Εναν χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας ενίσχυσαν ελάχιστα το δημόσιο σύστημα υγείας. Να γιατί γέμισαν τα κρεβάτια, παρότι δεν υπάρχει έξαρση
Ένας χρόνος έχει περάσει από την έναρξη της πανδημίας του κορωνοϊού στη χώρα, με τον αριθμό των ΜΕΘ στα νοσοκομεία της Αττικής να μοιάζει πολύ μικρός για να καλύψει τις ανάγκες της μεγαλύτερης Περιφέρειας στη χώρα. Ειδικά σε μια περίοδο που οι νέες νοσηλείες σπάνε καθημερινά το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο.
Συγκεκριμένα, στην Αττική αυτή τη στιγμή είναι διαθέσιμες μόλις 229 κλίνες ΜΕΘ, αριθμός μικρός για τις απαιτήσεις του λεκανοπεδίου. Μάλιστα, τον Οκτώβριο οι κλίνες ΜΕΘ για Covid στην Αττική ήταν 126. Αυτό σημαίνει ότι μετά τη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος και τις τραγικές συνέπειές του η μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας βρίσκεται στο τρίτο κύμα με μόλις 100 κλίνες ΜΕΘ παραπάνω. Και από αυτές οι περισσότερες προέρχονται από δωρεές…
Πάντως, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της κυβέρνησης να πείσει ότι το σύστημα υγείας είναι έτοιμο απέναντι στο τρίτο κύμα και ότι έχει ενισχυθεί με 240 κλίνες ΜΕΘ στην Αττική, η πραγματικότητα τη διαψεύδει. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «δημοκρατίας», στα νοσοκομεία του λεκανοπεδίου έως χθες ήταν διαθέσιμες 217 κλίνες ΜΕΘ.
Την Πέμπτη προστέθηκαν 10 κλίνες στο Αττικό και 2 στο Θριάσιο. Βέβαια, αυτό συνέβη έπειτα από μετατροπή κλινών γενικών παθήσεων σε Covid, μεταφορά ασθενών με άλλα νοσήματα και μεταθέσεις γιατρών από άλλα νοσοκομεία.
Άρα συνολικά η Αττική σήμερα έχει 229 διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ και όχι 240… Και, φυσικά, αυτός ο αριθμός ουδεμία σχέση έχει με τις εντυπώσεις που προσπαθούν μήνες τώρα να δημιουργήσουν τα κυβερνητικά στελέχη και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, που γενικώς αναφερόταν σε 1.200 ΜΕΘ πανελλαδικά, αλλά συμπεριελάμβανε αυτές των ιδιωτικών και των στρατιωτικών νοσοκομείων. Και πάλι, βέβαια, αυτοί οι αριθμοί δεν φαίνεται να προκύπτουν.
Επίσης, έπειτα από εντολή του διοικητή της 2ης ΥΠΕ, οι υγειονομικές μονάδες αναπτύσσουν επιπλέον κλίνες ΜΕΘ χρησιμοποιώντας κρεβάτια από Εντατικές γενικών παθήσεων, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις.
Ήδη το υπουργείο Υγείας έχει έρθει σε συμφωνία με τις ιδιωτικές κλινικές, ώστε να συνδράμουν το ΕΣΥ. Ωστόσο αυτό θα γίνει μόνο για γενικές παθήσεις και όχι για ασθενείς Covid.
Όπως δήλωσε στη «δημοκρατία» ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλης Γιαννάκος, δεν προετοιμάστηκε σωστά το σύστημα υγείας ούτε στο δεύτερο κύμα, ούτε τώρα. «Έχουν παραδοθεί 30 κρεβάτια στο ΚΑΤ από δωρεά του Ιδρύματος ‘Σταύρος Νιάρχος’, τα οποία θα έπρεπε να λειτουργούν όλα. Όμως αυτή τη στιγμή λειτουργούν επτά και η προοπτική είναι μόνο για 15».
Παράλληλα, ο κ. Γιαννάκος μίλησε και για την αναγκαιότητα πρόσληψης προσωπικού: «Έπρεπε να υπήρχε έτοιμο προσωπικό για να στελεχώσει τις ΜΕΘ. Τώρα, όταν ένα νοσοκομείο δεν έχει ελεύθερη Εντατική, καθυστερούν να διασωληνώσουν τον ασθενή. Θα αρχίσουν σταδιακά να πεθαίνουν άνθρωποι εκτός ΜΕΘ. Δεν γίνεται ακόμα, υπάρχει διαθεσιμότητα, αλλά θα φτάσουμε σε καταστάσεις Θεσσαλονίκης. Είναι οριακά τα πράγματα».
