Θα ενίσχυαν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις οι Βρετανοί στην Κύπρο για να σταματήσουν προέλαση των Τούρκων τον Αύγουστο του 1974, έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη των Ηνωμένων Πολιτειών; Αυτό δεν έγινε βέβαια ποτέ και η Τουρκία προχώρησε στη δεύτερη φάση της εισβολής τον Αύγουστο.
Ενθάρρυνση προς την Αθήνα
Ωστόσο, αυτή την εντύπωση είχε δώσει στη Γενεύη, στη διάρκεια των συζητήσεων ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Τζέιμς Κάλαχαν, στον έλληνα ομόλογό του, Γεώργιο Μαύρο.
Ο τελευταίος ρωτήθηκε, μάλιστα, από τον βρετανό αξιωματούχο κατά πόσο και η Ελλάδα θα μπορούσε να ενισχύσει τις στρατιωτικές της δυνάμεις στο νησί, γεγονός που εκλήφθηκε από τον κ. Μαύρο ως ενθάρρυνση προς την Αθήνα από τους Βρετανούς.
{Στις 20 Ιουλίου 1974 η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και εντός τριών ημερών κατέλαβε περίπου το 3% από το βόρειο κομμάτι του νησιού με τη γνωστή επιχείρηση [«Αττίλα 1»]. Στις 23 Ιουλίου κηρύχθηκε εκεχειρία και ακολούθησαν δύο γύροι διαβουλεύσεων στη Γενεύη μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών. Στις 14 Αυγούστου, οι συνομιλίες της Γενεύης κατέρρευσαν και η Τουρκία ξεκίνησε δεύτερη επιχείρηση [«Αττίλας 2»] κατά την οποία κατέλαβε το 36,2% του νησιού)}.
Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών έκανε ένα ακόμη βήμα, αποκαλύπτοντας προς τον Κάλαχαν ότι η χώρα του είχε πρόθεση να στείλει μια επίλεκτη μεραρχία στην Κύπρο. Ολα αυτά περιέχονται σε απόρρητο πρακτικό, το οποίο κρατείτο στη διάρκεια συνάντησης των αντιπροσωπειών Ελλάδος και Κύπρου, στη Γενεύη, την 11η Αυγούστου 1974. Στη διάρκεια της συναντήσεως ο κ. Μαύρος ενημέρωνε ενδελεχώς τους κύπριους εκπροσώπους.
«Δεν μπορώ να θυσιάσω την Ελλάδα»
Επί του θέματος της αποστολής ενισχύσεων από ελλαδικής πλευράς, πρέπει να σημειωθεί το εξής, πριν επανέλθουμε στα πρακτικά της Γενεύης. Σημειώνεται συναφώς πως επιστρέφοντας μέσω Αθηνών στην Κύπρο, ο Γλαύκος Κληρίδης συνάντησε τον τότε πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ο Γλαύκος Κληρίδης, σύμφωνα με μαρτυρία του Πόλυ Πολυβίου (κύπριος δικηγόρος, μέλος της Ελληνοκυπριακής Αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη της Γενεύης το 1974) στο ΡΙΚ, ρώτησε τον Καραμανλή κατά πόσο θα σταλούν στρατιωτικές δυνάμεις στην Κύπρο για αποτροπή προέλασης. Δεν του ζητήθηκε να εμπλακεί η Ελλάδα σε πόλεμο, αλλά να σταλεί αποτρεπτικό μήνυμα προς την Αγκυρα.
Η απάντηση ήταν αρνητική και απόλυτη. «Δεν μπορώ να θυσιάσω την Ελλάδα για την Κύπρο. Είστε μόνοι σας», φέρεται να είπε ο Καραμανλής. Οταν δε του υποδείχθηκε ότι ο κ. Μαύρος είχε αναφερθεί σε αποστολή ενισχύσεων, ο Καραμανλής υπέδειξε πως αυτός αποφασίζει.
Το θέμα της ενίσχυσης της Κύπρου τέθηκε στον Καραμανλή και στις 8 Αυγούστου από τον Κληρίδη, καθ’ οδόν προς τη Γενεύη, υποδεικνύοντας πως η Διάσκεψη δεν είχε προοπτική να πετύχει. Ο Καραμανλής ήταν αρνητικός, αλλά επιφυλάχθηκε να το σκεφτεί, σύμφωνα με μαρτυρία του Πόλυ Πολυβίου.
