Τον Στράτο (τον) Τζώρτζογλου τον σεβόμαστε.
Και μόνο που κατάφερε -έστω και σε σίριαλ- να νταραβερίζεται ταυτόχρονα με τη Βάνα Μπάρμπα και τη Τζένη Μπότση αξίζει να του βγάλεις το καπέλο.
Αν και δεν ήταν όμως κωμικός, κατάφερε κάποτε να χαρίσει το γέλιο. Να ψυχαγωγήσει ένα κοινό πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό που χωρά ένα θέατρο.
Και να περάσει ένα απόγευμα δυσκολότερο κι απ’ το πρωινό που προσπάθησε να συγκρατήσει τη Βάσια Τριφύλλη, όταν εκείνη εξηγούσε έξαλλη στον Γκλέτσο ότι «οι φιλίες δεν χαλάνε για τα κόμματα, ρε μ…α».
Ήταν το απόγευμα που έγιναν τα γυρίσματα της «Φανέλας με το 9» στη Νέα Φιλαδέλφεια…
Για την 5η μόλις αγωνιστική του πρωταθλήματος 1988-89 η ΑΕΚ υποδεχόταν στο «Νίκος Γκούμας» τον Εθνικό.
Με δυο ήττες στα τέσσερα πρώτα ματς (και παρόλο που είχε μεσολαβήσει ένα μεγάλο διπλό επί του Παναθηναϊκού) περιθώρια γι’ άλλες απώλειες δεν υπήρχαν.
Παρόλο λοιπόν που η ανακοίνωση από τα μεγάφωνα ότι το «τριφύλλι» γκέλαρε στο ΟΑΚΑ (φέρνοντας 2-2 με τον Απόλλωνα Αθηνών) είχε φέρει χαμόγελα, ήταν εμφανής στην ατμόσφαιρα η ανάγκη να μη «στραβώσει» κι άλλο παιχνίδι.
Και η εξέλιξη των πρώτων 45 λεπτών παρείχε όλες τις προϋποθέσεις για να συμβεί αυτό:
Μέτρια απόδοση της ΑΕΚ, αποτελεσματική άμυνα από τους φιλοξενούμενους και ένας τερματοφύλακας (Δοξάκης) να δείχνει ικανός να κατεβάσει ρολά.
Ενώ λοιπόν τα πρώτα σύννεφα άγχους είχαν αρχίσει ήδη να μαζεύονται πάνω από τη Φιλαδέλφεια, με το σφύριγμα κιόλας του ημιχρόνου αρχίζουν κάποιες… ασυνήθιστες διεργασίες στον αγωνιστικό χώρο:
Κάμερες, συνεργεία, παρατρεχάμενοι και ένα τσούρμο περίεργοι τύποι με κιτρινομπλέ και άσπρες εμφανίσεις να ορμάνε στο γήπεδο.
Ήταν γνωστό ότι το μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα «Η φανέλα με το 9» θα γινόταν ταινία, αλλά δεν ήταν γνωστό ότι τα γυρίσματα για το ποδοσφαιρικό της κομμάτι θα γίνονταν στο «Νίκος Γκούμας».
Κάτι που (ειδικά από τη στιγμή που η ομάδα δυσκολευόταν να καθαρίσει το ματς) δεν θεωρήθηκε ακριβώς καλός οιωνός από την εξέδρα.
«Ο κόσμος θεώρησε κακή συγκυρία για την ομάδα το γύρισμα και μας γιουχάιζε απ’ την στιγμή που πατήσαμε στον αγωνιστικό χώρο. Στο ημίχρονο και ενώ το σκορ στον πραγματικό αγώνα ήταν 0-0, όλοι μας κοιτούσαν με μισό μάτι. Ένιωθα σαν τον Σπάρτακο που οι Ρωμαίοι ζητούσαν να πεθάνει», έχει περιγράψει το σκηνικό ο ίδιος ο Στράτος Τζώρτζογλου.
Υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες λοιπόν, ο Μπιλ Σερέτης (όπως ονομαζόταν ο πρωταγωνιστής της ταινίας) έπρεπε να εκτελέσει εύστοχα ένα πέναλτι.
Μόνο που αυτό το «εύστοχα» δεν αποδείχθηκε τελικά τόσο εύκολο, όσο συμβαίνει συνήθως στα κανονικά παιχνίδια.
Γιατί ο Τζώρτζογλου έστησε την μπάλα, σούταρε στη δεξιά γωνία (όπως του είχε ζητήσει ο σκηνοθέτης, Παντελής Βούλγαρης) αλλά εκείνη δεν κατέληξε, όπως προέβλεπε το σενάριο, στα δίχτυα.
Κατά τον ίδιο πέρασε σύριζα άουτ, κατ’ άλλες μαρτυρίες η μπάλα παραλίγο να φτάσει στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας πίσω από τη σκεπαστή.
Όπως και να ‘χει, λίγη σημασία είχε. Περισσότερο μετρούσε ότι η εξέδρα (από ‘κει που ήταν αρνητικά προκατειλημμένη) είχε αρχίσει να το διασκεδάζει.
Και δεν έχασε την ευκαιρία να «γλεντήσει» τον πρωταγωνιστή…