Η καραντίνα φαίνεται πως έφερε… ρεκόρ κλήσεων στην Ελληνική Αστυνομία, με τους πολίτες να έχουν ουκ ολίγες απορίες για τα δεδομένα της απαγόρευσης κυκλοφορίας, που επιβλήθηκε λόγω κορωνοϊού, φέρνοντας 6.000 με 7.000 ημερησίως, ενώ στις 23/3, δηλαδή την ημέρα που ξεκίνησαν τα μέτρα, η ΕΛΑΣ μέτρησε σχεδόν 26.000 τηλεφωνήματα μόνο στον Νομό Αττικής.
Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, από τις 5 τα ξημερώματα της 23ης Μαρτίου και μέσα σε διάστημα 24 ωρών, το τηλεφωνικό κέντρο της Αμεσης Δράσης, που βρίσκεται στον 1ο όροφο της ΓΑΔΑ, δέχθηκε ούτε λίγο ούτε πολύ 25.780 κλήσεις. «Πώς συμπληρώνεται το έντυπο», «τι νούμερο πρέπει να βάλω για να επισκεφθώ τον γιατρό», «πώς μπορώ να πάω στα μελίσσια μου στον Ωρωπό» ήταν μερικές από τις πολλές χιλιάδες ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκαν να απαντήσουν οι αστυνομικοί που υπηρετούν στο τηλεφωνικό κέντρο της Αμεσης Δράσης.
Τα πρώτα σημάδια ανησυχίας καταγράφηκαν στις 10 Μαρτίου, τότε που η κυβέρνηση αποφάσισε να βάλει λουκέτο στα σχολεία, ώστε η Ελλάδα να αποφύγει τον «εφιάλτη της Ιταλίας». Οι κλήσεις στο «100» άγγιξαν τις 10.000. «Μετά το κλείσιμο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, πολλοί ήταν εκείνοι που τηλεφωνούσαν για να ρωτήσουν αν ξέρουμε πότε και εάν θα μπει λουκέτο στα καταστήματα», λέει στην η επόπτρια του τηλεφωνικού κέντρου, ανθυπαστυνόμος Ιωάννα Κώστα.
Τελικά, το κλείσιμο των εμπορικών κέντρων, των καφέ και των εστιατορίων ανακοινώθηκε τρεις ημέρες αργότερα: Στις 14 Μαρτίου. Τα τηλεφωνήματα εκείνη την ημέρα στο «100» έφθασαν τις 12.405. «Προφανώς δεν έκατσαν να διαβάσουν αναλυτικά όσα όριζε η υπουργική απόφαση. Ετσι, πολλοί επαγγελματίες τηλεφωνούσαν για να μας ρωτήσουν εάν μπορούν να λειτουργήσουν τα καταστήματά τους, ενώ πολλές ήταν οι καταγγελίες για τα ανοικτά καταστήματα», διευκρίνισε στέλεχος της Αμεσης Δράσης που μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Το ιστορικό υψηλό, πάντως, καταγράφηκε στις 23 Μαρτίου, όταν τέθηκαν σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα στην κίνηση των πολιτών. «Την Κυριακή, όταν έγινε γνωστό ότι ο πρωθυπουργός θα απευθύνει διάγγελμα, υπήρξαν κάποιοι που μας πήραν για να ρωτήσουν εάν γνωρίζουμε τι θα πει. Μετά το διάγγελμα οι κλήσεις στο “100” ξεπερνούσαν τις 1.000 στο μισάωρο», θυμάται η κ. Κώστα. «Ο κόσμος τηλεφωνούσε για να λύσει τις απορίες του. Τι ισχύει; Πώς συμπληρώνω τη φόρμα; Πώς μπορώ να επισκεφθώ τον συγγενή μου; Λόγω της πανδημίας οι πολίτες, όπως και εμείς οι ίδιοι, αντιμετωπίζαμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Επρεπε να προσπαθήσουμε να ανταποκριθούμε», προσθέτει.
Τα εικοσιτετράωρα που ακολούθησαν η κατάσταση σταθεροποιήθηκε, με τις κλήσεις πάντως να υπερβαίνουν τις 15.000 ανά εικοσιτετράωρο. Κάποιες από τις απορίες λύθηκαν μέσω της ιστοσελίδας forma.gov.gr, άλλες που αφορούσαν ιατρικής φύσεως ζητήματα μέσω του ΕΟΔΥ, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις οι αστυνομικοί παρέπεμψαν τους πολίτες στη γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης που στο μεταξύ τέθηκε σε λειτουργία. Εξάλλου, αρκετοί ήταν εκείνοι που τηλεφωνούσαν στην αστυνομία «μόνο και μόνο για να πουν σε κάποιον το πρόβλημά τους».
Το Πάσχα
Ενα δεύτερο κύμα μαζικών κλήσεων στο «100», αντίστοιχο με εκείνο που καταγράφηκε λίγο πριν και λίγο μετά την έναρξη της καραντίνας, ακολούθησε στη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, από πολίτες που ζητούσαν να μάθουν εάν μπορούν να ταξιδέψουν εκτός Αττικής, εάν μπορούν να επισκεφθούν σπίτια συγγενών τους, ακόμα και εάν επιτρέπεται ή εάν διώκεται από την αστυνομία το… ψήσιμο. Τη Μεγάλη Δευτέρα το τηλεφωνικό κέντρο δέχθηκε 16.000 κλήσεις, τη Μεγάλη Τρίτη 17.500, ενώ το Μεγάλο Σάββατο κατέληξε να διαχειριστεί 22.857 τηλεφωνήματα πολιτών.
Οι αναπάντητες
Η ραγδαία αύξηση των εισερχόμενων κλήσεων είχε ως αποτέλεσμα πολλά τηλεφωνήματα να μείνουν αναπάντητα. Ενδεικτικά, στις 15 Μαρτίου απαντήθηκε το 77,6% των τηλεφωνημάτων, ενώ στις 22 Μαρτίου, ημέρα που ανακοινώθηκαν τα μέτρα περιορισμού της κίνησης, το ποσοστό έπεσε στο 37%. Εξάλλου, λόγω της πανδημίας και η Αμεση Δράση έπρεπε να λειτουργεί με μειωμένο προσωπικό.
«Είμαστε γραμμή εκτάκτου ανάγκης και επομένως είναι πιθανό κάποιοι που ήθελαν να καταγγείλουν, για παράδειγμα, μια ληστεία να μην κατάφεραν να βρουν γρήγορη πρόσβαση στο κέντρο», λέει η ανθυπαστυνόμος Ιωάννα Κώστα και εξηγεί ότι κάθε τηλεφώνημα γινόταν προσπάθεια να μην υπερβαίνει σε διάρκεια τα δύο λεπτά. Το ίδιο διάστημα, πάντως, μειώθηκαν οι καταγγελίες για διατάραξη κοινής ειρήνης και παράνομη στάθμευση. Περιορίστηκαν τα κρούσματα κλοπών, διαρρήξεων και ληστειών, όχι όμως και οι υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. «Τα αμιγώς αστυνομικά συμβάντα μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκε το κοινωνικό έργο που έπρεπε να φέρουμε εις πέρας», συμπληρώνει.