Σε εφαρμογή τίθεται το μέτρο της υποχρεωτικής χορήγησης προσωρινής σύνταξης σε όλους τους ασφαλισμένους που κατέθεσαν τα χαρτιά τους για συνταξιοδότηση.
Η καταβολή της προσωρινής σύνταξης αφορά όλους τους ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως Ταμείου και χωρίς να απαιτείται η υποβολή αιτήματος εκ μέρους του δικαιούχου. Το μέτρο αποσκοπεί στο να διασφαλιστεί ένα μίνιμουμ εισόδημά για τους πρώτους κρίσιμους μήνες μετά την έξοδο του δικαιούχους από τον εργασιακό βίο.
Οι ασφαλισμένοι, με την ηλεκτρονική υποβολή του αιτήματος συνταξιοδότησης στο e-ΕΦΚΑ, θα λαμβάνουν από τον επόμενο κιόλας μήνα και μέχρι τη λήψη της οριστικής τους σύνταξης, την προσωρινή που θα κυμαίνεται από 384 έως και 960 ευρώ (ανάλογα με το Ταμείο).
H εγκύκλιος του e-ΕΦΚΑ αναφέρει συγκεκριμένα:
Α. Άρθρο 115 (αύξηση του ποσοστού προσωρινής σύνταξης για τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα)
Με τις διατάξεις αυτές επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές για τους ασφαλισμένους που έχουν καταθέσει έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης:
Ι. Σύνταξη λόγω γήρατος
α) Για τους μισθωτούς, ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους 12 μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
β) Για τους μη μισθωτούς, (αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40 του Ν. 4387/2016), ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Τα ανωτέρω ποσά προσωρινής σύνταξης καταβάλλονται μειωμένα κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα οι υποψήφιοι συνταξιούχοι απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους. Διευκρινίζεται ότι η διάταξη αυτή ισχύει πλέον σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει απαλειφθεί η περ. στ’ της παρ. 7 του άρθρου 29 του Ν. 4387/2016, η οποία έθετε ως αρνητική προϋπόθεση για τη χορήγηση της προσωρινής σύνταξης τη συνέχιση της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Επίσης, συνδυάζεται με τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 περί εργασίας συνταξιούχων, όπως έχουν τροποποιηθεί με το άρθρο 27 του Ν. 4670/2020 (εγκ. 34/2020), οι οποίες καθορίζουν πλέον το ποσοστό μείωσης του ποσού της σύνταξης σε 30%.
Επομένως, έχοντας υπόψη και την παρ. 4 του άρθρου 27 του Ν. 4670/2020, όταν συντρέχουν οι κατωτέρω περιπτώσεις α-η δεν μειώνεται το ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος κατά 30%, ήτοι:
α. Των συνταξιούχων του ΟΓΑ εφόσον ασκούν απασχόληση υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.
β. Των ψυχικά ασθενών του άρθρου 23 του ν. 4488/2017 (Α’ 176).
γ. Των συνταξιούχων με βάση τον ν. 612/1977 (Α’ 164) και τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν.
δ. Των συνταξιούχων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α’210).
ε. Όσων λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του π.δ. 169/2007 (Α’210).
στ. Των πολύτεκνων, των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία.
ζ. Των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.
η. Των συνταξιούχων άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Αντίθετα, δεν χορηγείται καθόλου προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016 (περ. η της παρ. 7 του άρθρου 115). Όμως, αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
Υπενθυμίζεται ότι με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1α του άρθρου 27 του Ν.4670/2020, που αναφέρεται στους συνταξιούχους οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α., θεσπίζεται μεταβατικό στάδιο ενός έτους για την αναστολή καταβολής της σύνταξης με κριτήριο το χρονικό σημείο κατά το οποίο συμπληρώνουν το 61ο ή το 62ο έτος.
Συγκεκριμένα, για τους συνταξιούχους οι οποίοι συμπληρώνουν το 61ο έτος της ηλικίας τους έως και την 28.2.2021, αφενός, αίρεται η αναστολή καταβολής της σύνταξής τους από την επομένη της συμπλήρωσης του 61ου έτους της ηλικίας τους και, αφετέρου, εφόσον συνεχίζουν εργαζόμενοι και μετά τη συμπλήρωση αυτής της ηλικίας, το μεικτό ποσό της σύνταξής τους μειώνεται κατά 30%. Από 1.3.2021 και εφεξής η άρση της αναστολής καταβολής της σύνταξης γίνεται πλέον μετά τη συμπλήρωση του 62ου έτους (εγκ. 34/2020).
Όσον αφορά sτο ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος, για τους μεν μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00€) ούτε να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής (768,00€), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00€) ούτε μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές (960,00€), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
ΙΙ. Σύνταξη λόγω θανάτου
Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70% (παρ. 4). Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης λόγω θανάτου (άρθρο 12 Ν. 4387/2016, όπως ισχύει). Και στην περίπτωση αυτή ισχύει ότι δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη λόγω θανάτου.
ΙΙΙ. Έκδοση απόφασης
Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών (και όχι από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης) ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου (παρ. 8).Β. Άρθρο 116 (Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής)
Με τις διατάξεις αυτές επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές για τους ασφαλισμένους που έχουν υποβάλει ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης:
Ι. Κατ’ αρχήν, το άρθρο αυτό δεν καταλαμβάνει τους ασφαλισμένους οι οποίοι συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς του Ν. 3163/1955 (Α’71).ΙΙ. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη χορηγείται σε ποσοστό 80% του ποσού που υπολογίζεται ως προσωρινή στις συντάξεις λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016 (όπως ισχύει).
Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Όταν δεν συμμετέχουν στη σύνταξη και τα τέκνα, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016.
ΙΙΙ. Δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη.