Αν ρωτήσεις κάποιον «τι κάνει η τηλεόραση;», η πιθανότερη απάντηση που θα λάβεις -εκτός από το «όχι και πολύ καλά»- είναι πως «ενημερώνει και ψυχαγωγεί». Το ότι μπορεί να απονείμει δικαιοσύνη οδηγώντας μικρούς ή μεγάλους εγκληματίες πίσω από τα σίδερα της φυλακής, αποτελεί πραγματική έκπληξη. Είπε κανείς πως μερικά λεπτά δημοσιότητας δεν μπορούν να «εξαρθρώσουν» μία ολόκληρη ζωή;
Η «celebrity cook» που έγινε «celebrity crook»
Η Λουτσιάνα Μπιρν, μια 39χρονη μητέρα τριών παιδιών, έτρεφε μεγάλες ελπίδες για τα «15 λεπτά δημοσιότητας» μετά τη συμμετοχή της στην τηλεοπτική εκπομπή μαγειρικής MasterChef του Ηνωμένου Βασιλείου, το 2009. Φάνηκε ελκυστική, ταλαντούχα και έξυπνη, έχοντας όλες τις προδιαγραφές για να προχωρήσει στο σόου και να γίνει μια celebrity cook (διάσημη μαγείρισσα). Δυστυχώς για εκείνη, ο τίτλος αυτός έμελλε να μετατραπεί λίγο αργότερα σε «celebrity crook» (διάσημη απατεώνισσα), που είχε «εξαπατήσει τους φορολογούμενους».
Η απάτη αποκαλύφθηκε όταν ένα μέλος της μονάδας ερευνών του Δημοτικού Συμβουλίου της περιοχής όπου κατοικούσε την αναγνώρισε στην εκπομπή και παρατήρησε ορισμένες ασυνέπειες μεταξύ των λεπτομερειών της ζωής της, που μοιράστηκε στον αέρα και των λεπτομερειών που παρείχε στις αιτήσεις της για παροχή επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας: Για την κυβέρνηση, ήταν μια ανύπαντρη μητέρα που αγωνιζόταν να τα βγάλει πέρα οικονομικά μετά την κατάρρευση του γάμου της. Για την εκπομπή, είχε έναν ευτυχισμένο γάμο και ζούσε μαζί με τον σύζυγό της στην οικογενειακή εστία τους.
Αυτό χτύπησε καμπανάκι, διότι η Μπιρν είχε λάβει πάνω από 26.000 λίρες με τη μορφή επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας ως ανύπαντρη μητέρα που ζούσε χωριστά από τον πρώην σύντροφό της. Έτσι, έχοντας ένα προαίσθημα πως κάτι δεν πάει καλά, ο ερευνητής επικοινώνησε με την εταιρεία παραγωγής της εκπομπής του BBC, κι εκείνοι επιβεβαίωσαν ότι τους είχε πει πως ήταν παντρεμένη καθώς επίσης κι ότι ο σύζυγός της, που είχε συνυπογράψει τα έγγραφα για τη συμμετοχή της στο σόου, είχε την ίδια διεύθυνση και τηλέφωνο με αυτήν. Η Λουτσιάνα Μπιρν αναγκάστηκε αργότερα να παραδεχτεί ότι είχε πει ψέματα για το χωρισμό της από τον σύζυγό της, τον οποίο παντρεύτηκε το 1999. Της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 11 μηνών με αναστολή και 150 ώρες μη αμειβόμενης κοινοτικής εργασίας…
Το αγόρι του αερόστατου
