βρεις όλους: την Αva Gardner με το τελευταίο της φλερτ, την Ιngrid Bergman με τον Roberto Rossellini, τον Richard Burton με την Εlizabeth Taylor, τον Οrson Welles και τον Clint Eastwood.
Έτσι, στα κλαμπ, στα εστιατόρια, στα καφέ, πίσω από τους celebrities, άρχισε να σέρνεται ένα νευρικό, θορυβώδες πλήθος: οι φωτορεπόρτερ. «Paparazzi» τους βάφτισε ο Federico Fellini, στο «La dolce vita», την εμβληματικότερη, ίσως, ταινία του με θέμα την εύπορη, αργόσχολη, παρηκμασμένη κοινωνία των καφέ της Ρώμης. Στο φιλμ, ο Marcello Mastroianni υποδύεται έναν δημοσιογράφο που γράφει τα «κοινωνικά» σε κάποια φτηνή φυλλάδα. O φίλος του, ο ενοχλητικός φωτορεπόρτερ (μια φιγούρα ουσιαστικά εμπνευσμένη από τον Τazio Secchiaroli) λέγεται Paparazzo.
O Εnio Flaiano, που έγραψε το σενάριο, μαζί με τον Fellini, λέει πως «δανείστηκε» το επίθετο από ένα ταξιδιωτικό βιβλίο που έτυχε να διαβάζει τον ίδιο καιρό, το «Βy the Ionian Sea» του George Gissing. Αλλά ο ίδιος ο Fellini, είχε πει πως έτσι φώναζαν ένα παιδικό του φίλο που του άρεσε να μιμείται το βουητό των εντόμων –«pappataci», στα ιταλικά είναι η σκνίπα. «Πάντα μου θύμιζε ένα ενοχλητικό, θορυβώδες έντομο, που πετάει γύρω σου, σου επιτίθεται ξαφνικά, σε τσιμπάει…»
Με τον ίδιο τρόπο, στις δρόμους γύρω από τη Via Veneto, οι paparazzi «βούιζαν» πάνω στις βέσπες και τις γρήγορες λαμπρέτες τους, τα δίτροχα που τους επέτρεπαν να τρέχουν γρήγορα από θέμα σε θέμα, να ελίσσονται, να ξεφεύγουν όταν τους καταδίωκαν. Σε μια τέτοια «εξόρμηση», ο Secchiaroli πέφτει πάνω στον έκπτωτο βασιλιά της Αιγύπου, Farouk, καθισμένο ανάμεσα σε δυό γυναίκες. Δυστυχώς -για κείνον- καμιά από τις δύο δεν είναι η γυναίκα του. Κλικ, κλικ, το φλας ανάβει. Ο Farouk εκρήγνυται, πετάει ένα τραπέζι, θέλει να σπάσει τη μηχανή.
Ένας άλλος paparazzo, ο Umberto Guidotti, απαθανατίζει τη σκηνή. Λίγο παρακάτω, ο Secchiaroli αιφνιδιάζει την Ava Gardner και τον Tony Franciosa να φιλιούνται στο σκοτάδι του «Βricktop Café». Άλλο σκάνδαλο -ο Franciosa είναι ακόμα παντρεμένος με την Shelly Winters. Μια άλλη νύχτα πιάνουν την Anita Ekberg, να βγάζει τραβώντας τον σύζυγό της, Antony Steel, έξω από ένα club, τύφλα στο μεθύσι. Όταν αντιλαμβάνεται πως τον φωτογραφίζουν, ο Steel επιτίθεται, με άγριες διαθέσεις, αλλά ο Secchiaroli συνεχίζει να τραβάει. Στο τέλος, ο μεθυσμένος ηθοποιός παραπατάει και σωριάζεται, φαρδύς-πλατύς στο πεζοδρόμιο. Οι φωτογραφίες, μοσχοπουλάνε. Είναι η στιγμή που οι φωτορεπόρτερ οι οποίοι έπαιρναν 3.000 λιρέτες για κάθε «στημένη» πόζα ενός celebrity, ανακάλυψαν πως μπορούσαν να κερδίσουν 200.000 λιρέτες ή και περισσότερο, για κάθε ενσταντανέ, που έδειχνε διάσημους ανθρώπους, σε απολύτως ιδιωτικές στιγμές. Στο εξής, το κυνηγητό θα είναι ανελέητο…
Οι paparazzi τσακώνουν τον γνωστό -παντρεμένο- καρδιοχειρουργό Christian Barnard να φιλιέται με άγνωστη νεαρή κοπέλα. Την «θλιμμένη πριγκίπισσα» Soraya αγκαλιά με τον σκηνοθέτη Franco Indovina. Τον Μichelangelo Antonioni, στα πράσα με μια ξανθιά ηθοποιό, μέσα στο αυτοκίνητό του. Μετά τη δημοσίευση των φωτογραφιών, η Monica Vitti, τον εγκαταλείπει. Το μεγαλύτερο scoop είναι αυτό που επιβεβαιώνει το «ρομάντζο του αιώνα», τον παράνομο δεσμό της Liz Taylor και του Richard Burton, που είχαν ερωτευτεί στα πλατό της «Κλεοπάτρας». Για να τραβήξει την φωτογραφία που έδειχνε το ζευγάρι να φιλιέται παθιασμένα στο κατάστρωμα ενός γιοτ, στις ακτές της Ίσκια, ο paparazzo Marcello Geppetti, χρειάστηκε να πηδήξει από έναν λόφο στην ταράτσα ενός ξενοδοχείου, λίγο μακρύτερα από κει που είχε ρίξει άγκυρα το πλεούμενο…
Η «ΓΛΥΚΙΑ ΖΩΗ» ΣΤΟ ΣΙΝΕΜΑ
Και ο Fellini που βρίσκεται; Εκεί, παραδίπλα, μπαινοβγαίνει μες στην Cinecittà με χαρτάκια και σημειώσεις σεναρίων στην τσέπη, κερνάει τους «ήρωες του δρόμου» φτηνό, κόκκινο κρασί και ζητάει να του πουν τις ιστορίες τους. Από τις δικές τους αφηγήσεις θα αντλήσει μπόλικο υλικό για την «La Dolce Vita» του. Σκηνές όπως αυτή του στριπτίζ, της βουτιάς της Ekberg στην Fontana di Trevi ή του θαύματος στην εξοχή, ήταν πραγματικά περιστατικά, που ο σκηνοθέτης «αντέγραψε» δημιουργικά.
