Βάσεις 2022: Η ελάχιστη βάση δημιούργησε κενές θέσεις στην Ευελπίδων

Κοινοποίηση:
Στρατιωτικές Σχολές

Το παράδοξο των κενών θέσεων στις Στρατιωτικές Σχολές συνεχίστηκε ακόμα μία χρονιά, με τις υψηλόβαθμες και δημοφιλείς σχολές ενστόλων να δυσκολεύονται να ξεπεράσουν το σκόπελο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.

Παρά τις αυξημένες θέσεις, οι οποίες τα δύο τελευταία χρόνια έχουν ξεπεράσει τις 600, και φέτος παρέμειναν πάνω από 100 θέσεις κενές σε συγκεκριμένες σχολές.

Ειδικότερα, στην Ευελπίδων (ΣΣΕ)-ΟΠΛΑ, από το σύνολο των αρχικών 146 θέσεων, οι επιτυχόντες είναι 87, αφήνοντας 59 θέσεις κενές. Αν σε αυτές προσθέσουμε και τις θέσεις κατόπιν μεταφοράς, ο αριθμός των διαθέσιμων θέσεων εκτοξεύεται σε 226 και τα κενά είναι 139.

Αντίστοιχα και στη Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ) Μάχιμοι, από τις αρχικές 26 θέσεις που κατόπιν μεταφοράς φτάνουν τις 41, καλύφθηκαν οι 25.
Το ίδιο φαινόμενο εμφανίστηκε και πέρσι με 103 κενές θέσεις, γεγονός που προκαλεί ερωτήματα, καθώς ενώ η Πολιτεία έχει δείξει ξεκάθαρη πρόθεση για αύξηση του αριθμού εισακτέων και ενίσχυση των Σωμάτων ασφαλείας στη χώρα, οι θέσεις στη συγκεκριμένη σχολή φαίνεται ότι δεν μπορούν να καλυφθούν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.

Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής
Σύμφωνα με τους αναλυτές, το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση είναι η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, η οποία θέτει υψηλά τον πήχη για τους υποψηφίους. Οι Στρατιωτικές Σχολές στην πλειονότητά τους επιλέγουν τον υψηλότερο συντελεστή (1,2), ο οποίος απαιτεί από τους υποψηφίους υψηλές βαθμολογίες. Κάποιες εξ αυτών επιλέγουν το συντελεστή 1, που κι αυτός με τη σειρά του δυσκολεύει την εισαγωγή και διατηρεί σε υψηλό επίπεδο τις βάσεις εισαγωγής.

Ειδικότερα, με βάση τα φετινά δεδομένα, στην Ευελπίδων (ΣΣΕ)-ΟΠΛΑ, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής «κλείδωσε» στο 14,25, με τον πρώτο επιτυχόντα να έχει μόρια εισαγωγής 17.595 και τον τελευταίο 14.025 μόρια.
Τα τελευταία χρόνια, η συγκεκριμένη σχολή εμφανίζει μια σταδιακή πτώση στη βάση εισαγωγής της. Ενδεικτικά το 2019 είχε βάση εισαγωγής 15.737, ενώ φέτος 14.025.

Τα αίτια σύμφωνα με τους αναλυτές είναι τα εξής:

Πρώτον, οι επιδόσεις των υποψηφίων έχουν «πέσει» τα τελευταία χρόνια, κάτι που αποδίδεται και στη «γενιά του κορονοϊού», των παιδιών δηλαδή που πέρασαν τα προηγούμενα χρόνια στο σπίτι με τηλεκπαίδευση.

Δεύτερον, οι υποψήφιοι που διεκδικούν αυτές τις σχολές έχουν έναν ακόμα σκόπελο πέραν των υψηλών βαθμολογιών. Δεν αρκεί μόνο το διάβασμα και μια υψηλή βαθμολογία, αλλά και το να περάσουν τις προκαταρκτικές εξετάσεις, δηλαδή τα αγωνίσματα. Επομένως αυτόματα περιορίζεται ο αριθμός των υποψηφίων με υψηλές βαθμολογίες που διεκδικούν αυτές τις σχολές.
Τρίτον, η αύξηση του αριθμού εισακτέων με πάνω από 30 θέσεις μέσα σε δύο χρόνια μειώνει τον ανταγωνισμό και ρίχνει τις βάσεις.

Τέλος, η θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ήταν αυτή που έφερε ένα δυνατό πλήγμα στη συγκεκριμένη σχολή, η οποία επέλεξε τον υψηλότερο συντελεστή για τη διαμόρφωση της ΕΒΕ. Με συντελεστή 1,2 η εισαγωγή των υποψηφίων γίνεται πιο δύσκολη, κάποιες θέσεις μένουν κενές όπως και πέρσι, όμως η επιλογή ίσως αφορά στο γεγονός ότι επιθυμεί να διατηρήσει προφίλ υψηλόβαθμης σχολής.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: