Μετά την ιστορικών διαστάσεων οικονομική ύφεση την άνοιξη, τους επόμενους μήνες αναμένεται στη Γερμανία κύμα πτωχεύσεων σε μεγάλο αριθμό εταιρειών, αλλά και διόγκωση των «κόκκινων» δανείων στις γερμανικές τράπεζες, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η «Deutsche Welle».
Θεωρείται δεδομένο ότι η κρίση του κορωνοϊού θα έχει αρνητική επίδραση στις τράπεζες. Αγνωστο παραμένει ωστόσο ποιες συνέπειες θα έχει η πανδημία στο ύψος των «κόκκινων» δανείων και αν αυτά είναι σε θέση να πυροδοτήσουν μια νέα τραπεζική κρίση.
Σε δυσοίωνη πρόβλεψη του Ινστιτούτου Οικονομικής Ερευνας Λάιμπνιτς IWH στην πόλη Χάλε αναφέρεται ότι ακόμα και αν η Γερμανία καταφέρει να ξεπεράσει σχετικά εύκολα την οικονομική ύφεση δεκάδες τράπεζες θα χρεοκοπήσουν. Η έκθεση των ειδικών εκτιμά ότι σε περίπτωση που χιλιάδες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις δεν θα είναι πλέον σε θέση να εξυπηρετήσουν τις πιστώσεις που έλαβαν τότε τα «κόκκινα» δάνεια θα απειλήσουν την ύπαρξη πολλών γερμανικών τραπεζών.
Το αισιόδοξο σενάριο του οικονομικού ινστιτούτου προβλέπει 6% «κόκκινα» δάνεια αν η γερμανική οικονομία ορθοποδήσει γρήγορα, ενώ το απαισιόδοξο μέχρι και 28%. Το αισιόδοξο σενάριο τοποθετεί την αξία των «κόκκινων» δανείων στα 127 δισ. ευρώ και το απαισιόδοξο στα 624 δισεκατομμύρια.
Στο ερώτημα πόσες γερμανικές επιχειρήσεις βρίσκονται υπό πίεση λόγω της πανδημίας, απαντά το Γερμανικό Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο DIHK. Το 40% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας αλλά και δυσκολία να πληρώσει λογαριασμούς και ένα 10% δηλώνει ότι απειλείται από χρεοκοπία. Επειδή όμως η γερμανική κυβέρνηση ανέστειλε μέχρι το φθινόπωρο την υποχρέωση των εταιρειών να κηρύσσουν πτώχευση όταν παύουν να είναι φερέγγυες, οικονομικοί σύνδεσμοι και τραπεζικός κλάδος περιμένουν με αγωνία τι θα προκύψει τους επόμενους μήνες. Φοβόμαστε κύμα πτωχεύσεων με δραματικές διαστάσεις, προειδοποιεί ο πρόεδρος του Γερμανικού Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου, Ερικ Σβάιτσερ.
Καθοριστικό αν θα υπάρξει ή όχι δεύτερο lockdown
Απαισιόδοξες είναι και οι προβλέψεις του ασφαλιστικού κολοσσού πιστώσεων Euler Hermes, ο οποίος εκτιμά ότι μέχρι τα τέλη του 2021 ενδέχεται να πτωχεύσουν περισσότερες από 20.000 γερμανικές επιχειρήσεις. Τι σημαίνει αυτό όμως για τις τράπεζες και τα ταμιευτήρια, οι οποίες θα δουν, σε αυτή την περίπτωση, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να διογκώνονται; Η πρόβλεψη μιας συγκεκριμένης χρονικής στιγμής για τις πτωχεύσεις είναι δύσκολη, μιας και υπάρχουν πολλές μεταβλητές σε αυτή την εξίσωση, δηλώνει ο επικεφαλής του τμήματος χρηματαγορών στο Ινστιτούτο Οικονομικής Ερευνας Λάιμπνιτς, Μίχαελ Κέτερ: «Αν, για παράδειγμα, υπάρξει δεύτερο κύμα πανδημίας, θα πρέπει να δούμε αν θα υπάρξει lockdown ή πόσο ισχυρές θα είναι οι αναταράξεις που θα προκληθούν στην οικονομία». Ο Γερμανός ειδικός ωστόσο προβλέπει ότι οι επιπτώσεις από τις πτωχεύσεις θα έχουν αντίκτυπο στις τράπεζες μετά από ένα ή και δύο τρίμηνα.
Οι ερευνητές του IWH δεν είναι ωστόσο οι μόνοι που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Οι αναλυτές του Boston Consulting Group BCG αναμένουν ότι οι χρεοκοπίες εταιρειών θα ασκήσουν μεγάλες πιέσεις στις τράπεζες. Στην παρουσίαση πρόσφατης ανάλυσης της εταιρείας συμβούλων, ο ειδικός Χόλγκερ Σάξε δηλώνει ότι δεν αποκλείει το ξέσπασμα μιας τραπεζικής κρίσης και τονίζει ότι όλα εξαρτώνται από το πώς θα εξελιχθεί τους επόμενους μήνες η κατάσταση στο μέτωπο του κορωνοϊού.
Δεν κινδυνεύει το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα
Η κατάσταση ωστόσο είναι τεταμένη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρόσφατη έρευνα των συμβούλων επιχειρήσεων της Οliver Wyman αναφέρεται σε συγκεκριμένα ποσά. Λόγω της πανδημίας οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα καταγράψουν ζημιές από «κόκκινα» δάνεια άνω των 400 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σε περίπτωση που υπάρξει και δεύτερο lockdown, οι απώλειες από μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα διπλασιαστούν, φθάνοντας τα 800 δισ. ευρώ. Ακόμα όμως κι αν το σύνολο των αναμενόμενων μη εξυπηρετούμενων δανείων τρομάζουν, το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα δεν κινδυνεύει, εκτιμούν οι αναλυτές της Οliver Wyman. Αποκλείεται η πανδημία να παραλύσει το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη, διαβεβαιώνει ο αναπληρωτής επικεφαλής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών για την Ευρώπη της Οliver Wyman, Κρίστιαν Εντελμαν. Οπως λέει, σε σύγκριση με την οικονομική κρίση πριν από περίπου 10 χρόνια, η ΕΚΤ έχει διασφαλίσει επαρκή ρευστότητα στην αγορά.