Για παράδειγμα, το καλοκαίρι του 1958, το -μεγάλης κυκλοφορίας- περιοδικό «Tempo», δημοσίευσε ένα ειδησάριο σχετικό με δυό παιδιά που ισχυρίζονταν πως είχαν δει την Παναγία ανεβασμένη σε ένα δέντρο, στο χωριό Latteria di Maratta Alta, λίγο έξω από την Ρώμη. Ο Secchiaroli πήγε στη Latteria και «έστησε» μια σειρά φωτογραφιών γύρω από το -υποτιθέμενο- θαύμα, προκαλώντας φρενίτιδα, καθώς ο κόσμος άρχισε να σπεύδει μαζικά στο σημείο όπου είχε εμφανιστεί η Χάρη της, για να προσκυνήσει. Στο τέλος, το Βατικανό αναγκάστηκε να πάρει επίσημα θέση, βγάζοντας μια ανακοίνωση στην οποία έλεγε πως η Παναγία δεν ανεβαίνει σε δέντρα(!).
Όσο για το αυθεντικό μπάνιο της Ekberg στη Fontana di Trevi, αυτό δεν το απαθανάτισε ο Secchiaroli, αλλά ένας άλλος φωτογράφος, ο Pierluigi Praturlon. Σύμφωνα με τον αστικό μύθο είχε βγει για χορό με την ηθοποιό, στο Rancho Grande Night Club και γυρίζοντας σπίτι, ξημερώματα, εκείνη του ζήτησε να σταματήσει του δίπλα στην Fontana. Mετά, πριν προλάβει να την εμποδίσει, βγήκε από το αυτοκίνητο, σήκωσε το φόρεμά της και μπήκε μέσα στο νερό, για ανακουφίσει τα πονεμένα πόδια της. Ο Praturlon, ο οποίος δεν πήγαινε πουθενά χωρίς την αγαπημένη του Leica, άνοιξε τα μεγάλα φώτα του αμαξιού και «αιχμαλώτισε» τη σκηνή σε φιλμ. Ο Fellini, την είδε δημοσιευμένη στο περιοδικό «Tempo Illustrato». Και αργότερα, την έκανε μια από τις διασημότερες εικόνες του κινηματογράφου…
Η «La Dolce Vita» κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες το 1960 και Oscar Κοστουμιών ασπρόμαυρης ταινίας το ’62. Ο Fellini ήταν υποψήφιος για το βραβείο σεναρίου και σκηνοθεσίας αλλά δεν τα πήρε. Έτσι η αλλιώς, η ταινία σφράγισε την πορεία του, δημιουργώντας ένα αθάνατο σημείο αναφοράς για το ευρωπαϊκό σινεμά. Η ρωμαϊκή «γλυκιά ζωή» θα πίκριζε λίγα χρόνια αργότερα. Ο «κόκκινος Μάης» του ’68, οι φοιτητικές εξεγέρσεις, ο πόλεμος του Βιετνάμ, τα οργισμένα 70’s θα τα άλλαζαν όλα. To Rugantino έκλεισε. (Ειρωνεία: σήμερα, στη θέση του, στον αριθμό 40 της piazza Sonnino, βρίσκεται το στιβαρό υποκατάστημα μιας τράπεζας….).
Ακόμα και ο Tazio Secchiaroli έπαψε να παραμονεύει τους διάσημους. Μετά το ’62 δούλεψε ως προσωπικός φωτογράφος του Μastroianni και της Sophia Loren. Έχοντας πια το ελεύθερο μέσα στα στούντιο της Cinecittà παρέδωσε μια σειρά από υπέροχα celebrity πορτρέτα: τον Clint Eastwood ως μοναχικό cowboy στην έρημο, με τα κτίρια της Ρώμης πίσω του, Ρωμαίους λεγεωνάριους να διαβάζουν εφημερίδα στην Ostia, τον Fellini με τα ονειρικά του πλάσματα στο πλατό του «8 ½». Πέθανε το 1998, στα 73 του. Πολλά χρόνια πριν -και ακόμα περισσότερα πριν την έλευση των social media- είχε δηλώσει προφητικά, προειδοποιώντας τους διάσημους φίλους του: «Την ημέρα που οι φωτογράφοι δεν θα σας κυνηγούν, θα τους κυνηγήσετε εσείς…»