Στις 15 Οκτωβρίου του 2009, ο πλανήτης «καθηλώθηκε», παρακολουθώντας μια από τις πιο περίεργες ζωντανές μεταδόσεις ειδήσεων στη σύγχρονη ιστορία. Η παρουσιάστρια του απογευματινού προγράμματος του CNN, Κίρα Φίλιπς, έλαβε μια έκτακτη είδηση για ένα γεγονός σε εξέλιξη στις ΗΠΑ, μία είδηση απίστευτη και συνάμα τρομακτική: ΄Ενα εξάχρονο αγόρι, ο Φάλκον Χιν, πετούσε στα 7.000 πόδια μέσα σε ένα γιγαντιαίο αερόστατο που έμοιαζε με ιπτάμενο πιατάκι. Το «πιατάκι» αποδείχθηκε πως ήταν ένα πρωτότυπο αερόστατο εναλλακτικής μορφής ταξιδιού, και οι γονείς του Φάλκον, Ρίτσαρντ και Μαϊούμι Χιν, ισχυρίστηκαν ότι κατά λάθος ξέφυγε επειδή η Μαϊούμι δεν κατάφερε να το προσδέσει με ασφάλεια στο έδαφος. Όταν ανακάλυψαν πως ο Φάλκον είχε εξαφανιστεί, ο αδερφός του ισχυρίστηκε ότι τον είδε να ανεβαίνει στο καλάθι του αερόστατου και να απογειώνεται…
Ακολούθησε μια παγκόσμια φρενίτιδα των ΜΜΕ, με το CNN να δηλώνει ότι θα παρακολουθούσαν από κοντά την ιστορία μέχρι ο Φάλκον να βρεθεί ασφαλής. Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης έσπευσαν, κυνηγώντας το αερόστατο έως ότου αυτό «προσγειώθηκε» τελικά σε κάτι χωράφια κοντά στο Keenesburg, 19 χιλιόμετρα από το Διεθνές Αεροδρόμιο του Ντένβερ. Ωστόσο, όταν η αστυνομία έφτασε στο αερόστατο, δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του Φάλκον.
Έγιναν έρευνες με την προφανή αγωνία μήπως το αγόρι είχε πέσει έξω από το καλάθι κατά τη διάρκεια της πτήσης, αλλά καθώς αργότερα βρέθηκε στο γκαράζ του σπιτιού της οικογένειας στο Fort Collins του Κολοράντο, πολλοί άρχισαν να υποψιάζονται ότι όλα ήταν μια τεράστια κομπίνα. Η υποψία δεν άργησε να επιβεβαιωθεί καθώς λίγο αργότερα αποδείχτηκε πως η όλη ιστορία ήταν στημένη από τους πεινασμένους για δημοσιότητα γονείς του αγοριού, οι οποίοι είχαν ήδη δοκιμάσει την τύχη τους σε μια σειρά τηλεοπτικών ριάλιτι.
Ο πατέρας καταδικάστηκε σε 90 ημέρες φυλακή και 100 ώρες κοινοτικής υπηρεσίας ενώ του επιβλήθηκε να στείλει μια επιστολή δημόσιας συγγνώμης προς τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης που αναζητούσαν τον γιο του. Η μητέρα καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 ημερών και ο δικαστής επέτρεψε στο ζευγάρι να εκτίσει τις ποινές του το ένα μετά το άλλο για να βεβαιωθεί ότι τα παιδιά θα βρίσκονταν υπό… κατάλληλη φροντίδα.
Ομολόγησε εμπρησμό ζωντανά στην τηλεόραση
Όταν το τοπικό τηλεοπτικό συνεργείο WJLA-TV έφθανε, το 2014, μπροστά από ένα τυλιγμένο στις φλόγες σπίτι, στο Rockville του Μέριλαντ, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τι πραγματικά είχε συμβεί. Η αστυνομία και οι πυροσβεστικές υπηρεσίες απέκλεισαν την περιοχή, ενώ οι κάτοικοι βγήκαν έντρομοι στο δρόμο, ελπίζοντας ότι κανείς από τους έξι ανθρώπους που ζούσαν στο σπίτι δεν βρισκόταν μέσα την ώρα της φωτιάς. Ευτυχώς, στο εσωτερικό του ολοσχερώς κατεστραμμένου σπιτιού δεν υπήρχε κανείς…
