Ήταν το 1926, 7 Νοεμβρίου, όταν διεξήχθησαν για πρώτη φορά εκλογές στην Ελλάδα με απλή αναλογική και με ψηφοδέλτιο, μετά την κατάργηση του σφαιριδίου, από το οποίο και προήλθαν οι εκφράσεις το «μαύρο» και το «δαγκωτό». Στις νεότερες εποχές, ήδη πριν από την Αναγέννηση (Ενετική Δημοκρατία) τόσο στη Δύση όσο και στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκαν σφαιρίδια (pallota στα ιταλικά) διαφορετικού χρώματος στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τη χειραγώγηση των αγράμματων Ελλήνων.
Το σφαιρίδιο (μικρός μολυβένιος βώλος) εισήχθη στην Ελλάδα ως μέσο ψηφοφορίας με εισήγηση των Επτανήσιων βουλευτών, με τη δικαιολογία ότι ήταν το «καταλληλότερο εις τα αναπτυγμένα έθνη, τα έχοντα ηθικήν καλυτέραν, σέβας προς τους νόμους και την δημοτικήν παιδείαν διακεχυμένην και εις το ευτελέστατον χωρίον».
Η συνταγματική κατοχύρωση της διά σφαιριδίων ψηφοφορίας είχε σκοπό το «απόρρητο της ψήφου», μετά την εμπειρία των νόθων εκλογών της Οθωνικής περιόδου, κατά τις οποίες χρησιμοποιούνταν ψηφοδέλτια. Από το 1844 και για ογδόντα χρόνια περίπου οι Έλληνες ψηφοφόροι χρησιμοποιούσαν σφαιρίδια.
Η ψηφοφορία με σφαιρίδιο γινόταν ως εξής: Σε κάθε εκλογικό τμήμα υπήρχαν τόσες κάλπες όσοι και οι υποψήφιοι. Η κάλπη κάθε υποψηφίου, κατασκευασμένη από λευκοσίδηρο (τσίγκο), ήταν χωρισμένη εσωτερικά σε δύο μέρη, τα οποία εξωτερικά ξεχώριζαν από το διαφορετικό χρώμα τους. Το δεξιό μέρος ήταν λευκό και έγραφε ΝΑΙ και το αριστερό μαύρο και έγραφε ΟΧΙ. Επάνω στην κάλπη υπήρχε κολλημένος ένας σωλήνας υπό γωνία, ο οποίος κατέληγε σε στρογγυλή οπή.
Ο ψηφοφόρος έπαιρνε από τον σφαιροδότη ένα μολυβένιο σφαιρίδιο, σήκωνε ψηλά το χέρι του για να δουν τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής ότι κρατά μόνο ένα σφαιρίδιο και στη συνέχεια πλησίαζε την κάλπη, έβαζε το χέρι του μέσα στην οπή του σωλήνα και έριχνε το σφαιρίδιο στο χώρισμα που αντιστοιχούσε στο «ναι» ή το «όχι».
Το «ναι» αντιστοιχούσε στη θετική ψήφο και το «όχι» στην αρνητική. Δηλαδή, ο εκλογέας που ήθελε να καταψηφίσει ένα υποψήφιο έριχνε το σφαιρίδιο στο τμήμα της κάλπης που είχε μαύρο χρώμα, εξ ου και οι εκφράσεις «τον μαύρισαν» ή «θα φάει ή έφαγε μαύρο». Κάποιες φορές οι φανατικοί υποστηρικτές ενός υποψηφίου δάγκωναν το σφαιρίδιο, ώστε να αφήσουν τα ίχνη των δοντιών τους στην επιφάνειά του και να δείξουν την αφοσίωσή τους στον εκλεκτό τους. Έτσι προήλθε η έκφραση «το έριξα δαγκωτό».
Ο κάθε εκλογέας έπρεπε να περάσει υποχρεωτικά από όλες τις κάλπες των υποψηφίων και να ακολουθήσει την ίδια διαδικασία. Διαφορετικά η τιμωρία ήταν πρόστιμο και ποινή φυλάκισης.
Οι πρώτες εθνικές εκλογές με σφαιρίδιο έγιναν στις 14-17 Μαΐου 1865, με νικητή τον Μεσσήνιο Αλέξανδρο Κουμουνδούρο.
Από τις δημοτικές εκλογές του 1914 και τις βουλευτικές του 1926 μέχρι και σήμερα, το έντυπο ψηφοδέλτιο μαζί με το σταυρό προτίμησης, είναι πλέον το μέσο ψηφοφορίας, που ισχύει.