Στο πρακτικό, λοιπόν, και με την ένδειξη άκρως απόρρητο και τίτλο Συνάντηση λαβούσα χώραν την 11.8.74 μεταξύ ελληνικής αντιπροσωπείας και της ελληνοκυπριακής αντιπροσωπείας στη Γενεύη, παρόντες ήταν από ελλαδικής πλευράς, Μαύρος, Μπίτσιος, Τζούνης, Πολίτης και άπαντα τα μέλη της ελληνοκυπριακής αντιπροσωπείας: Γλαύκος Κληρίδης, Τάσσος Παπαδόπουλος, Κρίτων Τορναρίτης, Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης. Οπως συναφώς αναφέρεται, σκοπός της συνάντησης ήταν η ανασκόπηση της πορείας των εξελίξεων και ενημέρωση για τις επαφές. Περισσότερο φέρεται να μιλούσε ο Μαύρος, που ενημέρωνε.
Με «τη σύμφωνο γνώμη των Ηνωμένων Πολιτειών»
Ο κ. Μαύρος όχι στην αρχή της ενημέρωσης αλλά περίπου στο μέσο, ανακοίνωσε ότι κατά τις συνομιλίες του με τον βρετανό ομόλογο του «εσχημάτισε την εντύπωση ότι η Βρετανία εξασφαλίσασα και τη σύμφωνο γνώμη των Ηνωμένων Πολιτειών, προσανατολίζεται εις την άποψιν όπως αναμιχθεί εντονότερον ως εγγυήτρια δύναμις εις τα εν Κύπρω συμβαίνοντα και προς τούτο ενισχύει τας εν Κύπρω αεροπορικάς και άλλας δυνάμεις της διά το ενδεχόμενο στρατιωτικής υποστηρίξεως προσπαθειών δι΄ ανακοπήν της περαιτέρω επεκτάσεως της τουρκικής εισβολής.
»Ανέφερεν επίσης ότι κατά τη συνάντηση, ο κ. Κάλαχαν ηρώτησεν αυτόν επί των δυνατοτήτων της Ελλάδος όπως τοποθετήση εν Κύπρω ηυξημένας στρατιωτικάς δυνάμεις, όπερ ο κ. Μαύρος ερμηνεύει ως έμμεσον ενθάρρυνσιν της Ελλάδος προς απόβασιν στρατιωτικών δυνάμεων εν Κύπρω με πιθανήν αεροπορική κάλυψιν του Ενωμένου Βασιλείου. Εις τοιούτο ενδεχόμενον ο κ. Μαύρος απεκάλυψεν ότι η Ελλάς προτίθεται να τοποθετήση δυνάμεις μιας επιλέκτου μεραρχίας».
Στη διάρκεια της ίδιας ενημέρωσης, αναφέρεται πως «επί του θέματος της επιστροφής Τούρκων εις τας περιοχάς τας οποίας ελέγχουν Ελληνοκυπριακαί δυνάμεις, απεφασίσθη όπως, προς εκδήλωση καλής θελήσεως και προς αφαίρεσιν παρά των Τούρκων του προσχήματος ότι η Ελλάς δεν εφαρμόζει την παράγραφο 3 (β) της διακηρύξεως της Γενεύης κατά τη σημερινήν συνεδρίαν, δηλωθή προς την Τουρκία η πρόθεση της Ελλάδος όπως χωρήση εις την σταδιακήν εφαρμογή της παραγράφου 3 (β) αρχής γενομένης εκ τινών χωρίων εις την νότιαν περιοχήν της Κύπρου συμφώνως αξιολογήσεως δοθείσης υπό του ΓΕΕΦ. Η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία προέβαλε τας κάτωθι επιφυλάξεις:
Οι επιφυλάξεις
(α) Όπως παραλλήλως προβληθή απαίτησις παρομοίας επιστροφής Ελληνοκυπρίων εις τας περιοχάς της εισβολής και δη τους κατοικημένους χώρους οίτινες κατελήφθησαν υπό των Τούρκων μετά την 30/7/74.