Εκείνη τη στιγμή δεν ήταν σαφές εάν η φωτιά ήταν ατύχημα ή εμπρησμός. Μέχρι που ένας άντρας, ο οποίος συστήθηκε ως «Κάρλος», πλησίασε το τηλεοπτικό συνεργείο, που μετέδιδε πληροφορίες σχετικά με την πυρκαγιά και ισχυρίστηκε ότι εκείνος που την ξεκίνησε, απαντώντας με άνεση στις ερωτήσεις του δημοσιογράφου. Περιέγραψε πώς και γιατί το έκανε, δηλώνοντας ότι «έριξα βενζίνη στο πάτωμα, έβαλα φωτιά, πήγα να πιω ένα ποτό και μετά επέστρεψα». Η εξήγησή του στο γιατί το έκανε ήταν «Για να επιστήσω την προσοχή όλων στις αξιοθρήνητες συνθήκες διαβίωσης μέσα στο σπίτι, τις οποίες είχα προσπαθήσει να καταγγείλω μέσω της νομίμου οδού, αλλά δεν είχα εισακουσθεί…». Στη συνέχεια, με την κάμερα να τον ακολουθεί, ομολόγησε την πράξη του και σε δύο αστυνομικούς που ήταν παρόντες και συνελήφθη. Αργότερα ήταν λιγότερο ομιλητικός και ζήτησε δικηγόρο…
Είπε οn camera πως μαχαίρωσε τη μητέρα της
Μια άλλη εγκληματίας που ομολόγησε την αποτρόπαια πράξη της σε έναν ανυποψίαστο ρεπόρτερ τηλεοπτικού συνεργείου ειδήσεων ήταν η Κέιτι Νίκολς από το Νόξβιλ του Τενεσσί. Το τοπικό κανάλι WVLT ήταν το πρώτο που έφτασε στον τόπο του εγκλήματος, για να καλύψει τη σχεδόν μοιραία επίθεση με μαχαίρι σε μια 68χρονη γυναίκα.
Ύποπτος δεν υπήρχε εκείνη τη στιγμή, αλλά ένας γείτονας της γυναίκας έκανε κάποιες συγκλονιστικές δηλώσεις . Είπε ότι, χωρίς αμφιβολία, η κόρη της ηλικιωμένης γυναίκας, Κέιτι Νίκολς, ήταν αυτή που επιτέθηκε στην άτυχη γυναίκα προσθέτοντας ότι θα επέστρεφε σύντομα στη σκηνή του εγκλήματος. Προς έκπληξη του τηλεοπτικού συνεργείου ειδήσεων, λίγα λεπτά αργότερα, η Νίκολς επέστρεψε. Πλησίασε το τηλεοπτικό συνεργείο και χωρίς δισταγμό παραδέχτηκε ότι εκείνη διέπραξε τη βίαιη αυτή επίθεση. Ωστόσο, δεν ανέλαβε την πλήρη ευθύνη για αυτό. Αντ’ αυτού, ισχυρίστηκε ότι η μητέρα της ήταν ηγέτης μιας σατανικής αίρεσης, πως της έριχνε κατάρες κι ότι για τέσσερις συνεχόμενες ημέρες προσπαθούσε να την σκοτώσει. Σύμφωνα δε με το παραλήρημα της Νίκολς, το θύμα ήταν ο αντίχριστος και έκανε «συμβολικές αναπαραστάσεις θανάτου».
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, η Νίκολς κάλεσε το τηλεοπτικό συνεργείο μέσα στο διαμέρισμα για να δει μερικά από τα σατανικά σύνεργα της μητέρας της, αλλά οι ρεπόρτερ αρνήθηκαν να την ακολουθήσουν. Συνελήφθη λίγο μετά την ομολογία και εξέφρασε τη λύπη της που δεν κατάφερε να σκοτώσει τη μητέρα της, η οποία μεταφέρθηκε βαριά τραυματισμένη στην εντατική. Παρά τις φρικτές πληγές της, η μητέρα της, Λόρι, κατάφερε αργότερα να περιγράψει το περιστατικό στην Αστυνομία και η Νίκολς κατηγορήθηκε για απόπειρα δολοφονίας.
