Η Άναμπελ είναι η δαιμονισμένη κούκλα που σίγουρα οι λάτρεις των θρίλερ έχουν δει, είτε στη μεγάλη, είτε στη μικρή οθόνη.
Η αλήθεια είναι πως αυτά που βλέπουμε στα περισσότερα θρίλερ είναι ψέματα. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες ιστορίες που βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα και αυτό τις κάνει ακόμη πιο τρομακτικές.
Μια τέτοια ιστορία είναι και αυτή της Άναμπελ, μιας κούκλας που την έχουν κλειδωμένη σε μια βιτρίνα και απ’ έξω υπάρχει μια πινακίδα που προειδοποιεί όσους στέκονται μπροστά της να μην ανοίξουν το τζάμι.
Η ιστορία μας έχει τρεις πρωταγωνιστές. Για όσους από εσάς δεν έχουν δει τις ταινίες, πέρα από την ίδια την Άναμπελ, σημαντικό ρόλο στα όσα έχουν συμβεί διαδραματίζουν ο Εντ και η Λορέιν Γουόρεν. Ένα ζευγάρι μεταφυσικών ερευνητών. Κυνηγοί φαντασμάτων, θα τους έλεγαν οι «άπιστοι Θωμάδες».
Ο Εντ και η Λορέιν καλούνταν από διάφορους ανθρώπους που θεωρούσαν πως είναι αντιμέτωποι με δαιμονικά πνεύματα, προκειμένου να τα αντιμετωπίσουν και να τα «απενεργοποιήσουν». Το ζευγάρι έκανε την έρευνα του και αν πράγματι υπήρχε «ψωμί» στην υπόθεση αναλάμβαναν να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι το πνεύμα. Το 1970 ήρθαν αντιμέτωποι με μια τέτοια περίπτωση.
Μια μητέρα πήρε δώρο στην κόρη της μια πάνινη κούκλα, η οποία ήταν συλλεκτική επειδή είχε δημιουργηθεί στις αρχές του αιώνα. Η κόρη, η Ντόνα, σπούδαζε νοσηλευτική, αλλά η κούκλα της άρεσε ως δώρο και την κράτησε για διακοσμητική. Η Ντόνα έμενε σε ένα σπίτι μαζί με μια συμφοιτήτρια της, την Άντζι.
Οι δυο κοπέλες τοποθετούσαν την κούκλα σε ένα συγκεκριμένο σημείο του σπιτιού. Έφευγαν για τα μαθήματα τους και όταν επέστρεφαν την έβρισκαν άλλου. Στην αρχή οι μετακινήσεις της κούκλας ήταν μικρές. Όσο περνούσε ο καιρός, ωστόσο, γινόντουσαν μεγαλύτερες και πιο έντονες. Κάποιες φορές γυρνούσαν και έβρισκαν την κούκλα να στέκεται όρθια.
Όλα, ωστόσο, άρχιζαν να αλλάζουν δραματικά περίπου ένα μήνα μετά την πρώτη κίνηση της κούκλας. Οι δυο φίλες επέστρεψαν κάποια στιγμή στο σπίτι και βρήκαν ένα σημείωμα το οποίο έγραφε: «Βοηθήστε μας, βοηθήστε τη Λου»! Ο γραφικός χαρακτήρας παρέπεμπε σε παιδί μικρής ηλικίας αλλά το τρομακτικό ήταν πως η Ντόνα και η Άντζι δεν είχαν τέτοιου είδους χαρτί μέσα στο σπίτι τους που σημαίνει πως στην καλύτερη περίπτωση κάποιος είχε μπει στο σπίτι τους όσο εκείνες έλειπαν!
Όταν, κάποια στιγμή, οι δυο φίλες είδαν πάνω στο πρόσωπο της κούκλας σταγόνες αίματος, αποφάσισαν πως έπρεπε να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό. Κάλεσαν ένα μέντιουμ, λοιπόν, που τους είπε πως το πιθανότερο είναι πως η κούκλα έχει καταληφθεί από το πνεύμα της 7χρονης Άναμπελ Χίγκινς.