(β) Όπως εν περιπτώσει επιστροφής των Τούρκων διασφαλισθή η απόλυτος ελευθερία διακινήσεως των Ελληνοκυπρίων διά των εν λόγω περιοχών και ότι εις τα περιοχάς αυτάς θα εγένετο επί του παρόντος μόνον αστυνόμευσις υπό των Τούρκων άνευ αμυντικής ενισχύσεως των.
(γ) Όπως η επιστροφή των Τούρκων εξαρτηθή εκ της ικανότητος της δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών να παρέχη εις τα περιοχάς αυτάς παρουσίαν και προστασίαν.
Η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία υπέδειξε περαιτέρω όπως η άμεσος έμπρακτος εφαρμογή της επιστροφής των Τουρκοκυπρίων εξαρτηθεί εκ της προθυμίας των Τούρκων να δεχθούν παράλληλον επιστροφή Ελληνοκυπρίων, επί του παρόντος, υπό την προστασία των Ηνωμένων Εθνών.
(δ) Το θέμα των αιχμαλώτων συνεπληρωθή ήδη υπό των Επιτροπών και ως υπολογίζεται η εφαρμογή της ανταλλαγής θα αρχίση εντός της σήμερον.
(ε) Επί του θέματος του αερολιμένος υπεβλήθη όπως επακολουθήσουν περαιτέρω συνεννοήσεις μετά της Ελληνοκυπριακής Αντιπροσωπείας εν όψει εγειρομένων περιπλοκών παρεμφορών θεμάτων ως δικαιώματα πτήσεως κτλ.
Ελλάδα και Κύπρος σχεδίαζαν προσφυγή στα Ηνωμένα Εθνη
Στη συνάντηση ο κ. Μαύρος είχε αναφέρει προς την κυπριακή αντιπροσωπεία πως εκείνη την ημέρα θα διεξάγονταν μεμονωμένες συναντήσεις αντιπροσωπειών ή επιτροπών. Επισήμανε δε πως στην τριμερή συνάντηση των εγγυητριών δυνάμεων «επρόκειτο να συζητηθούν» τα εξής:
Α) Το θέμα της ανταλλαγής αιχμαλώτων.
Β) Το θέμα της επιστροφής Τούρκων εις θυλάκους κατεχόμενους υπό της ελληνοκυπριακής πλευράς και
Γ) Πιθανώς το θέμα της κυκλοφορίας του αερολιμένως Λευκωσίας.
Από αριστερά, Τουράν Γκιουνές, Γεώργιος Μαύρος και Τζέιμς Κάλαχαν στη Διάσκεψη της Γενεύης (φωτογραφία: Ιδρυμα Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής)
Σύμφωνα με το πρακτικό, ο κ. Μαύρος δήλωσε ότι γενική γραμμή της ελληνικής αντιπροσωπείας και λαμβανομένων υπόψη των θέσεων της Τουρκίας, των διαγραφομένων προθέσεων της βρετανικής αντιπροσωπείας, «των αντιστοίχων δυνάμεων και των μέχρι τούδε δεδομένων είναι:
Α. Η αποφυγή επιτεύξεως οιασδήποτε συμφωνίας επί του συνταγματικού θέματος της Κύπρου, ενόψει όμως της διαφαινόμενης επιμονής της Τουρκίας ‘’όπως εξασφαλίσει τα γενικά πλαίσια μιας τοιαύτης συμφωνίας ή επιδίωξης επί του θέματος τούτου δεν θα περιορισθή εις την διασφάλισιν μιας συμφωνίας επί των γενικών διακηρύξεων ως επί παραδείγματι όπως διεξαχθούν συνεννοήσεις μεταξύ των κυρίων Κληρίδη και Ντενκτάς προς τον σκοπό εξασφαλίσεως συμφωνίας επί του μελλοντικού καθεστώτος της Κύπρου αποκλειούσης τόσον την ένωσιν όσο και τον διαμελισμόν ή άλλας διευθετήσεις δυναμένας να οδηγήσουν εις διαμελισμό’’. Διαπιστούται εν πάση περιπτώσει ότι η επίτευξις συμφωνίας επί μιας τόσον γενικής και περιορισμένης διακηρύξεως θα είναι δύσκολος ενόψει των θέσεων της Τουρκίας.