Αγώνας δρόμου για να μην «πέσει» το σύστημα Υγείας
Υπό ασφυκτική πίεση βρίσκονται οι ΜΕΘ για Covid στα νοσοκομεία αναφοράς για κορωνοϊό, τη στιγμή που συμπληρώνουμε σχεδόν έναν χρόνο πανδημίας στη χώρα.
Ειδικότερα, στην Αττική, τη μεγαλύτερη περιφερειακή ενότητα της χώρας, η πληρότητα ξεπερνά το 80%, με τις νέες εισαγωγές καθημερινά να αποτελούν σοβαρό «πονοκέφαλο», καθώς είναι ο μεγάλος… εχθρός των ανθρώπων του συστήματος υγείας. Μάλιστα, σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, η πληρότητα στο λεκανοπέδιο έχει φτάσει το 88%, με τις κενές κλίνες να είναι μόλις 27!
Η κατάσταση είναι χειρότερη από την περίοδο Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου, όταν και είχαμε την έξαρση του δεύτερου κύματος και η πληρότητα έφτανε πανελλαδικά περί το 90%. Σύμφωνα με πηγές της «δημοκρατίας», τότε το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπιζόταν στη Θεσσαλονίκη, γεγονός που έδινε «ανάσες» στα νοσοκομεία της Αττικής, καθώς ήταν εφικτό να μεταφερθούν ασθενείς από τη συμπρωτεύουσα στο λεκανοπέδιο για νοσηλεία. Τώρα, κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο, με τις συνέπειες σε ενδεχόμενη κατάρρευση των νοσοκομείων της Αττικής να είναι καταστροφικές.
Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με ασφαλείς πληροφορίες, τη συγκεκριμένη περίοδο, σε αρκετά νοσοκομεία της πρωτεύουσας «ανέβαζαν» το ποσοστό πληρότητας των ΜΕΘ, ώστε να φοβηθούν οι πολίτες, να τηρήσουν τα μέτρα και να μην καταρρεύσει το σύστημα υγείας. Σήμερα, όμως, τα ποσοστά που ακούμε είναι πραγματικά…
Η «δημοκρατία» επικοινώνησε με τους καθ’ ύλην αρμοδίους, τους ανθρώπους που έχουν την πιο σαφή εικόνα για την κατάσταση στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Ανοίγουμε τον «φάκελο ΜΕΘ», για να έρθει στο φως όλη η αλήθεια για την κατάσταση που επικρατεί και μέχρι πού φτάνουν οι αντοχές του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Ντάγανου: Τεράστια η πίεση στο «Σωτηρία»
Ένα από τα νοσοκομεία που έχουν δεχτεί το μεγαλύτερο βάρος της πανδημίας στην Αττική είναι το «Σωτηρία». Η διευθύντρια της ΜΕΘ Μαρία Ντάγανου μεταφέρει στη «δημοκρατία» την κατάσταση που επικρατεί, ενώ δεν κρύβει την αισιοδοξία της για σύντομη κάμψη στους αριθμούς των διασωληνωμένων.
«Δεχόμαστε μεγάλη πίεση αυτόν τον καιρό, είναι σχεδόν γεμάτες οι ΜΕΘ» αναφέρει αρχικά η κυρία Ντάγανου και διευκρινίζει: «Από τις 84 κλίνες, οι κενές είναι λιγότερες από 4».
Ωστόσο, η διευθύντρια της ΜΕΘ του «Σωτηρία» εξέφρασε την αισιοδοξία της ότι τα μέτρα που βρίσκονται σε ισχύ θα δείξουν αποτελέσματα στον αριθμό των ασθενών που νοσηλεύονται στις Εντατικές την επόμενη εβδομάδα. «Ο αριθμός των διασωληνωμένων ανακλά την εικόνα που βλέπουμε στα κρούσματα 10 ημέρες πριν. Θεωρώ ότι η εφαρμογή των επιπρόσθετων μέτρων θα αρχίσει να δείχνει αποτελέσματα σε περίπου μία εβδομάδα».
Το θέμα, πάντως, σύμφωνα με την κυρία Ντάγανου, είναι οι ασθενείς που ήδη νοσηλεύονται στις Εντατικές, καθώς ένα 10%-15% αυτών συνήθως καταλήγει. «Ο αριθμός των διασωληνωμένων είναι ήδη αυξημένος – στην 1η ΥΠΕ δεχόμαστε τη μεγαλύτερη πίεση».
