Τον περασμένο Γενάρη ένα πανό κρεμασμένο έξω από το προπονητικό κέντρο της Γιουβέντους στο Βιβοβο μετέφερε το ξεκάθαρο μήνυμα των τιφόζι προς τη διοίκηση και τα πλάνα της περί αλλαγών στο ρόστερ.
«Κάτω τα χέρια από τον Μαρκίζιο». Τελικά, παρέμεινε στην ομάδα χάρις στους οπαδούς, οι οποίοι γνωρίζοντας πόσα του χρωστούσαν, έγιναν ασπίδα γι’ αυτόν. Όπως έκανε κι εκείνος επί 25 συναπτά έτη, υπερασπιζόμενος το σήμα και τη φανέλα της παιδικής του αγάπης. Μια τέτοια ιστορία έρωτα και πίστης άξιζε ένα καλύτερο τέλος από το να φύγει ο CM8 πριν κατακτήσει το τελευταίο του σκουντέτο. Και αφού το έκανε, ο Principino, ο Μικρός Πρίγκιπας της Μεγάλης Κυρίας, λέει ένα «αντίο» που σίγουρα θα αποδειχθεί προσωρινό. Γιατί ο Μαρκίζιο ΕΙΝΑΙ η Γιουβέντους.
Το όνειρο του Μικρού Πρίγκιπα
Πριν μάθει πολλαπλασιασμό και διαίρεση. Πριν καταφέρει -καν- να κάνει ποδήλατο χωρίς βοηθητικές ρόδες, ο Κλαούντιο Μαρκίζιο ήξερε πως ήθελε να παίξει μπάλα για λογαριασμό της Γιουβέντους. Το σκεφτόταν όταν πριν ακόμη πάει σχολείο, συνήθιζε να συντροφεύει τον πατέρα του στο Ντελε Άλπι για κάποιο ματς των μπιανκονέρι. Το ονειρευόταν κάθε φορά που περίμενε με λαχτάρα το πούλμαν με την αποστολή της ομάδας να περάσει από το δρόμο που έστηνε το δικό του «καρτέρι» τις Κυριακές. Κι όταν μπήκε εφτά χρονών παιδί στις Ακαδημίες της ομάδας φανταζόταν τον εαυτό του να σηκώνει κύπελλα μαζί με τα είδωλά του. Μ’ εκείνους στους οποίους έτρεχε να επιστρέψει την μπάλα, στα χρόνια που πέρασε σαν ball-boy του γηπέδου.
Κι ενώ μεγάλωσε βλέποντας τη Γιουβέντους να γιγαντώνεται και να γίνεται βασίλισσα της Ευρώπης, η μοίρα το διάλεξε έτσι ώστε εκείνος να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα σε μια «άλλη» Γιουβέντους. Στην «ατιμασμένη» από το σκάνδαλο Calciopoli Γιουβέντους της Serie B. Στην αποψιλωμένη από αστέρια ομάδα που έμελλε να σφραγίσει την επιστροφή της εκεί που ανήκει όταν από δική του πάσα σκόραρε ο παιδικός του ήρωας, ο Ντελ Πιέρο στο ματς κόντρα στην Αρέτσο, που χάρισε μαθηματικά την άνοδο στη Serie A. Ήταν η βραδιά που επισημοποιήθηκε η σχέση ζωής της Γηραιάς Κυρίας με τον Principino της.
Γιατί «Principino»;
Είναι δύσκολο να ερμηνεύσεις το δέσιμο της κερκίδας με τον Μαρκίζιο αν περιοριστείς στο αγωνιστικό κομμάτι. Δίπλα στα μαθηματικά, τη στατιστική και την εικόνα που σχηματίζουν οι αριθμοί, πρέπει και να βάλεις ψυχή και συναίσθημα για να αντιληφθείς την κάψα του μέσου Γιουβεντίνου για τον Principino του. Δεν έχει θέση όχι μόνο στο top-10 των καλύτερων παικτών στην ιστορία του συλλόγου, αλλά πολλές φορές δεν είχε καν θέση στην ίδια την ομάδα. Έμεινε όμως σε αυτήν 25 χρόνια, τα μισά ως επαγγελματίας, έχοντας πάντα την «υποχρέωση» να συνυπάρχει με καλύτερούς του. Να διαθέτει αρκετή υπομονή για να περιμένει τη σειρά του πίσω από τα αστέρια των μπιανκονέρι και μπόλικο ταλέντο για να τα δένει μεταξύ τους.
