Βόρειο Σέντινελ: Το απομονωμένο νησί του… θανάτου

Κοινοποίηση:
106422-wjmagmdamf-1542987171

Στο αρχιπέλαγος της Ινδίας υπάρχει ένα μικρό νησί του οποίου οι ιθαγενείς κάτοικοι δεν δέχονται επισκέψεις. Τα τελευταία άτομα που επιχείρησαν να έρθουν σε επαφή με τους κατοίκους δολοφονήθηκαν

Από το 2017 ο Αμερικάνος ιεροκήρυκας, Τζον Άλεν Τσάου σχεδίαζε να επισκεφθεί το πιο απομονωμένο και εχθρικό νησί στον πλανήτη. Μέλος της Ευαγγελικής οργάνωσης «All Nations» ο νεαρός προετοιμάστηκε για αυτή την αποστολή σε ένα κέντρο εκπαίδευσης στο Κάνσας. Μάλιστα σύμφωνα με δημοσίευμα η εκπαίδευση του συμπεριελάμβανε προσομοιώσεις της επίσκεψης με συντρόφους του Τσάου να παίζουν τον ρόλο των εχθρικών ιθαγενών.

Αποφασισμένος να «κηρύξει τον λόγο του Θεού στους κατοίκους του νησιού» ο νεαρός ταξίδεψε τον Οκτώβριο του 2018 στο Πορτ Μπλερ, πρωτεύουσα των νησιών Ανταμάν όπου ανήκει το Βόρειο Σέντινελ. Ήταν πεπεισμένος ότι βρισκόταν σε μια ιερή αποστολή για την οποία άξιζε να ρισκάρει τη ζωή του. «Κύριε είναι αυτό το νησί το τελευταίο καταφύγιο του Σατανά όπου κανείς δεν έχει ακούσει το όνομα σου; Δεν είναι κάτι χωρίς νόημα. Διακυβεύεται η αιώνια ζωή αυτής της φυλής. Πιστεύω ότι αξίζει να μιλήσω για τον Χριστό σε αυτούς τους ανθρώπους. Σας παρακαλώ μην θυμώσετε μαζί τους ή με τον Θεό αν σκοτωθώ. Μην προσπαθήσετε να πάρετε το σώμα μου» έγραψε το ημερολόγιο του.

Ο Τσάου δεν κατάφερε να εξασφαλίσει επίσημη άδεια να επισκεφθεί το νησί και έτσι επέλεξε να το κάνει παράνομα. Πλήρωσε δύο ψαράδες, οι οποίοι στις 15 Νοεμβρίου 2018 τον μετέφεραν μισό μίλι μακριά από την ακτή του Βορείου Σέντινελ. Οι ψαράδες τον προειδοποίησαν να μην πλησιάζει περισσότερο αλλά αυτός συνέχισε με κανό μέχρι την κοντινότερη παραλία.

Για την πρώτη του επαφή με τους ιθαγενείς γράφει στο ημερολόγιο του: «Οι νησιώτες προσπάθησαν να με μπλοκάρουν. Ο ένας ήταν άοπλος και ο άλλος κρατούσε μαχαίρι. Τους κήρυξα λίγο ξεκινώντας από τη Γένεση. Ένα από τα μέλη της φυλής μού έριξε ένα βέλος το οποίο χτύπησε τη Βίβλο που κρατούσα στο ύψος του στήθους μου. Σταμάτησε στη σελίδα 453. Έκανα πίσω και θυμάμαι να φωνάζω σε αυτόν που μου έριξε. Έφυγα τρέχοντας ενώ κάποιοι ιθαγενείς με κυνηγούσαν. Έπρεπε να κολυμπήσω για περίπου ένα μίλι για να φτάσω τη βάρκα».