Β. Αφενός μεν ίνα παρασχεθή χρόνος για την σταθεροποίηση της γραμμής ανακωχής και αφετέρου ίνα παρασχεθή εις ημάς χρόνος διά την προετοιμασία πιθανής προσφυγής εις την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ήτις συνέρχεται κατά τον προσεχή Σεπτέμβριο, συνεφωνήθη όπως εν πάση περιπτώσει αποδοχής της ως άνω διατυπώσεως ο κ. Κληρίδης δεχθή όπως αι μετά του κ. Ντενκτάς διαβουλεύσεις, αφού συμπληρωθούν μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου ή, κατόπιν συνεννοήσεως του κ. Ζήνωνος Ρωσσίδη εις Ηνωμένα Έθνη περί της τελευταίας ημερομηνίας εγγραφής θεμάτων εις την ημερήσια διάταξιν της Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, εις τοιαύτην ημερομηνίαν ώστε να επιτρέπεται η εγγραφή του θέματος μετά την συμπλήρωσιν των διαβουλεύσεων Κληρίδη- Ντενκτάς.
Γ. Εν περιπτώσει εγγραφής του θέματος τούτου εις την Γενικήν Συνέλευσιν των Ηνωμένων Εθνών, συνφωνήθη όπως η εγγραφή του γίνει ως ανεξαρτήτου θέματος μέσον του “steering committee”. Ο κ. Κληρίδης ανέλαβε να συνεννοηθεί μετά του κ. Ρωσσίδη και περαιτέρω όπως το θέμα εγγραφή υπό της Κύπρου αντί υπό της Ελλάδος, εφόσον εκτιμάται ότι η Κύπρος έχει μεγαλύτερα περιθώρια εξασφαλίσεως ευρυτέρας υποστηρίξεως εις τα Ηνωμένα Έθνη».
Τα δύο πρακτικά από το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος
Τα πρακτικά είναι από το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος. Το πρώτο, το δακτυλογραφημένο (ΚΜΤΠ-ΑΡΧΕΙΟ Τ.Π. έγγραφο Αρ. 17153), είναι επίσημο χωρίς να γίνεται γνωστό εάν έχει συνταχθεί από την ελληνική αντιπροσωπεία ή την ελληνοκυπριακή. Το δεύτερο πρακτικό συντάχθηκε και χειρόγραφα από τον Τάσσο Παπαδόπουλο (ΚΜΤΠ-ΑΡΧΕΙΟ Τ.Π. έγγραφο Αρ.17147) και υπήρξε επιβεβαίωση του γραφικού του χαρακτήρα. Ευχαριστίες στο Κέντρο Μελετών για τη δυνατότητα που προσφέρει για την ιστορική έρευνα.
«Οι εγγυήτριες δυνάμεις δεν έχουν αρμοδιότητα επιβολής λύσεως»
Σε χειρόγραφο πρακτικό, που κρατούσε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, μέλος της ελληνοκυπριακής αντιπροσωπείας, αναφέρεται στη συνάντηση, της ελλαδικής και κυπριακής πλευράς, που είχε ενημερωτικό χαρακτήρα. Φέρει ημερομηνία 11.8.1974. Αρχικά η ημερομηνία ήταν 10.8 αλλά σβήστηκε από τον συντάκτη των πρακτικών και γράφτηκε η 11η Αυγούστου. Κι αυτό μάλλον σημαίνει ότι η συνάντηση έγινε μεσάνυχτα.
«Περί την 12ην μεσονυκτίου ο κ. Μαύρος εκάλεσε τα μέλη της ελληνοκυπριακής αντιπροσωπείας διά να κατατοπίσει αυτά για την ιδιαίτερη συνομιλία την οποία ούτος είχε μετά του κ. Γκιουνές και Κάλλαχαν εις ιδιαίτερο δείπνο.
Ο κ. Μαύρος είπε πως σχημάτισε την εντύπωση ότι η στάση του κ. Κάλλαχαν είχε μεταστραφή υπέρ ημών και ότι εις κάποιον στάδιο ανέφερε στον κ. Γκιουνές «you cannot impose a solution in Cyprus simply because you have an Army placed in Cyprus (Δεν μπορείτε να επιβάλετε μια λύση στην Κύπρο απλώς επειδή έχετε έναν Στρατό στην Κύπρο)».