«Η Αθήνα πληρώνει ότι δεν έχει αναπτύξει ανοσία»
Την εμπειρία του μας μετέφερε και ο Νικόλαος Καπραβέλος, διευθυντής της ΜΕΘ στο Νοσοκομείο «Παπανικολάου της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου αντιμετώπισαν τη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος, το οποίο άφησε πίσω του τραγικά αποτελέσματα.
Το δεύτερο κύμα ανάγκασε την 3η και την 4η ΥΠΕ (οι αρμόδιες για τη Β. Ελλάδα) να αναπτύξουν κλίνες Εντατικής, οι οποίες, όμως, σύμφωνα με τον κ. Καπραβέλο, είναι πάνω από τις δυνατότητές τους. Δηλαδή, είναι δύσκολο να θεωρηθούν ΜΕΘ με όλες τις απαιτούμενες προδιαγραφές. «Οι ΜΕΘ δεν είναι απλά ένας θάλαμος με αναπνευστήρες και μόνιτορ. Είναι ένας ολόκληρος μηχανισμός με συγκεκριμένες προδιαγραφές, που περιγράφονται σε απόφαση του ΚΕΣΥ και δεν έχει γίνει ποτέ πράξη της Πολιτείας – έχει μείνει στα χαρτιά. Επομένως, ό,τι κλίνες έχουν αναπτυχθεί δεν έχουν τις απαιτούμενες προδιαγραφές, ενώ δεν έχουν και την απαιτούμενη στελέχωση».
Συνεπώς, ο κ. Καπραβέλος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πληρότητα που αναφέρεται είναι πλασματικός αριθμός. «Οι δυνατότητές μας είναι λίγες. Στην πραγματικότητα, η πληρότητα στη Θεσσαλονίκη δεν είναι 35%-40%, αλλά 60%-70%».
Παρόλο, πάντως, που το ιικό φορτίο παραμένει σε υψηλά επίπεδα στη συμπρωτεύουσα, η κατάσταση δεν θυμίζει αυτήν του Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου. Αυτό, σύμφωνα με τον διευθυντή της ΜΕΘ του «Παπανικολάου», συμβαίνει για δύο λόγους: Αφενός διότι πλέον νοσούν μικρότερες ηλικίες, αφετέρου γιατί η Θεσσαλονίκη έχει αποκτήσει ένα είδος φυσικής ανοσίας.
«Στο δεύτερο κύμα νόσησαν κυρίως ηλικιωμένοι. Τώρα, που νοσούν νεότεροι, έχουν ελαφριά συμπτωματολογία και δεν χρειάζεται η διακομιδή τους σε ΜΕΘ. Επίσης, έχει υποτιμηθεί η φυσική ανοσία που έχει αναπτυχθεί στην κεντρική Μακεδονία την περίοδο του δεύτερου κύματος, με την έννοια ότι πάρα πολλοί νόσησαν. Ο εμβολιασμός είναι ακόμα σε χαμηλά επίπεδα και γι’ αυτό αναφερόμαστε σε ανοσία της τάξης του 3%-4%. Δεν παίρνουμε, όμως, υπόψη τη νόσηση – μπορεί η ανοσία να είναι στο 10%-15% στη Θεσσαλονίκη. Δεν γίνονται, όμως, δειγματοληπτικοί έλεγχοι για να το δούμε».
Το τελευταίο είναι και η βασική αιτία της πίεσης στα νοσοκομεία της Αττικής. Ο κ. Καπραβέλος τονίζει ότι στο δεύτερο κύμα η Αθήνα προφυλάχθηκε περισσότερο, με αποτέλεσμα να μην έχει αναπτυχθεί η ανοσία που έχει τώρα η Βόρεια Ελλάδα.
Ωστόσο, εκτιμά ότι η κατάσταση θα ελεγχθεί, ενώ, αν δεν γίνει, οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές. «Τα μεγέθη είναι ασύλληπτα. Η Θεσσαλονίκη δεν θα μπορούσε να καλύψει την Αθήνα, ενώ το αντίστροφο θα ήταν εφικτό, διότι ο αριθμός των κλινών στην πρωτεύουσα είναι πολύ μεγαλύτερος».