Την επόμενη μέρα ο Τσάου πήγε πάλι στο νησί. Είχε μαζί του κάποια δώρα και έψαλλε ύμνους στους ιθαγενείς. Όπως γράφει γελούσαν και στη συνέχεια ήταν και πάλι εχθρικοί. Όταν επιχείρησε να επικοινωνήσει μαζί τους στην αφρικανική γλώσσα Τσόσα αυτοί έμειναν σιωπηλοί. «Οι προσπάθειες μου να επικοινωνήσω τελείωσαν όταν ξέσπασαν σε δυνατά γέλια», γράφει ο Τσάου και προσθέτει πως οι ιθαγενείς μιλούσαν «με τσιριχτούς ήχους και χρησιμοποιούσαν πολλές χειρονομίες».

Στις 17 Νοεμβρίου 2018 ο Τσάου επισκέφθηκε και πάλι το Βόρειο Σέντινελ και είπε στους ψαράδες να μην τον περιμένουν. Αυτοί κατέθεσαν ότι είδαν τους ιθαγενείς να σέρνουν το πτώμα του νεαρού στην παραλία και να το θάβουν. Ήταν η τελευταία επίσκεψη στο Βόρειο Σέντινελ.

Απομονωμένοι από όλους

Το νησί βρίσκεται στο ανατολικό σημείο του Κόλπου της Βεγγάλης, κάτω από τη Μιανμάρ. Αποτελεί μέρος των νησιών Ανταμών και έχει μέγεθος περίπου 60 τετραγωνικά χιλιόμετρα (τα 2/3 της Αίγινας). Το Βόρειο Σέντινελ περιβάλλεται από κοραλλιογενείς ύφαλους, δεν έχει κάποιο φυσικό λιμάνι και εκτός από την ακτογραμμή (αποκλειστικά με λευκή άμμο) όλη η υπόλοιπη έκταση είναι δασώδης με λόφους που φτάνουν έως και 122 μέτρα. Νοτιοανατολικά σε απόσταση περίπου 600 μέτρων υπάρχει το μικρό νησάκι Κοστάνς. Μετά τον σεισμό του 2004 μέρος του κοραλλιογενούς υφάλου σηκώθηκε έως και δυόμιση μέτρα με αποτέλεσμα τώρα να έχει γίνει μια λωρίδα γης που περιβάλει το Βόρειο Σέντινελ. Εκτός από την πλούσια χλωρίδα το νησί έχει και ποικιλία σε πανίδα. Ινδικοί χοίροι, πολλά πουλιά και καβούρια. Στη θάλασσά του κολυμπούν εκατοντάδες είδη ψαριών μεταξύ των οποίων και καρχαρίες (στα πιο ανοιχτά). Υπάρχουν επίσης χελώνες και δελφίνια.

Εικάζεται ότι στο Βόρειο Σέντινελ υπάρχει ανθρώπινη παρουσία εδώ και 6.000 χρόνια. Οι Όνγκε, αρχαίοι ιθαγενείς των νησιών Ανταμάν, γνώριζαν για το Βόρειο Σέντινελ και τους κατοίκους του. Το αποκαλούσαν Τσια νταα Κουοκουεγιέ. Όταν τον 19ο αιώνα οι Βρετανοί πήγαν κάποιους Όνγκε στο Βόρειο Σέντινελ για να επικοινωνήσουν με τους κατοίκους εκεί, δεν τα κατάφεραν. Αυτοί δείχνει ότι οι ιθαγενείς του νησιού είχαν απομονωθεί ήδη για πάρα πολλά χρόνια.

Η πρώτη αναφορά στη «Δυτική Ιστορία» γίνεται το 1771 όταν ο Βρετανός εξερευνητής Τζον Ρίτσι  γράφει ότι είδε μια σειρά από φώτα περνώντας από το νησί. Τον Μάρτιο του 1867 o τοπικός διοικητής Τζερεμάι Χόμφρεϊ προσέγγισε το Βόρειο Σέντινελ σε μια αποστολή αναζήτησης δραπετών. «Είδαμε περίπου δέκα άντρες στην παραλία. Γυμνοί με μακριά μαλλιά και με τόξα και βέλη έριχναν στα ψάρια. Όταν αντιλήφθηκαν την βάρκα μας έτρεξαν και κρύφτηκαν στο δάσος», θα γράψει. Ο Χόμφρεϊ δεν κατέβηκε στην παραλία.