Ο κ. Μαύρος είπε πως ετόνισεν εις τον κ. Γκιουνές ότι ο ίδιος ουδέποτε θα δεχθεί πως η σύνοδος της Γενεύης δύναται να επιβάλει πολιτική λύση επί ενός ανεξάρτητου κράτους. Οτι ο ίδιος δεν δέχεται να συζητά υπό την εκβιαστική τακτική του κ. Γκιουνές.
Ακολούθως συζητήθηκε ότι η ελληνοκυπριακή και η ελληνική αντιπροσωπεία δεν δύνανται να δεχθώσιν λύση στηριζόμενη επί γεωγραφικής βάσεως. Περαιτέρω, ο κ. Μαύρος είπε ότι κατά τη γνώμη του πρέπει να εξασφαλισθούν χρονικά περιθώρια τουλάχιστον 20 ημερών εντός των οποίων:
Α) θα σταθεροποιηθούν οι γραμμές καταπαύσεως του πυρός όπερ θα καταστήσει επανάληψη της τουρκικής προελάσεως πλέον προβληματική και διεθνώς καταδικαστέα.
Β) θα σταθεροποιηθεί το εσωτερικό μέτωπο.
Γ) θα ενισχυθεί η κυπριακή άμυνα της Κύπρου διά της μεταφοράς δυνάμεως μιας τουλάχιστον επιλέκτου μεραρχίας ότε η διαπραγματευτική δύναμις των Ελληνοκυπρίων θα ενισχυθεί.
3. Ενόψει των ανωτέρω συμφωνήθηκε όπως κατά την προγραμματιζόμενη διά την 11.8.1974 συνεδρία της Συνόδου θα έπρεπε να επιδιωχθεί αναβολή της για 20 περίπου ημέρας κατά τη διάρκεια των οποίων «ο κ. Κληρίδης και Ντενκτάς θα ανελάμβαναν να συζητήσουν το θέμα της Συνταγματικής τάξεως εν Κύπρω και να αναφέρουν προς τους τρεις υπουργούς».
Το επιχείρημα το οποίον θα χρησιμοποιηθεί υπό ελληνοκυπριακής αντιπροσωπείας είναι ότι οι εγγυήτριες δυνάμεις δεν έχουν αρμοδιότητα επιβολής λύσεως επί της Κύπρου.
Συνεπώς πρέπει να επιδιωχθεί μια φόρμουλα αναβολής της Διασκέψεως επί μίας γενικής διακήρυξης αρχών.
Συνέχεια πρακτικού με ημερομηνία 12.8.1974
1. Την πρωία της 10.8.1974 ο κ. Κληρίδης συναντήθηκε ιδιαιτέρως με τον κ. Κάλλαχαν ο οποίος ενεχείρισεν εις αυτόν ένα προσχέδιο δηλώσεως επί της οποίας να βασισθεί η αναβολή της Διασκέψεως ( ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ Α).
2. Κατόπιν διαβουλεύσεων το Προσχεδιο Α» τροποποιήθηκε ως το Προσχέδιο Β το οποίο ο κ. Κληρίδης ανέλαβε να παραδώσει εις τον κ. Κάλλαχαν.
3. Στο μεταξύ ο κ. Κάλλαχαν είδε κεχωρισμένος τον κ. Ντενκτάς, ο οποίος εκδήλωσε εις τον κ. Κάλλαχαν ότι ούτος δεν ηδύνατο να συζητήσει το «προσχέδιο δηλώσεως Α» διότι «δεν ήταν έτοιμος» και θα απαντούσε περί την 14ην ώρα.
4. Την 14ην ώρα ο κ. Ντενκτάς ειδοποίησε ότι δεν ήταν έτοιμος εισέτι και τελικώς περί την 16ην ώρα συναντήθηκαν οι Γλαύκος Κληρίδης και Ντενκτάς (ο κ. Κάλλαχαν όστις θα προήδρευε έλειπεν) και ο κ. Ντενκτάς είπε ότι θα παρέδιδεν στον κ. Κάλλαχαν το δικό του «Σχέδιον» το οποίο «ανεπισήμως» εδέχθη να δώσει και στον κ. Κληρίδη.
Τούτο επισυνάπτεται ως «Σχέδιο» και συμφωνήθηκε όπως ο κ. Κληρίδης και Ντενκτάς συναντηθούν περί των 19 ώραν ο δε κ. Κάλλαχαν ευρίσκετο σε γειτονικό δωμάτιο. Ο κ. Κληρίδης χαρακτήρισε τούτο ως απαράδεκτον.
5. Διά τηλεφωνικού μηνύματος του κ. Κάλλαχαν προς τον κ. Μαύρο, η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία ειδοποιήθη ότι ο κ. Γκιουνές είχε ζητήσει σύνοδο της πλήρους και πενταμερούς Διασκέψεως.
Δημοσιογραφικές κι άλλες πληροφορίες έφεραν τον κ. Γκιουνές ως δηλώσαντα ότι επέμενε όπως συγκληθεί η Σύνοδος προς συζήτηση ειδικά του Σχεδίου επί του οποίου ανέμενε απόφαση διότι ως είπε «έπρεπε να ευρίσκεται στην Αγκυρα την επόμενη» και ότι προς τούτο ωρίσθη συνεδρία διά την 21.00 ώραν. Εν τω μεταξύ εις δημοσιογραφική διάσκεψη ο κ. Γκιουνές απεκάλυψε ότι το Σχέδιον του το οποίο «περιέγραψε» ως συμβιβαστικόν προνοούσε καντόνια.
(τα πιο κάτω γράφτηκαν και στη συνέχεια σβήστηκαν αλλά μπορεί κανείς να τα διαβάσει: Περί των 20 και 30 ώρα, δύο μέλη της Βρετανικής Αντιπροσωπείας επισκέφθηκαν τον κ. Κληρίδη εις το ξενοδοχείον του και επέδωσαν εις αυτόν προφορικόν μήνυμα του).
6. Περί την 19.00 ώραν ο κ. Κληρίδης μετέβη εις το κτίριον της Διασκέψεως δια να συναντήσει τον κ. Ντενκτάς ως είχεν προγραμματισθεί αλλά αντί του κ. Ντενκτάς ο κ. Κληρίδης συνάντησε μόνο τον κ. Κάλλαχαν, ο οποίος είπε «ανεπισήμως» εις τον κ. Κληρίδη ότι ο κ. Γκιουνές του επέδωσε δικό του σχέδιο (επισυναπτόμενο ως Σχέδιο Β), δηλώσας ταυτοχρόνως ότι δεν εξέφρασε δική του άποψη επί του σχεδίου Γκιουνές αλλά απλώς ανεπισήμως κοινοποιούσε τούτο εις τον κ. Κληρίδη.
Γενική άποψη της Διάσκεψης της Γενεύης (φωτογραφία: Ιδρυμα Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής)
Περαιτέρω, ο κ. Κάλλαχαν «συνέστησε» εις τον κ. Κληρίδη όπως η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία υποβάλη δικό της σχέδιον ίνα μη φαίνεται αρνητική.
Τα δύο σχέδια που κατέθεσαν οι Τούρκοι στη Γενεύη
Οι Τούρκοι κατάθεσαν δύο σχέδια επίλυσης του Κυπριακού, ένα από τον Γκιουνές και ένα από τον Ντενκτάς. Αμφότερα τα σχέδια προέβλεπαν ότι ένα ποσοστό εδάφους 34% θα παρέμενε υπό τους Τούρκους και αποτέλεσαν εν πολλοίς προπομπό της σημερινής «Γραμμής Αττίλα».
Το σχέδιο Ντενκτάς προέβλεπε όπως η Κυπριακή Δημοκρατία, που θα αποτελεί ένα ανεξάρτητο διεθνιστικό κράτος, θα συνίσταται από δύο ομοσπονδοποιημένα κράτη με πλήρη έλεγχο και αυτονομία στα οικεία γεωγραφικά όρια.
