Στη Γροιλανδία έχει φτάσει το ακραίο κύμα καύσωνα, το οποίο ξεκίνησε από τη Σαχάρα και πλήττει ολόκληρη την Ευρώπη από την περασμένη εβδομάδα, με τον υδράργυρο να αναμένεται να φτάσει σε ακόμα μεγαλύτερα ύψη τις επόμενες μέρες.
Η Γροιλανδία φιλοξενεί τη δεύτερη μεγαλύτερη επιφάνεια παγετώνων παγκοσμίως. Και όταν οι πάγοι λιώνουν σημαντικά – όπως αναμένεται να γίνει φέτος- αυτό έχει αντίκτυπο σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, αφού αυξάνεται το επίπεδο της θάλασσας.
Οι πάγοι της Γροιλανδίας συνήθως λιώνουν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ωστόσο φέτος ξεκίνησαν να λιώνουν πολύ νωρίτερα, από τον Μάιο, με τον καύσωνα αυτής της εβδομάδας να επιταχύνει περισσότερο το λιώσιμο.
Οι πάγοι φτάνουν τις 3.000 μέτρα σε ύψους πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, ενώ οι μετεωρολόγοι προβλέπουν ότι η επιφάνειά τους θα είναι ιδιαίτερα ζεστή αυτή την εβδομάδα, μόλις λίγους βαθμούς υπό του μηδενός.
«Είναι πολύ ζεστή θερμοκρασία για αυτό το υψόμετρο», δήλωσε η ειδικός σε θέματα κλίματος του Μετεωρολογικού Ινστιτούτου της Δανίας Ruth Mottram.
Το 2019 θα μπορούσε να πλησιάσει το ρεκόρ του 2012, είπε από την πλευρά του ο καθηγητής και ειδικός σε θέματα πάγου στο Γεωλογικό Ινστιτούτο της Δανίας και της Γροιλανδίας Jason Box. Εκείνο τον χρόνο, οι πάγοι της Γροιλανδίας μειώθηκαν 450 εκατομμύρια τόνους – που ισοδυναμεί σε περισσότερους από 14.000 τόνους χαμένου πάγου ανά δευτερόλεπτο.
Ο πλανήτης εκπέμπει SOS
Αυτό που συμβαίνει στην Γροιλανδία θα γίνεται αισθητό σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τον Box το λιώσιμο φέτος θα πλημμυρίσει τον Βόρειο Ατλαντικό με φρέσκο νερό, κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει τον καιρό στην βορειοδυτική Ευρώπη. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ισχυρότερες καταιγίδες, πρόσθεσε ο ίδιος, επικαλούμενος τις πλημμύρες στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015 και το 2016.
«Οτιδήποτε συμβαίνει στην Γροιλανδία, έχει αντίκτυπο παρακάτω».
Μ
Τέτοιες χρονιές, όπως το 2012, αλλά και το 2019, το νερό που παράγεται από τους πάγους της Γροιλανδίας προσθέτει περισσότερο από ένα χιλιοστό στο επίπεδο της θάλασσας παγκοσμίως. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Box, στις τροπικές χώρες θα μπορούσε να σημειωθεί μια αύξηση δύο χιλιοστών ή και παραπάνω.