Το πτώμα του κοριτσιού είχε βρεθεί στο οικόπεδο που χρόνια μετά χτίστηκε η πολυκατοικία που έμεναν οι δυο φίλες. Προφανώς το πνεύμα παρέμεινε εκεί και μετά που χτίστηκε η πολυκατοικία και με τα πολλά κάποια στιγμή κατέληξε μέσα στην κούκλα της Ντόνα. Το μέντιουμ τους είπε πως δεν είναι κακό το πνεύμα και πως απλά το μικρό κοριτσάκι δεν πέρασε στον κόσμο των νεκρών και ήθελε συντροφιά και αγάπη. Για κάποιο (πέρα ως πέρα) ακατανόητο λόγο τα δυο κορίτσια συγκινήθηκαν και κράτησαν την κούκλα.
Αυτό, όμως, αποδείχθηκε ένα μεγάλο λάθος, καθώς από εκείνο το σημείο και έπειτα η κούκλα δεν αποδείχθηκε και τόσο καλό παιδάκι και άρχισε να γίνεται επιθετική. Ένα βράδυ που στο σπίτι των κοριτσιών κοιμήθηκε ένας φίλος τους έγινε κάτι που τους τρόμαξε και αποφάσισαν πως η κούκλα πρέπει να φύγει από εκεί. Ο φίλος τους ξύπνησε και ήταν γεμάτος γρατζουνιές, γδαρσίματα και καψίματα!
Η Ντόνα θεώρησε πως η κούκλα δεν έχει καταληφθεί από κάποιο πνεύμα αλλά από κάποιο δαίμονα και έτσι απευθύνθηκε σε δυο ιερείς, οι οποίοι της συνέστησαν να έρθει σε επαφή με τον Εντ και τη Λορέιν Γουόρεν. Οι δυο μεταφυσικοί ερευνητές διαπίστωσαν πως πράγματι η κούκλα είχε καταληφθεί από ένα δαιμονικό πνεύμα και την πήραν μαζί τους, ενώ οι δυο ιερείς έκαναν και έναν εξορκισμό για καλό και για κακό. Από τη μέρα εκείνη, η Άναμπελ βρίσκεται μέσα σε μία γυάλινη προθήκη στο Occult Museum των Γουόρεν στο Κονέκτικατ.
Το ότι η κούκλα μεταφέρθηκε σε «ασφαλές» μέρος δεν σημαίνει πως σταμάτησε να κάνει τα δικά της.
Λέγεται πως πριν μερικές δεκαετίες ένας από τους επισκέπτες του μουσείου δεν ήθελε να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις και επιχείρησε να ανοίξει τη βιτρίνα της Άναμπελ. Όταν δεν τα κατάφερε άρχισε να χτυπά το τζάμι. Οι υπεύθυνοι τον απομάκρυναν. Στο δρόμο για την επιστροφή στο σπίτι του σκοτώθηκε σε φρικτό τροχαίο ατύχημα. Είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, έχασε τον έλεγχο και καρφώθηκε πάνω σε ένα δέντρο.
Κάποια στιγμή ένας ιερέας κατάφερε και έβγαλε την κούκλα από το κουτί της, την πέταξε στο πάτωμα και φώναζε πως ο Θεός πάντα νικάει τον σατανά. Οι υπεύθυνοι του μουσείου τον έδιωξαν και εκείνος επέστρεψε οδικός στην εκκλησία του. Στο δρόμο είχε ένα άσχημο τροχαίο αλλά κατάφερε να ζήσει. Όταν συνήλθε είπε πως ξαφνικά τα φρένα του αυτοκινήτου που οδηγούσε δεν έπιαναν και πως η τελευταία εικόνα που είχε ήταν η Άναμπελ στον καθρέφτη του αυτοκινήτου.
Η Λορέιν Γουόρεν σε παλαιότερη συνέντευξή της είχε πει πως το δαιμονικό πνεύμα που υπάρχει μέσα στην κούκλα προσπαθεί να βρει ένα ανθρώπινο σώμα για να μπει και πως αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι οι αδύναμοι χαρακτήρες.
Όταν πέθαναν οι Γουόρενς η διαχείριση του μουσείου (σήμερα πλέον είναι κλειστό για το κοινό) πέρασε στον γαμπρό τους. Κάποια στιγμή εμφανίστηκε στο μουσείο ένας κύριος, ο οποίος του ζήτησε να αγοράσει την κούκλα έναντι 1 εκατομμυρίου δολαρίων. Ο γαμπρός των Γουόρεν αρνήθηκε λέγοντας πως είναι εξαιρετικά επικίνδυνο να βρεθεί η Άναμπελ στον έξω κόσμο.