Γλίτωσε τη θανατική ποινή χάρη σε μια τηλεοπτική σειρά
Κι ενώ υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ατόμων, που έχουν συλληφθεί ή που τα εγκλήματά τους έχουν αποκαλυφθεί λόγω μιας τηλεοπτικής εμφάνισης, κορυφαία είναι η περίπτωση του Χουάν Καταλάν, ο οποίος κατάφερε να γλιτώσει από μια πιθανή θανατική ποινή στις ΗΠΑ, επειδή κατά τύχη η κάμερα τον «έπιασε» στο βάθος μιας σκηνής, ανάμεσα σε κόσμο, σ΄ένα επεισόδιο της κωμικής σειράς του HBO «Curb Your Enthusiasm».
Στις 12 Μαΐου του 2003, ένα 16χρονο κορίτσι με το όνομα Μάρθα Πουέμπλα πυροβολήθηκε και δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι της στην κοιλάδα Φερνάντο. Η δολοφονία θεωρήθηκε από την Αστυνομία πως διαπράχθηκε ως εκδίκηση για την κατάθεσή της σε μια υπόθεση δολοφονίας που αφορούσε στον αδερφό του Καταλάν. Ωστόσο, ο ίδιος ο Καταλάν επεσήμανε αργότερα ότι η Πουέμπλα είχε πράγματι καταθέσει εναντίον του συγκατηγορούμενου του αδελφού του και ότι οι εισαγγελείς ήταν αυτοί που προσπαθούσαν να κάνουν τη σύνδεση της Πουέμπλα με τον ίδιο. Μετά από έναν μήνα ερευνών, ανακρίσεων και καταθέσεων υπόπτων και μαρτύρων, ο 24χρονος τότε Καταλάν συνελήφθη και κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, αφού μάλιστα θεωρήθηκε πως είχε στήσει καρτέρι στην Πουέμπλα για να τη δολοφονήσει.
Ο Καταλάν αρνήθηκε την κατηγορία ισχυριζόμενος ότι τη νύχτα της δολοφονίας βρισκόταν στο Στάδιο Dodger κάτι που αποδεικνυόταν από τα αποκόμματα των εισιτηρίων που είχε κρατήσει. Ζήτησε επίσης να περάσει από ανιχνευτή ψεύδους, αλλά τα αιτήματά του απευθύνονταν σε ώτα μη ακουόντων και απορρίφθηκαν τρεις φορές. Ωστόσο, μέσα στους πρώτους δύο μήνες της ποινής του, μια ανάμνησή του από την ημέρα της δολοφονίας έμελε να αλλάξει τη ζωή και τη μοίρα του. Θυμήθηκε ότι την ημέρα και ώρα της δολοφονίας ένα τηλεοπτικό συνεργείο του HBO έκανε κοντά του γυρίσματα για την επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά «Curb Your Enthusiasm». Ενώ οι προηγούμενες προσπάθειες εύρεσης μιας αναγνωρίσιμης εικόνας του Καταλάν από τις κάμερες ασφαλείας του σταδίου είχαν αποτύχει, αυτό θα μπορούσε να προσφέρει μια αρκετά σαφή εικόνα ώστε να αποδείξει την αθωότητά του και να κερδίσει μια για πάντα την ελευθερία του.
Αφού κάθισε μαζί με τον ίδιο τον Λάρι Ντέιβιντ (κωμικό, συγγραφέα, σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή της δημοφιλούς σειράς του ΗΒΟ) και παρακολούθησαν τα πλάνα της σειράς εκείνης της ημέρας, ο δικηγόρος του Καταλάν εντόπισε τον πελάτη του σε κάποια πλάνα. Τα εν λόγω στιγμιότυπα ήταν αρκετά για να αποδείξουν το άλλοθι του Καταλάν εξασφαλίζοντας του ταυτόχρονα μία αποζημίωση ύψους 320.000 δολαρίων!
Τηλεοπτική παγίδα από την αστυνομία
Το 2004, η βρετανική αστυνομία του Χάμπσαϊρ είχε στα χέρια της έναν μακρύ κατάλογο φοροφυγάδων και ατόμων που δεν εμφανίζονταν στο δικαστήριο, παρά τις νόμιμες κλητεύσεις. Καθώς δεν φαινόταν να υπάρχει τρόπος να εμφανισθούν εθελοντικά ενώπιον της Δικαιοσύνης, η αστυνομία έγινε πραγματικά ευφάνταστη και δημιουργική: Αποφάσισε να συνεργαστεί με το Channel 5 για να δημιουργήσει μια τηλεοπτική εκπομπή με τίτλο «The Great Big Giveaway Show». Στη συνέχεια έστειλε προσκλήσεις σε 20 από τα άτομα που ήθελε να συλλάβει, προσφέροντάς τους την ευκαιρία να κερδίσουν σημαντικά χρηματικά ποσά μέσω της εκπομπής. Μάλιστα η αστυνομία κατόρθωσε να αναλάβει την παρουσίαση της εν λόγω εκπομπής, ο πρώην βουλευτής Νιλ Χάμιλτον και η σύζυγός του, Κριστίν – που εμφανίζονταν πολύ συχνά σε διάφορα τηλεοπτικά σόου. Κατάφερε ακόμη να εξασφαλίσει και τη συνεργασία του -πολύ γνωστού στη Μεγάλη Βρετανία- θεατρικού ηθοποιού, τραγουδιστή και τηλεοπτικού παρουσιαστή, Ντάρεν Ντέι, προσδίδοντας έτσι μεγάλο ενδιαφέρον για την συμμετοχή στο σόου.
Αφού οι διαγωνιζόμενοι εμφανίσθηκαν στο στούντιο, ένας μυστικός αστυνομικός που έπαιζε τον ρόλο του σεκιούριτι, τους έκανε έρευνα: Ηλεγξε τις ταυτότητές τους και μετά τους έστειλε για να συναντήσουν τους Χάμιλτον. Στη συνέχεια, οι διαγωνιζόμενοι μεταφέρθηκαν στο μακιγιάζ. Μετά έπρεπε απλώς να περιμένουν στα παρασκήνια για τη μεγάλη τους στιγμή… Δυστυχώς για αυτούς, το όνειρό τους για ένα μεγάλο χρηματικό έπαθλο ή 15 λεπτά δημοσιότητας επρόκειτο να γίνει κομμάτια. Καθώς περπατούσαν σε έναν διάδρομο στρωμένο με κόκκινο χαλί, και πηγαίνοντας προς το κεντρικό στούντιο άκουσαν το χειροκρότημα του κοινού και τη φωνή του Ντάρεν Ντέι να τους προαναγγέλλει. Ωστόσο στην άλλη άκρη του διαδρόμου δεν τους περίμενε το κοινό και οι Χάμιλτον αλλά δύο αστυνομικοί… Εκείνη την ημέρα συνελήφθησαν συνολικά 17 άτομα – οι οκτώ καταζητούνταν για φοροδιαφυγή ενώ οι υπόλοιποι εννέα για μια σειρά άλλων αδικημάτων.
Ραντεβού στα Τυφλά με έναν δολοφόνο
Ο Γου Γκανγκ, ο οποίος ήταν 39 ετών κατά τη σύλληψή του, δεν είναι ο πρώτος διαγωνιζόμενος σε τηλεοπτική εκπομπή, που συνελήφθη με την κατηγορία του φόνου αφότου εμφανίστηκε στην τηλεόραση. Στην πραγματικότητα, δεν είναι και μοναδικός σε σόου γνωριμιών. Το 1978, ο Ρόντεϊ Αλκάλα, ένας κατά συρροή δολοφόνος και βιαστής καταδικασμένος σε θανατική ποινή, με το παρατσούκλι «The Dating Game Killer», εμφανίστηκε με μεγάλη επιτυχία στο «The Dating Game» αφού είχε ήδη σκοτώσει τουλάχιστον τέσσερα άτομα. Οι Αλκάλα και Γου είχαν ωστόσο ένα κοινό χαρακτηριστικό που τους οδήγησε στη νίκη στις αντίστοιχες εκπομπές και πιθανότατα τους βοηθούσε να παρασύρουν τα θύματά τους: Την ικανότητά τους να γοητεύουν με την παρουσία τους τόσο το κοινό όσο και τις διαγωνιζόμενες.
