Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία αποφάσισε να ενισχύσει τον στόλο της. Ο βασικός κατά θάλασσα αντίπαλός της ήταν η Ελλάδα η οποία αποφάσισε να ενεργήσει ανάλογα, αγοράζοντας δύο αμερικανικά θωρηκτά pro-dreadnought και παραγγέλλοντας δύο ελαφρά καταδρομικά και νέα αντιτορπιλικά στη Βρετανία, ένα θωρηκτό στη Γερμανία και ένα στη Γαλλία.
Δυστυχώς από όλα αυτά τα πλοία μόνο τα δύο παλαιά θωρηκτά, τα “Λήμνος” και “Κιλικίς” παραδόθηκαν. Όλα τα άλλα δεν παραδόθηκαν λόγω της έκρηξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα δύο καταδρομικά που παραγγέλθηκαν στη Βρετανία αποτελούσαν εξέλιξη των ελαφρών καταδρομικών της κλάσης Town. Τα ελληνικά σκάφη διέφεραν όμως των βρετανικών αδερφών τους, κυρίως στον οπλισμό.
Έτσι αντί των εννέα πυροβόλων των 152mm που έφεραν τα βρετανικά τα ελληνικά θα έφεραν 10 νέα πυροβόλα των 5,5 in. (140mm), τα οποία όμως, αν και έβαλλαν λίγο ελαφρύτερο βλήμα (39 κιλών, έναντι 45), είχαν καλύτερα βλητικά χαρακτηριστικά και μεγαλύτερη ταχυβολία.
Τα δύο ελληνικά σκάφη θα έφεραν επίσης δύο πυροβόλα των 12 pdr (76,2mm) σε αντιαεροπορικό ρόλο. Επειδή όμως τα πυροβόλα αυτά δεν ήταν διαθέσιμα εξοπλίστηκαν με πυροβόλα των 3 pdr (47mm) της Vickers. Τα σκάφη θα έφεραν επίσης από δύο τορπιλοβλητικούς σωλήνες των 21 in. τοποθετημένους κάτω από την ίσαλο. Αμφότερα διέθεταν ατμοστροβίλους Parson και 12 λέβητες Yarrow που προσέδιδαν ιπποδύναμη 31.000 hp στο “Κατσώνης” και 25.000 hp στο “Κουντουριώτης”, που τους επέτρεπαν να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα 26,5 και 25,5 κόμβων, αντίστοιχα.
“Κατσώνης” και “Κουντουριώτης”
Η διαφορά στην ιπποδύναμη και στην ταχύτητα οφείλεται στο ότι το “Κατσώνης” έκαιγε μόνο αργό πετρέλαιο στους λέβητές του, μετέφερε 1.161 τόνους, ενώ το “Κουντουριώτης” έκαιγε και άνθρακα – μετέφερε 1.070 τόνους άνθρακα και 352 τόνους αργού πετρελαίου. Το “Κατσώνης” άρχισε να ναυπηγείται στις 7 Νοεμβρίου 1914, δηλαδή μετά την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το “Κουντουριώτης” είχε αρχίσει να ναυπηγείται στις 27 Μαρτίου 1914 και καθελκύστηκε 18 Ιανουαρίου 1915. Το “Κατσώνης” καθελκύστηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1915. Τα καταδρομικά είχαν μήκος 135,9 μέτρων, πλάτος 15,2 μ. και βύθισμα 4,9 μ. Είχαν πλήρες εκτόπισμα 5.765 τόνων το “Κατσώνης” και 5.845 τόνων το “Κουντουριώτης”.
Τα σκάφη έφεραν ικανοποιητική για τον τύπο τους θωράκιση. Διέθεταν θωρακισμένη ζώνη πάχους 50mm και θωρακισμένο κατάστρωμα μέγιστου πάχους 40mm. Η θωρακισμένη γέφυρα προστατεύονταν από θωράκιση πάχους 102mm. Ωστόσο η έκρηξη του πολέμου και οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα δεν επέτρεψαν την παράδοσή τους. Το “Κουντουριώτης” ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1915 και το “Κατσώνης” ένα έτος αργότερα. Και τα δύο παραδόθηκαν στο Βρετανικό ναυτικό με τα ονόματα “HMS Chester”, το “Κατσώνης” και “HMS Birkenhead”, το “Κουντουριώτης”.
Με τη βρετανική σημαία πολέμησαν αμφότερα στη μεγάλη ναυμαχία της Γιουτλάνδης, το 1916, με το “HMS Chester” να υφίσταται σοβαρές ζημιές από τα γερμανικά καταδρομικά μάχης. Το 1920 υπήρξε η σκέψη πώλησής του στην Ελλάδα, που όμως απορρίφθηκε τελικά και τα σκάφη κατέληξαν στο διαλυτήριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας ναύτης του HMS Chester, ο 16χρονος Τζον Κόρνγουελ, που αν και βαριά τραυματισμένος συνέχισε να μάχεται μέχρι την τελευταία του πνοή και κέρδισε, μετά θάνατο, τον Σταυρό της Βικτωρίας.