Η έκταση του τουρκοκυπριακού ομόσπονδου κράτους, ανέφερε το σχέδιο Ντενκτάς, θα κάλυπτε το 34% (θα άρχιζε από την περιοχή Λιμνίτη και Λεύκας και μέσω της Λευκωσίας θα κατέληγε στο λιμάνι της Αμμοχώστου). Το σχέδιο Γκιουνές περιελάμβανε πρόταση για έξι καντόνια (πολυπεριφερειακή ομοσπονδία).
Η κυρίως τουρκική επαρχία θα ήταν η περιοχή που κάλυπτε τα Πάναγρα, τη Μύρτου, τον Ασώματο, τη Σκυλλούρα, τον Γερόλακκο, την τουρκική συνοικία της Λευκωσίας, τη Μόρα, την Αγκαστίνα, τα Γέναγρα, τη Μάραθα, τους Στύλλους, τη Λίμνη καθαρού νερού, το τουρκικό τμήμα της πόλης της Αμμοχώστου, και τη βορειοδυτική γραμμή που δεν περιλαμβάνει την τοποθεσία Γαλούνια και περιλαμβάνει την Κώμη Κεπήρ, τον Αγιο Ευστάθιο και δεν περιλαμβάνει τα Γαστριά. Ως καντόνια περιελάμβανε τη Λεύκα, και περιοχές στην Πόλη Χρυσοχούς, στην Πάφο, τη Λάρνακα και την Καρπασία.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά συνέταξε δικές της προτάσεις, οι οποίες έθεταν θέμα κεντρικής κυβερνήσεως, ενώ υποστήριζε πως «η ελληνική και η τουρκική κοινότητα θα ασκούν τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες τους στις περιοχές που αποτελούνται από καθαρά ελληνικά και τουρκικά χωριά και δήμους αντιστοίχως».
Η πρόταση απορρίφθηκε και ο Γκιουνές επανήλθε με συμπληρωματική, η οποία δεν απείχε από τις προηγούμενες. Οι Τούρκοι επέμειναν στο 34% του εδάφους.
Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν θέμα χρόνου. Ο Κάλαχαν σε μια προσπάθεια να διατηρήσει εν ζωή τη σύνοδο έδωσε διαβεβαιώσεις στον Κληρίδη και τον Μαύρο πως εάν αποδέχονταν την αρχή των δύο ζωνών δεν θα υπήρχε νέα προέλαση.
Για το θέμα αυτό, ο Κληρίδης είπε: «Ο Κάλαχαν ενημέρωσε τον Κίσιγκερ για τις προτάσεις που υπέβαλαν οι Τούρκοι. Του τόνισε ότι προέβλεπε ναυάγιο. Η γνώμη του Κίσιγκερ ήταν να δεχθούμε μια από τις προτάσεις των Τούρκων χωρίς όμως αποδοχή του προτεινόμενου εδαφικού ποσοστού.
Κατά τον Κίσιγκερ αποδοχή μιας των προτάσεων θα είχε σαν αποτέλεσμα την αποφυγή του ναυαγίου της διασκέψεως και θα οδηγούσε στη συζήτηση για το ποσοστό και άλλων συναφών θεμάτων. Το θέμα όμως είχε προέκταση. Οι Τούρκοι ζητούσαν αμέσως μετά την αποδοχή των προτάσεων, το ζητούμενο ποσοστό εδάφους να τεθεί υπό τουρκικό έλεγχο.
Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε αποδοχή από μας της τουρκικής κατοχής και θα απέκλειε κάθε δικαίωμα καταγγελίας της εισβολής εφόσον η κατοχή των εδαφών θα γινόταν με τη συγκατάθεσή μας». (Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου)
Ο Κληρίδης ζήτησε 36 ώρες αναβολή για να απαντήσει, αλλά η τουρκική πλευρά δεν έδωσε χρονικά περιθώρια στην ελληνική πλευρά. Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν γεγονός.
Ο Γκιουνές εγκατέλειψε τη θέση του και τηλεφώνησε στον Ετζεβίτ: «Η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές», του είπε. Το σύνθημα αυτό συνιστούσε το πράσινο φως για τη δεύτερη φάση της εισβολής. (Τα μυστικά αρχεία του Κίσιγκερ. Η απόφαση για τη διχοτόμηση. Μ. Ιγνατίου-Κ. Βενιζέλος).