Το 1998, ο Γου δολοφόνησε έναν άνδρα στο Jilin της Κίνας, πριν εξαφανιστεί για 13 ολόκληρα χρόνια. Η αστυνομία δεν είχε ούτε ένα στοιχείο για την υπόθεση. Αυτό που αργότερα θα μπέρδευε τόσο το κοινό όσο και την αστυνομία περισσότερο από την εξαφάνισή του ήταν η επανεμφάνισή του στο κινέζικο «Ραντεβού στα Τυφλά» Happy League. Ο Γου, χρησιμοποιώντας το ψεύτικο όνομα Λούι Χάο, κατάφερε να γοητεύσει τις διαγωνιζόμενες και να κατακτήσει τη νίκη στο σόου, με την απαλή και ήρεμη φωνή του και τη ζωηρή προσωπικότητά του. Η διαγωνιζόμενη που είχε κερδίσει τη δυνατότητα να επιλέξει συνοδό ήταν τόσο ενθουσιασμένη μαζί του που τον διάλεξε για ραντεβού ανάμεσα σε οκτώ ακόμη υποψηφίους.
Ιδέα δεν είχε φυσικά πως είχε κανονίσει ραντεβού με έναν δολοφόνο. Ευτυχώς γι’ αυτήν, ένας τηλεθεατής είχε αναγνωρίσει στον φαινομενικά ακίνδυνο Λούι τον ύποπτο σε υπόθεση δολοφονίας από τη δεκαετία του 1990. Η αστυνομία, μετά από έρευνα, συμφώνησε ότι ο Λούι έμοιαζε καταπληκτικά με τον Γου και τον κράτησε ως βασικό ύποπτο στην υπόθεση. Ο Λι Ανγκ, αστυνομικός από το τμήμα ποινικών ερευνών του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας του Jilin, δήλωσε ότι «ο Λούι είχε συνηθίσει τη νέα του ταυτότητα και ξεγελούσε όλους γύρω του τόσο πολύ που δεν το σκέφθηκε δύο φορές πριν πάει στο σόου».
Έφηβη κατηγορεί τον πατέρα της για τριπλή δολοφονία σε ζωντανή μετάδοση από την τηλεόραση
Ήταν μια εκπληκτική αποκάλυψη σε μια δημοφιλή ινδική εκπομπή, που έφερε στο φως μια προηγουμένως άλυτη υπόθεση τριπλής δολοφονίας. Το 2012, ένα 16χρονο κορίτσι που είχε κλεφτεί με τον φίλο της εμφανίστηκε στο Solvathellam Unmai (ριάλιτι σόου που παρουσιάζει πραγματικές οικογενειακές ιστορίες με στόχο την «απονομή δικαιοσύνης» για να μιλήσει. Ακολούθησε έντονος διαπληκτισμός ανάμεσα στο κορίτσι και τους γονείς της, οι οποίοι είχαν επίσης προσκληθεί στην εκπομπή. Η οικοδέσποινα του σόου ηρέμησε τελικά την κατάσταση, λέγοντας στους καλεσμένους της ότι όλοι πρέπει να πάνε σπίτι και να τα βρουν. Στη συνέχεια, όμως, η ήδη φορτισμένη συζήτηση έδωσε τη θέση της σε μια συγκλονιστική αποκάλυψη-κατηγορία από το κορίτσι εναντίον του πατέρα. Είπε ότι φοβόταν να επιστρέψει μαζί του στο σπίτι διότι ήταν υπεύθυνος για τις δολοφονίες τριών ανθρώπων τα πτώματα των οποίων είχε θάψει στο συγκρότημα κτιρίων όπου έμενε η οικογένεια, στην περιοχή Villupuram. Οι εν λόγω κατηγορίες αντιμετωπίστηκαν σοβαρά από την αστυνομία, η οποία πήγε να ερευνήσει το σπίτι της οικογένειας. Πράγματι, τρία πτώματα βρέθηκαν θαμμένα στην αυλή. Η αστυνομία δήλωσε ότι τα τρία αυτά άτομα είχαν αφήσει στον Μούρουγκαν κοσμήματα για φύλαξη και πως όταν του τα ζήτησαν πίσω εκείνος τους σέρβιρε ένα γεύμα με δηλητήριο δολοφονώντας και τους τρεις και κρατώντας τα κοσμήματα για τον εαυτό του. Λίγο μετά από αυτήν την αποκάλυψη, ο Μούρουγκαν συνελήφθη μαζί τη σύζυγό και τον αδερφό του.
