Αυξάνει τα μέτρα ασφαλείας η Βρετανία για τις επικείμενες διαδηλώσεις αυτού του Σαββατοκύριακου

Κοινοποίηση:
Britain-British-protests-about-immigrants

Οι βρετανικές αρχές βρίσκονται σε κατάσταση αυξημένης επιφυλακής, παρά την παρατηρούμενη ηρεμία που έχει ακολουθήσει τις δέκα ημέρες έντονων ρατσιστικών και ισλαμοφοβικών ταραχών που έχουν πλήξει τη χώρα. Η κυβέρνηση ελπίζει σε γρήγορες και αυστηρές καταδίκες από το δικαστικό σύστημα, με σκοπό να αποθαρρύνει την πιθανότητα νέων επεισοδίων.

 

Αν και οι ταραχές συνεχίστηκαν χθες το βράδυ στη Βόρεια Ιρλανδία, οι υπόλοιπες περιοχές της Βρετανίας δεν έχουν βιώσει νέα κρούσματα βίας από την Τρίτη και την Τετάρτη. Χιλιάδες πολίτες συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις, εκφράζοντας την αντίθεσή τους στον ρατσισμό και την ισλαμοφοβία.

Ωστόσο, καθώς πλησιάζει το Σαββατοκύριακο, η κυβέρνηση εκφράζει ανησυχίες ότι η επανέναρξη των αγώνων του εθνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου μπορεί να προκαλέσει νέες εντάσεις.

Σήμερα το πρωί, διατηρώντας τον τόνο αποφασιστικότητας που έχει υιοθετήσει από την αρχή αυτής της κρίσης, ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ κάλεσε την αστυνομία να παραμείνει «σε κατάσταση συναγερμού» προκειμένου να «εγγυηθεί την ασφάλεια των κοινοτήτων μας».

Ο Βρετανός πρωθυπουργός έκανε τις δηλώσεις αυτές σε βρετανικά ΜΜΕ στο περιθώριο μιας επίσκεψης σε ένα κέντρο διοίκησης της αστυνομίας του Λονδίνου.

Νωρίτερα, ο υπουργός Νικ Τόμας Σίμοντς είπε στο Sky News ότι επιπλέον 1000 ειδικευμένοι αστυνομικοί θα αναπτυχθούν στη χώρα ενόψει του Σαββατοκύριακου.
Πώς ξέσπασαν οι ταραχές

Χιλιάδες μέλη των δυνάμεων επιβολής του νόμου έχουν κινητοποιηθεί από τότε που οι ταραχές ξέσπασαν την περασμένη Τρίτη, έπειτα από μια επίθεση με μαχαίρι στη βορειοδυτική Αγγλία, στην οποία σκοτώθηκαν τρία κοριτσάκια.

Σχεδόν 500 άνθρωποι συνελήφθησαν, σε περίπου 150 ανθρώπους απαγγέλθηκαν κατηγορίες και η δικαιοσύνη ξεκίνησε να εκδίδει δεκάδες καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος παραβατών.

Ο Κιρ Στάρμερ δήλωσε «απόλυτα πεπεισμένος» ότι αυτή η «γρήγορη» απάντηση εκ μέρους της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών είχε «πραγματικά αντίκτυπο» στην απουσία νέων βίαιων επεισοδίων στην Αγγλία από την Τρίτη.

Ειδικά από τη στιγμή που ενημερωτικά τηλεοπτικά δίκτυα αναμεταδίδουν ορισμένες ακροαματικές διαδικασίες στα δικαστήρια, κατά τη διάρκεια των οποίων ανακοινώνονται οι ποινές σε ταραξίες, που έχουν ομολογήσει την ενοχή τους.

Σε πολλούς εξ αυτών έχουν επιβληθεί ποινές κάθειρξης πολλών ετών, επειδή συμμετείχαν στα επεισόδια και στις συγκρούσεις με την αστυνομία.

 

Οι πρώτες ποινές

Για πρώτη φορά σήμερα, η βρετανική δικαιοσύνη αναμένεται να ανακοινώσει τις πρώτες ποινές σε βάρος ατόμων που κατηγορούνται ότι συνέβαλαν στη διασπορά “μηνυμάτων μίσους” στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε σχέση με τις ταραχές.

Στο Λιντς, ένας 38χρονος νεαρός δήλωσε ένοχος ότι δημοσίευσε μηνύματα υποκίνησης φυλετικού μίσους στο Facebook, καλώντας άλλους να επιτεθούν σε ένα ξενοδοχείο στην πόλη όπου φιλοξενούνται αιτούντες άσυλο.

Το κτήριο βρέθηκε στο στόχαστρο των διαδηλωτών, που πέταξαν πέτρες και έσπασαν παράθυρα.

Χθες, μία γυναίκα ηλικίας 55 ετών συνελήφθη επειδή ανήρτησε ένα μήνυμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο οποίο αναπαρήγαγε μια ψευδή πληροφορία σχετικά με την ταυτότητα του δράστη της δολοφονίας των 3 κοριτσιών.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «δεν αποτελούν μία ζώνη παρανομίας» υπογράμμισε ο Κιρ Στάρμερ σήμερα, υποσχόμενος ότι η κυβέρνηση θα «ερευνήσει» το θέμα, αφότου προειδοποίησε τις τελευταίες ημέρες τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους επικεφαλής τους.

Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτές οι καταδίκες πρέπει να λειτουργήσουν ως μία «υπενθύμιση». «Είτε εμπλέκεστε άμεσα (με τις βιαιοπραγίες) είτε δράσατε από απόσταση, είστε ένοχοι και θα οδηγηθείτε ενώπιον της δικαιοσύνης εάν έχετε παραβιάσει τον νόμο», τόνισε.

Ορισμένοι, όπως ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν, καλούν την κυβέρνηση να επανεξετάσει έναν νέο νόμο για την ασφάλεια στο διαδίκτυο που είχε ψηφιστεί τον περασμένο χρόνο, ο οποίος, όμως, δεν έχει ακόμη τεθεί σε πλήρη ισχύ.

«Πιστεύω ότι δεν έχει υιοθετηθεί» δήλωσε ο μουσουλμάνος δήμαρχος του Λονδίνου, σε μια συνέντευξη στον Guardian.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: