Ήταν 5 Σεπτεμβρίου 2023, όταν ο Αντώνης Καρυώτης ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί σε πλοίο για να επιστρέψει στην Κρήτη, με τα μέλη του πληρώματος να αρνούνται την επιβίβασή του.
Εκείνος προσπαθούσε να επιβιβαστεί και μπροστά στα μάτια δεκάδων ανθρώπων που παρακολουθούν από το κατάστρωμα τον έριξαν στη θάλασσα. Το πλοίο αναχώρησε αφήνοντας έναν άνθρωπο να πνιγεί στο λιμάνι του Πειραιά.
Το πλοίο επέστρεψε αρκετή ώρα αργότερα με αφήγημα ότι ο Αντώνης Καρυώτης δεν είχε εισιτήριο, κάτι που καταρρίφθηκε. Στη δικαστική αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Πειραιά ακούστηκαν οι μαρτυρίες των δύο αδερφών του 36χρονου. Οι περιγραφές τους για τον Αντώνη, ενάμιση χρόνο μετά τον άδικο θάνατό του, συγκινούν.
«Εκείνη την ημέρα ο αδερφός μου αγχώθηκε να ανεβεί στο πλοίο, διότι είχε μόνο πέντε ευρώ πάνω του». Μάλιστα, πρόσθεσε: «Συχνά πυκνά ταξίδευε με το πλοίο στην Αθήνα, χωρίς ποτέ να δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα. Ήταν πολύ γλυκό παιδί και ήθελε να κάνει πολλούς φίλους», ανέφερε ο Νίκος Καρυώτης.
Μάλιστα, όπως σημείωσε ο αδερφός του: «Δεν είχε ποτέ πρόβλημα. Μόνος του έκοβε τα εισιτήρια με τα χρήματα που έβγαζε». Ακόμη τόνισε: «Έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και στους δικηγόρους μου».
Στη συνέχεια κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου ο άλλος αδερφός του Αντώνη Καρυώτη, ο οποίος ανέφερε ότι το θύμα ποτέ δεν είχε τσακωθεί με κάποιον ενώ δεν ήταν άνθρωπος που δημιουργούσε εκρήξεις. «Πήγαινε για βόλτα στον Πειραιά μια φορά τον μήνα. Όλο το πλοίο ήξερε τον Αντώνη, όλα τα πληρώματα των πλοίων».
Καρέ καρέ περιέγραψε στη συνέχεια τα δραματικά λεπτά που οδήγησαν στον θάνατο του Αντώνη Καρυώτη αυτόπτης μάρτυρας που βρισκόταν εκείνη την ώρα στο πλοίο.
«Με την πρώτη απώθηση το θύμα πάτησε στη στεριά. Έκανε μια κίνηση να προλάβει κάτι να τους δείξει σαν να ήταν εισιτήριο ή κάτι άλλο. Τη δεύτερη φορά τον έσπρωξε μόνο ένας από τα μέλη του πληρώματος αλλά το θύμα πάτησε και πάλι στην προβλήτα. Υπήρξε και τρίτη προσπάθεια απώθησης στο ίδιο σημείο με τις προηγούμενες φορές απλά στο σημείο αυτό το σπαστό κομμάτι του καταπέλτη δεν πατούσε στην προβλήτα. Ο θανών είχε ακουμπήσει στο σπαστό κομμάτι του καταπέλτη, ήταν μισό μισό στο σπαστό κομμάτι, ήταν ακριβώς στο όριο.
Ενστικτωδώς πήγε να πατήσει το πόδι του στην προβλήτα και έπεσε στο κενό».