Έδινε συνεντεύξεις αφού είχε δολοφονήσει δυο ανήλικα κορίτσια
Στις 4 Αυγούστου του 2002, η εξαφάνιση δύο δεκάχρονων κοριτσιών, της Χόλι Μαρί Γουέλς και της Τζέσικα Έιμι Τσάπμαν συγκλόνισε τη Βρετανία. Λιγότερο από μια δεκαετία μετά την τραγική απαγωγή και δολοφονία του δύο ετών Τζέιμς Μπάλγκερ – που είχε απαχθεί, βασανισθεί και δολοφονηθεί από δύο δεκάχρονα αγόρια – η Βρετανική κοινή γνώμη ήταν ακόμη σε εγρήγορση. Η παράνοια για την ασφάλεια των παιδιών είχε εξαπλωθεί παντού.
Ο ΄Ιαν Χάντλεϊ ήταν πρόθυμος να βοηθήσει στην έρευνα της αστυνομίας για την εξαφάνιση της Χόλι και της Τζέσικα. Ήταν επιστάτης στο σχολείο τους, το Δημοτικό Σχολείο του St. Andrew. Ο Χάντλεϊ συνεργάστηκε με την αστυνομία και παραδέχτηκε ανοιχτά ότι ήταν το τελευταίο άτομο που είδε τα κορίτσια ζωντανά. Μιάμιση εβδομάδα μετά την εξαφάνισή τους κατά τη διάρκεια οικογενειακού μπάρμπεκιου, ο βετεράνος δημοσιογράφος Τζέρεμι Τόμσον πραγματοποίησε μια σύντομη συνέντευξη με τον Χάντλεϊ έξω από το σπίτι του, όπου εκείνος ζητούσε από οποιονδήποτε είχε πληροφορίες να εμφανιστεί και να καταθέσει.
Λόγω της εικόνας του, που έσφυζε από πραγματική θλίψη και αγωνία, κανείς δεν είχε λόγο να υποψιαστεί ότι ο Χάντλεϊ μπορεί να ήταν ένοχος. Ενας άλλος δημοσιογράφος όμως, ο Μπράιαν Φάρμερ, που είχε επίσης πάρει συνέντευξη από τον Χάντλεϊ, παρακολουθώντας τη συνέντευξη στον Τζέρεμι Τόμσον παρατήρησε κάποια παράξενη συμπεριφορά του Χάντλεϊ και πολλές ασυνέπειες στα λεγόμενά του και ενημέρωσε την αστυνομία. Την ίδια ημέρα, η παραγωγός του BBC Ντέμπι Τάμπι επικοινώνησε επίσης με την αστυνομία αφού παρατήρησε πως όταν ο Χάντλεϊ την άκουσε να μιλάει στο τηλέφωνο για μια «σημαντική εξέλιξη» στην υπόθεση, άρχισε να ιδρώνει και να την ρωτάει νευρικά αν βρέθηκε κάποιο από τα ρούχα των κοριτσιών. Σε αυτό το σημείο της έρευνας, κανείς δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ότι τα ρούχα είχαν αφαιρεθεί από τα σώματα της Χόλι και της Τζέσικα και είχαν πεταχθεί, σκισμένα, στα σκουπίδια μιας κοντινής πόλης. Μετά από εξαντλητική έρευνα, ο Χάντλεϊ συνελήφθη και κρίθηκε ένοχος για τις δολοφονίες. Η κοπέλα του εκείνη την εποχή, η Μαξίν Καρ αποδείχθηκε πως του είχε δώσει ψεύτικο άλλοθι. Ο Χάντλεϊ καταδικάστηκε σε κάθειρξη τουλάχιστον 40 ετών, ενώ η Καρ σε φυλάκιση τριάμισι ετών.
Σε ζωντανή συνέντευξη Τύπου μετά τη δολοφονία των έξι παιδιών του
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Μικ Φίλποτ, με το παρατσούκλι «Ξετσίπωτος Μικ», έγινε πρωτοσέλιδο στα βρετανικά ταμπλόιντ, αφού απέκτησε το 17ο παιδί του, βασιζόμενος αποκλειστικά και μόνο στη λήψη κοινωνικών επιδομάτων. Το 2006, όταν απαίτησε από τον Δήμο ένα μεγαλύτερο σπίτι για την οικογένειά του, το βρετανικό κοινό αντέδρασε με θυμό και αηδία. Ο Φίλποτ, ο οποίος είχε εμμονή με την ιδέα της φήμης, έκανε πολλές τηλεοπτικές εμφανίσεις σε εκπομπές και ντοκιμαντέρ και μέσα σε σύντομο διάστημα άρχισε να «ξεφεύγει» με τη νέα – ξεδιάντροπη εικόνα που παρουσίαζε.
Τον Μάιο του 2012, το όνομά του εμφανίστηκε ξανά στις ειδήσεις. Αυτή τη φορά, οι τίτλοι ήταν πιο συγκλονιστικοί από ποτέ. Μια πυρκαγιά είχε ξεσπάσει στο σπίτι της οικογένειάς του, οδηγώντας στον θάνατο έξι από τα παιδιά του. Όταν βρέθηκε βενζίνη στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού η αστυνομία άρχισε να αντιμετωπίζει το περιστατικό ως εγκληματική ενέργεια. Λίγους μήνες νωρίτερα, η ερωμένη του Φίλποτ Λίζα Γουίλις, είχε φύγει από το σπίτι που μοιραζόταν με τον Μικ και τη σύζυγό του, Μέιρεντ. Την ημέρα της φωτιάς είχε προγραμματισθεί να γίνει μια ακρόαση για την επιμέλεια των παιδιών της Γουίλις, που είχαν πατέρα τον Μικ…
Στην αρχή, η αστυνομία συνέλαβε την Γουίλις και τον αδερφό της ως ύποπτους για τον εμπρησμό και τις δολοφονίες, αλλά αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι. Σύντομα, η υποψία έπεσε στους Φίλποτ. Τις ημέρες μετά την πυρκαγιά, ο Μικ είπε στην αστυνομία ότι ήθελε να οργανώσει μια τηλεοπτική συνέντευξη Τύπου. Η αστυνομία τον βοήθησε να το κάνει, αλλά τόσο οι αστυνομικοί όσο και το κοινό εξεπλάγησαν από αυτό που είδαν: Κάποιος θα περίμενε από δύο γονείς που είχαν υποστεί μια τέτοια τραγωδία να ζητούν απεγνωσμένα μάρτυρες ή πληροφορίες.
Αντ’ αυτού, ο Μικ επαινούσε και ευχαριστούσε την αστυνομία και τους πυροσβέστες που προσπάθησαν τόσο απεγνωσμένα να σώσουν τα παιδιά του. Ένας αστυνομικός, ο οποίος ήταν παρών, παρατήρησε ότι δεν υπήρχε πραγματική θλίψη στο πρόσωπό του. Πως μετά από τη συνέντευξη ο Μικ, γελούσε και αστειευόταν. Κάπως έτσι, η αστυνομία αποφάσισε να βάλει «κοριούς» στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, όπου έμεναν οι Φίλποτς. Ο Mικ ακούστηκε να ρωτάει τη γυναίκα του για διάφορα ζητήματα σχετικά με τις καταθέσεις της στην αστυνομία – όπως αν είχε κλάψει αρκετά… Μετά από ώρες ακρόασης, η αστυνομία είχε αποκτήσει πλέον αρκετές αποδείξεις για να επιβεβαιώσει ότι τόσο ο Μικ όσο και η σύζυγός του ήταν συνεργοί στον εμπρησμό. Αργότερα, έγινε γνωστό ότι η πρόθεση των Φίλποτ ήταν να παγιδεύσουν τη Λίζα Γουίλις ως ένοχη για τη φωτιά και να κερδίσουν πίσω την επιμέλεια των παιδιών της, έτσι ώστε οι Φίλποτς να μπορούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν τα επιδόματα της Πρόνοιας και γι’ αυτά…