Είναι ο Μήτσάρας και παντρεύεται μια καραγκούνα. Μετά το γλέντι πάνε στο σπίτι για την πρώτη νύχτα του γάμου. Ρίχνει ο Μήτσάρας τη γυναίκα στο κρεβάτι τη yδύvει και ξεκινάει να yδύvεται και αυτός, βγάζει το σακάκι και λέει:
– Κοίτα μαρή μπράτσα, δυναμίτς μαρή, δυναμίτς…
– Δυναμίτς Μήτσουμ, δυναμίτς…
Βγάζει το φανελάκι:
– Κοίτα μαρή στήθoυς, δυναμίτς μαρή, δυναμίτς…
– Δυναμίτς Μήτσουμ, δυναμίτς…
Βγάζει το παντελόνι:
– Κοίτα μαρή…
ποδάρ, δυναμίτς μαρή, δυναμίτς…
– Δυναμίτς Μήτσουμ, δυναμίτς…
Βγάζει και το εσώpouχο, πέφτουν στο κρεβάτι, κάνουν ότι είναι να κάνουν και γυρίζει και του λέει η βλάχα:
– Δυναμίτς-δυναμίτς Μήτσουμ, αλλά… του φυτίλ κουντό!