Τέλος, ο κ. Καπραβέλος έκανε έκκληση για μέτρα στη Θεσσαλονίκη, ώστε να σπάσει η «αλυσίδα» μετάδοσης και να μη δεχθούν νέα πίεση οι ΜΕΘ της πόλης. «Μπορούμε να το ελέγξουμε με την ανοσία και τα εμβόλια. Το φωνάζουμε για την ενδοοικογενειακή μετάδοση, λόγω των σχολείων. Έχουμε ανιχνεύσει θανάτους, όπου μολύνθηκαν πρώτα τα παιδιά, χωρίς συμπτώματα, αλλά μετέδωσαν τον ιό σε συγγενείς. Δεν μας ακούνε, όμως… Είναι και τα ΜΜΜ, όπου πρέπει να παρθούν μέτρα. Εμείς λέμε τρία πράγματα: να μην έχουμε επιθετική αύξηση κρουσμάτων, να μην κάνουμε ολικό lockdown και να μπούμε σε εφεδρεία, σε περίπτωση που χρειαστεί βοήθεια η Αθήνα. Γκρινιάζουμε 10 μέρες για νέα μέτρα».
Παγώνη: Αναμένουμε κι άλλο μόνιμο προσωπικό
Από τη μεριά της, η πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών – Πειραιά Ματίνα Παγώνη ανέφερε στη «δημοκρατία» ότι ευελπιστούν για αποκλιμάκωση στις ΜΕΘ την επόμενη εβδομάδα, ενώ περιμένουν και νέο μόνιμο προσωπικό για να στελεχώσει το σύστημα Υγείας.
Η κυρία Παγώνη τονίζει ότι η Αττική έχει υψηλό ιικό φορτίο και είναι λογική η πίεση που παρατηρείται αυτή την εποχή. «Γίνεται μια προσπάθεια μέχρι την άλλη εβδομάδα, που είναι τα ισχύοντα μέτρα, για να δούμε τι γίνεται και να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε. Θα πρέπει να υπάρχουν αποτελέσματα από το lockdown στους διασωληνωμένους, καθώς είναι για όλους δύσκολο, για τα σχολεία, για την οικονομία κ.λπ. Βέβαια, είναι νωρίς ακόμα, θα αξιολογηθούν όλα και θα παρθούν οι αντίστοιχες αποφάσεις».
Πάντως, η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ εξέφρασε την πεποίθησή της ότι το σύστημα Υγείας θα ενισχυθεί, καθώς αναμένεται η παρουσίαση νέου μόνιμου προσωπικού. «Περιμένουμε τις θέσεις που είχαν προκηρυχθεί. Καθυστερούν να παρουσιαστούν, και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει. Να παρουσιαστούν οι εργαζόμενοι για να ενισχυθεί το σύστημα με γιατρούς και νοσηλευτές όσο περισσότερο γίνεται».
Ρέτζιου: Ελλιπής η αναλογία προσωπικού ανά κρεβάτι
Η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), Αφροδίτη Ρέτζιου μεταφέρει μέσω της «δημοκρατίας» τα αιτήματα των γιατρών για την κατάσταση στις ΜΕΘ.
«Πρώτον, πρέπει να αναπτυχθεί ο αναγκαίος αριθμός ΜΕΘ και ΜΑΦ που έχει ανάγκη η χώρα μας, με βάση τις οδηγίες του ΠΟΥ. Δεύτερον, η στελέχωση πρέπει να γίνει με βάση τους κανόνες ασφαλείας. Η αναλογία γιατρών / νοσηλευτών ανά κρεβάτι είναι κάτω από το προβλεπόμενο – και δεν είναι μόνο το νοσηλευτικό προσωπικό, είναι και άλλοι, ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν σωστά. Τρίτον, οι συνάδελφοι που έχουν βάλει υποψηφιότητα για διορισμό σε ΜΕΘ να διοριστούν με κατεπείγουσες διαδικασίες, είτε είναι επιτυχόντες είτε επιλαχόντες. Αυτό δεν φαίνεται να προχωρά, παρότι είχαν κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Τέταρτον, ακούμε να ανοίγουν ΜΕΘ, αλλά ένα κρεβάτι και ένας αναπνευστήρας δεν κάνουν κρεβάτι ΜΕΘ. Χρειάζονται οι απαιτούμενες προδιαγραφές. Πέμπτον, δεν είναι μόνο οι μονάδες Covid. Σε ολόκληρο το λεκανοπέδιο υπάρχει μία ΜΕΘ για εγκαύματα, στο Θριάσιο και έχει μετατραπεί σε Covid, σε μια περιοχή όπου υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για εργατικό ατύχημα. Πού θα πάνε τυχόν εγκαυματίες;»
Τέλος, η κυρία Ρέντζιου τόνισε ότι το γεγονός πως μειώθηκαν κατά 80% τα χειρουργεία αποτελεί ομολογία ότι δεν έχουμε τις απαιτούμενες ΜΕΘ.