Όταν με το πέρασμα των χρόνων έγινε σύνθημα και τραγούδι στα χείλη των τιφόζι κατάλαβε πως δεν ήταν οι 2,5 δεκαετίες προσφοράς που τον είχαν μετατρέψει σε ένα είδωλο, αλλά η αναγνώριση πως μέσα σε αυτά τα 25 χρόνια έδινε σε κάθε παιχνίδι ό,τι καλύτερο είχε. Πάντα με γνώμονα το καλό της ομάδας, περνώντας την έννοια της αφοσίωσης και της αυτοθυσίας σε άλλα, άγνωστα επίπεδα. Ήταν αυτή η αφοσίωση και η δίψα του να αγωνίζεται με την ασπρόμαυρη φανέλα που τον έκανε να παίζει χαφ την εποχή του Ντεσάν, αριστερός μέσος υπό τις οδηγίες του Ντελ Νέρι, συμπληρωματικός κρίκος όποτε χρειάστηκε στην τριάδα των Πίρλο-Πογκμπά-Βιδάλ ή μέχρι και δεξιός winger στα χρόνια του Κόντε, τρεκουαρτίστα ή αμυντικός μέσος για να χωρέσει στην ενδεκάδα που έφτιαχνε ο Αλέγκρι. Θα έπαιζε και τερματοφύλακας ή οτιδήποτε άλλο, αρκεί να το έκανε για λογαριασμό της Γιούβε…
Ένας θρύλος
Ο Μαρκίζιο θα μείνει στην ιστορία ως ένα από το πιο υποτιμημένα είδωλα του ιταλικού ποδοσφαίρου. Έζησε την εποχή των θρύλων (Τότι, Ντελ Πιέρο, Μπουφόν, Πίρλο) και κατάφερε να μπει ανάμεσά τους και να κερδίσει μια θέση στο πάνθεο των ηρώων της μπάλας. Το πέτυχε χωρίς να μπορεί να κάνει το ίδιο καλά όσα έκαναν εκείνοι στο γήπεδο. Τα κατάφερε όμως επειδή μπορούσε να κάνει πολλά πράγματα καλά, σε επίθεση και άμυνα. Μπορούσες να τον δεις να καταπίνει χιλιόμετρα, να μαρκάρει, να κάνει παιχνίδι μπροστά από τα μπακ, να βγαίνει στα άκρα, να δοκιμάζει κάθετες μπαλιές, να παίζει πίσω από τους επιθετικούς, να σουτάρει από τα είκοσι μέτρα, πότε με το δεξί και πότε με τ’ αριστερό. Έτσι απλά. Επειδή μπορούσε. Η αφοσίωσή του στην ομάδα ήταν τέτοια που τον έκανε να ξεπερνά τον εαυτό του ακόμα και στις μέτριες βραδιές του.
Όταν η Γιουβέντους εμπιστεύτηκε -επιτέλους- το ταλέντο του, ο Ντελ Πιέρο αποχωρούσε. Όλοι σκέφτηκαν ότι είχε φτάσει η ώρα του να φορέσει το περιβραχιόνιο και τη φανέλα με το «10». Ο Μαρκίζιο αρνήθηκε μουρμουρίζοντας κάτι για νούμερο που ταιριάζει σε επιθετικούς ενώ αυτός ήταν μέσος και κάτι τέτοια, αλλά στην πραγματικότητα η στάση του μάλλον ήταν ακόμη μια δήλωση χαρακτήρα. Ήταν άλλη μία απόδειξη πως στο πέρασμά του από το σύλλογο, ποτέ δεν έβαλε τον εαυτό του πάνω από την ομάδα, ούτε επεδίωξε προσωπική αναγνώριση.
Υπήρξαν περίοδοι της παρουσίας του στο Τορίνο που θα μπορούσε να συμπεριφέρεται σαν βασιλιάς. Εκείνος, όμως, είχε αποφασίσει από παιδί πως θα έμενε πάντα Principino.
ΠΗΓΗ: menshouse.gr