Την ίδια χρονιά το ινδικό πλοίο «Νινευή» προσάραξε σε έναν ύφαλο του νησιού. Οι 106 επιβαίνοντες (πλήρωμα και επιβάτες) πήγαν με βάρκες στην παραλία του νησιού όπου δέχθηκαν επιθέσεις από ιθαγενείς. Ένα βρετανικό πλοίο τελικά προσέγγισε το Βόρειο Σέντινελ και τους διέσωσε.

Το 1880 ο Βρετανός διοικητής των νησιών Ανταμάν, Μόρις Βιντάλ Πόρτμαν οργάνωσε μια αποστολή στο Βόρειο Σέντινελ. Κατέγραψε λεπτομερών τη μορφολογία του εδάφους και την χλωρίδα. Ο Πόρτμαν κατάφερε να εντοπίσει τα χωριά των ιθαγενών και αιχμαλώτισε μια γυναίκα και τέσσερα παιδιά με σκοπό να τους παρατηρήσει. Μετά από λίγες μέρες απελευθέρωσε τη γυναίκα και το ένα παιδί. Σε μια από τις περιηγήσεις της η ομάδα του Πόρτμαν συνάντησε έναν ηλικιωμένο με τη σύζυγο του και το παιδί τους. Σήκωσε το τόξο του αλλά δεν πρόλαβε να ρίξει, τους αιχμαλώτισαν. Η οικογένεια μαζί με τα τρία παιδιά που δεν είχαν απελευθερωθεί μεταφέρθηκαν στο Πορτ Μπλερ. Ο Πόρτμαν κατέγραψε λεπτομερώς παρατηρήσεις για το σώμα τους και τον τρόπο που συμπεριφέρονται. «Έχουν μάλλον μια βλακώδη έκφραση τόσο στην όψη τους όσο και τον τρόπο που φέρονται», έγραψε. Οι δύο ενήλικες πέθαναν γρήγορα από κάποια ασθένεια. Ο Πόρτμαν έστειλε τα παιδιά πίσω στο νησί.

Στη συνέχεια εισηγήθηκε στην βρετανική κυβέρνηση να μετατρέψει το Βόρειο Σέντινελ σε φυτεία καρύδας. Πρότεινε μια ομάδα να ερευνήσει την ζούγκλα, να αιχμαλωτίσει τους άντρες και να τους κάνει εργάτες-σκλάβους. Ευτυχώς για τους κατοίκους του νησιού, η εισήγηση του δεν υλοποιήθηκε. Ο Πόρτμαν θα επισκεπτόταν το νησί τουλάχιστον τρεις ακόμα φορές. Στα κείμενα του ανέφερε ότι άφησαν δώρα στους ιθαγενείς και δεν υπήρξε κάποια σύγκρουση.

Το 1896, εν μέσω κακοκαιρίας, τρεις δραπέτες προσέγγισαν το νησί με βάρκα. Μόνο ένας κατάφερε να φτάσει στην ακτή όπου οι ιθαγενείς του επιτέθηκαν με βέλη και τελικά του έκοψαν τον λαιμό. Είκοσι χρόνια μετά ο Βρετανός αξιωματικός Μάικλ Λόιντ Φέραρ πήγε στο Βόρειο Σέντινελ και το εξερεύνησε για περίπου έξι ώρες. Επιστρέφοντας έγραψε πως μέτρησε περίπου 60 κατοίκους.

Μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας το 1947, το νησί έμεινε για περίπου 20 χρόνια στην απομόνωση. Το 1967 το επισκέφθηκε μια ομάδα αστυνομικών και «κατάσχεσε» αρκετά πράγματα των ιθαγενών. Τρία χρόνια μετά μια ομάδα ανθρωπολόγων πήγε στο Βόρειο Σέντινελ. Αφού το σκάφος τους, αγκυροβόλησε πλησίασαν την παραλία με βάρκες. Ιθαγενείς εμφανίστηκαν από δύο πλευρές και τους έριξαν βέλη. Οι ανθρωπολόγοι «απάντησαν» ρίχνοντας τους ψάρια.

Οι ιθαγενείς πήραν τα ψάρια και ζήτησαν κι άλλα. Γυναίκες βγήκαν από το δάσος και παρατηρούσαν. Όταν η ομάδα προσπάθησε να πλησιάσει τους κατοίκους και να επικοινωνήσει μαζί τους δεν έδειξαν φιλική διάθεση και φώναζαν. Τότε κάτι πραγματικά περίεργο συνέβη. Κάθε μια από τις γυναίκες πλησίασε έναν άντρα, κάθισαν στην άμμο και αγκαλιάστηκαν. Ίσως ήταν ένα τελετουργικό της φυλής για να αντιμετωπίσουν αυτή τη νέα απειλή.

Το 1974 έγινε μια προσπάθεια επικοινωνίας μέσω ιθαγενών άλλων νησιών. Τρία μέλη της φυλής Όνγκε μεταφέρθηκαν στο Βόρειο Σέντινελ και επιχείρησαν να μιλήσουν στους κατοίκους. Η υποδοχή όμως ήταν εχθρική και σε αυτή την περίπτωση. Η ομάδα επικοινωνίας παρέμεινε στα ανοιχτά και αποβιβαζόταν στο νησί αφήνοντας δώρα στους ιθαγενείς, όπως αλουμίνιο, πλαστικά δοχεία, μεταλλικά εργαλεία ακόμα και ένα ζωντανό γουρούνι. Οι ιθαγενείς τα έπαιρναν, ωστόσο το γουρούνι το σκότωσαν και το έθαψαν χωρίς να το χρησιμοποιήσουν.

Το 1981, το εμπορικό πλοίο Primarose προσάραξε στους κοραλλιογενείς  υφάλους γύρω από το νησί και το πλήρωμα έστειλε σήμα για βοήθεια. Καθώς περίμεναν όμως είδαν στην ακτή περίπου 50 άντρες να φτιάχνουν αυτοσχέδιες βάρκες τους πιθανότατα με σκοπό να φτάσουν ως το Primarose. Το πλήρωμα έστειλε κατεπείγον σήμα κινδύνου για εκκένωση μέσω αέρους. Αν τα κύματα δεν ανέτρεπαν συνεχώς τις υποτυπώδεις βάρκες των ιθαγενών πιθανότατα να τους είχαν φτάσει. Το πλοίο και το φορτίο του παρέμειναν για πάντα εκεί και μπορεί ακόμα κανείς και σήμερα μέσω των δορυφόρων να έχει ξεβραστεί στις ακτές.

Τη δεκαετία του 1980 σημειώθηκαν συνολικά δύο ναυάγια ανοιχτά του νησιού. Εταιρίες ανέλαβαν να πάρουν από τα κουφάρια των πλοίων ό,τι χρήσιμο υπήρχε και οι εργάτες πάλευαν για μήνες πάνω σε αυτά μερικά μόνο μίλια μακριά από το νησί. Τη δεκαετία αυτή πάντως για κάποιο λόγο φαίνεται ότι οι ιθαγενείς έγιναν φανερά λιγότερο εχθρικοί. Το 1988 πήραν δώρα από μια ομάδα που προσπάθησε να επικοινωνήσουν μαζί τους, ενώ στέκονταν μόλις λίγα μέτρα μακριά τους.

Η «ιστορική στιγμή» ήρθε τον Ιανουάριο του 1991, όταν το νησί επισκέφτηκε ο Τριλοκνάθ Πάντιτ, ο διευθυντής των Ανθρωπολογικών Μελετών στην Ινδία, και η ομάδα του. Στις 4 Ιανουαρίου, ένας κάτοικος του νησιού πλησίασε την βάρκα και πήρε από τα χέρια του Πάντιτ το δώρο που του έδινε. Τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνο, οι ιθαγενείς ανέβηκαν στις βάρκες και πήραν μερικές τσάντες με καρύδες. Ωστόσο ήταν φανερό ότι αν οι επισκέπτες επιχειρούσαν να μείνουν στην περιοχή αρκετή ώρα οι ντόπιοι άρχισαν να δείχνουν πιο εχθρικοί.

Παράλληλα, δεν υπήρξε κάποια εξέλιξη στην κατανόηση της γλώσσας του. Στη συνέχεια δεν υπήρξε καμία περαιτέρω επαφή καθώς ανθρωπολόγοι τόνισαν ότι θα μπορούσαν να τους προκαλέσουν περισσότερο κακό παρά καλό, τόσο στους ανθρώπους όσο και το παρθένο νησί. Έτσι, στα επόμενα χρόνια οι επαφές μειώθηκαν, οι ιθαγενείς άρχισαν να γίνονται και πάλι εχθρικοί και οι προσπάθειες επικοινωνίας από τις ινδικές αρχές σταμάτησαν επίσημα το 1997.

Κανείς δεν ξέρει πλέον πώς διαχειρίζονται την κλιματική αλλαγή που σίγουρα έχει χτυπήσει και την περιοχή τους. Ο κοραλλιογενής του ύφαλος μειώνεται συνεχώς και πιθανόν δυσκολεύονται να βρουν ψάρια, για να φάνε. Άγνωστο είναι αν έχουν πρόσβαση σε άφθονο φρέσκο νερό, καθώς τα αποθέματα σε ένα τόσο μικρό νησί πιθανότατα θα είναι μικρά. Η αύξηση των θερμοκρασιών, αλλά και το Ελ Νίνιο που χτύπησε την περιοχή το 2003 θα πρέπει να άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στους κατοίκους. Ο ισχυρός σεισμός του 2004 και το τσουνάμι που κάλυψε σχεδόν όλο το νησί απείλησε σίγουρα τους κατοίκους. Αμέσως μετά, η ινδική κυβέρνηση έστειλε ένα ελικόπτερο για να δει αν υπάρχουν σημάδια ζωής στο νησί. Οι παρατηρητές είδαν τους ιθαγενείς να προσπαθούν να ρίξουν βέλη και πέτρες στο ελικόπτερο. Όπως φαίνεται, οι κάτοικοι παρά τις μεγάλες αλλαγές που προκάλεσε ο σεισμός και το τσουνάμι, κατάφεραν να προσαρμοστούν ξανά.

Το Ιανουάριο του 2006, δύο Ινδοί ψαράδες, ο Σούντερ Ραζ και ο Πάντιτ Τιγουάρι, ψάρευαν παράνομα πολύ κοντά στο νησί και οι ιθαγενείς τους επιτέθηκαν και τους σκότωσαν, ενώ το 2018 ακολούθησε η δολοφονία του 26χρονου Αμερικανού ιεραποστόλου, Τζον Άλεν Τσάου. Οι ινδικές αρχές συνέλαβαν επτά Ινδούς επειδή βοήθησαν τον Τσάου να φτάσει στο νησί, ενώ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να έρθουν σε επαφή με τους κατοίκους του Βόρειου Σέντινελ για να πάρουν το πτώμα του Τσάου χωρίς όμως επιτυχία.

Το Βόρειο Σέντινελ σήμερα

Οι ινδικές αρχές απαγορεύουν σε οποιονδήποτε να πλησιάσει περισσότερο από 5 ναυτικά μίλια 9,3 χλμ) στο νησί. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πόσοι άνθρωποι ζουν στο Βόρειο Σεντινέλ αυτή τη στιγμή. Η τελευταία σχετική έρευνα του 2012 κατέληξε ότι θα μπορούσαν να ζουν από 50 έως 400 άνθρωποι εκεί.

Οι ινδικές αρχές ήδη από το 2005 έχουν διακηρύξει ότι δεν έχουν καμία περαιτέρω πρόθεση να έρθουν σε επαφή με τους κατοίκους του Βόρειου Σεντινέλ. Πλέον οι ιθαγενείς συνεχίζουν να ζουν τη δική τους ανεξάρτητη ζωή, όπως αυτοί έχουν επιλέξει. Αν και οι άνθρωποι από τον «έξω κόσμο» τους έχουν αφήσει ήσυχους, η κλιματική αλλαγή που προκαλούν πιθανότατα τους χτυπά με δύναμη την πόρτα και ίσως θέτει υπό απειλή την ύπαρξή τους.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: