Το δέρμα ψαριού μπορεί να επουλώσει τις πληγές που προκαλεί στα πόδια ο διαβήτης, ταχύτερα και καλύτερα απ’ ό,τι οι συμβατικές μέθοδοι, σύμφωνα με νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «New England Journal of Medicine». Το δέρμα ψαριού παράγεται από τον μπακαλιάρο του Ατλαντικού από την εταιρεία Kerecis στην Ισλανδία.
Η μελέτη, η οποία ονομάστηκε Odinn από τον Νορβηγό θεό της θεραπείας και της σοφίας, είναι η μεγαλύτερη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή του είδους της λόγω του αριθμού των ασθενών που συμμετείχαν και της σοβαρότητας των τραυμάτων που μελετήθηκαν, σύμφωνα με την εταιρεία.
Στη μελέτη, η οποία διεξήχθη σε τέσσερις χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Σουηδία), συμμετείχαν 255 ασθενείς με έλκος διαβητικού ποδιού βαθμού 2 και 3. Οι 129 έκαναν μεταμόσχευση με δέρμα ψαριού. Οι υπόλοιποι υποβλήθηκαν στη συνήθη θεραπεία. Μετά από 16 εβδομάδες θεραπείας διαπιστώθηκε ότι η επούλωση των πληγών είχε επιτευχθεί στο 44% των ασθενών που έλαβαν το μόσχευμα, σε σχέση με το 26,4% των συμμετεχόντων που έλαβαν τη συνήθη θεραπεία, η οποία περιλάμβανε χειρουργικό καθαρισμό, χρήση επιδέσμων και έλεγχο λοιμώξεων. Επιπλέον, η επούλωση ήταν ταχύτερη κατά δύο εβδομάδες με τη μεταμόσχευση του δέρματος ψαριού. Οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, 272 από τις 279 που αναφέρθηκαν, αξιολογήθηκαν από τους ερευνητές ως μη σχετιζόμενες με τη θεραπεία.
Ο Πρόεδρος της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής της Kerecis, Τζον Λάντις, δήλωσε ότι η μελέτη «παρέχει αδιάσειστα στοιχεία ότι τα μοσχεύματα δέρματος ψαριού θα μπορούσαν να επαναπροσδιορίσουν το πρότυπο φροντίδας».
«Με αυστηρή μεθοδολογία και ισχυρά αποτελέσματα, η μελέτη ανοίγει το δρόμο για μια πολλά υποσχόμενη αλλαγή στην κλινική πρακτική, όπου η θεραπεία με δέρμα ψαριού μπορεί σύντομα να γίνει η καλύτερη επιλογή για τη διαχείριση σοβαρών διαβητικών ελκών του ποδιού, οδηγώντας τελικά σε καλύτερα αποτελέσματα και ποιότητα ζωής των ασθενών» πρόσθεσε.
Σύμφωνα με έκθεση της GobalData, η αγορά διαχείρισης φροντίδας πληγών αναμένεται να ανέλθει συνολικά σε 38,8 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030. Η αγορά υποκατάστατων δέρματος που κατασκευάζονται προβλέπεται να φτάσει σχεδόν τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2033.