Ήταν μέσο για τον εξευτελισμό των γυναικών που μιλούσαν πολύ και την χρησιμοποιούσαν οι σύζυγοι για την γκρίνια. Το κουτσομπολιό, είναι μια συνήθεια που έχει ξεχωριστή ιστορία. Δεν ξέρουμε πώς ξεκίνησε, ούτε αν «θεραπεύεται».
Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάνει μεγάλο κακό και μπορεί να καταστρέψει τις ανθρώπινες σχέσεις με μια μόνο φράση!
Μπορεί στη σημερινή εποχή, να μένει ατιμώρητο, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την εποχή του Μεσαίωνα, που είχαν εφεύρει ακόμα και ειδική «συσκευή εξευτελισμού» για τις κυρίες με τη μακριά γλώσσα!
Το ονόμασαν το «χαλινάρι του κουτσομπολιού». Ήταν ένα μέσο για τον δημόσιο εξευτελισμό της εκάστοτε κουτσομπόλας και όχι μόνο. Στον Μεσαίωνα, τιμωρούσαν ακόμα και τις γυναίκες που μιλούσαν πολύ δυνατά και ακατάπαυστα. Η χρήση του όμως, με το πέρασμα των χρόνων, εξυπηρέτησε και στην τιμωρία των λεγομένων μαγισσών. Σε εκείνη την περίπτωση όμως, η συσκευή παρέμενε ισοβίως στο κεφάλι της γυναίκας.
Το «χαλινάρι του κουτσομπολιού» ήταν μια σιδερένια κατασκευή, που την φορούσαν στο κεφάλι της γυναίκας. Ήταν έτσι φτιαγμένη που πίεζε την άκρη της γλώσσας προς τα κάτω. Με τον τρόπο αυτό γινόταν δύσκολη έως αδύνατη, όχι μόνο η ομιλία, αλλά και η διαδικασία του φαγητού. Το καμπανάκι στην κορυφή του, είχε σκοπό να γίνεται αντιληπτή με την παραμικρή κίνηση η ύπαρξη της… κουτσομπόλας!
Το χαλινάρι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Σκωτία του 1500, ενώ την ίδια εποχή ξεκίνησαν να το χρησιμοποιούν και στην Αγγλία. Στη Σκωτία, η χρήση της συσκευής γινόταν με την παραμικρή αφορμή, ακόμα και από τους συζύγους. Όταν μια κυρία, είχε αδυναμία στην γκρίνια και τον καυγά, ο αγανακτισμένος σύζυγος είχε το δικαίωμα να την καταγγείλει και να την «συνετίσει» με το «χαλινάρι του κουτσομπολιού».
Λιθογραφία του 1885, που απεικονίζει μια «κουτσομπόλα» ή μια «γκρινιάρα σύζυγο», να φοράει το «χαλινάρι του κουτσομπολιού»!Σε σπάνιες περιπτώσεις, είχε χρησιμοποιηθεί και στους άντρες.
Ένας νταής ή ένας συκοφάντης τιμωρούνταν με τον συγκεκριμένο τρόπο. Στην πιο εξελιγμένη μορφή της αυτή η συσκευή, είχε και και μια ακίδα στο σημείο όπου εφάρμοζε η γλώσσα. Έτσι, σε περίπτωση που προσπαθούσε, λίγο παραπάνω να μιλήσει η γλώσσα αποκτούσε μια τρύπα με επώδυνο τρόπο.
Οι Σκοτσέζοι όμως προτίμησαν, αντί για ακίδα, να τοποθετήσουν μια αιχμηρή άκρη. Με τον τρόπο αυτό, η γλώσσα δεν τραυματιζόταν απλά – αλλά κοβόταν στην άκρη. Η μεγάλη έξαρση ήταν τον 16ο και 17ο αιώνα.
Κατά τη διάρκεια του 1500, την ίδια συσκευή δημιούργησαν και οι Γερμανοί. Στη Σκοτία όμως ανήκουν τα πρωτεία, όχι μόνο στην χρήση αλλά και στον τρόπο που διαπόμπευαν τους… υπερβολικά φλύαρους! Αφού φορούσαν το χαλινάρι, έπρεπε να περάσουν από τα πιο κεντρικά σημεία, για να δουν όλοι το πρόσωπο αλλά και το λόγο όπου υπέστη την τιμωρία. Όπως γινόταν περίπου με τα τέντι μποϋς, στην Αθήνα του ’60.
Χρησιμοποιούταν συχνά στα πτωχοκομεία. Σε γυναίκες που φώναζαν ή μάλωναν πολύ η μια με την άλλη, για το ποια θα φάει λίγο παραπάνω. Ενώ, το 1800 έπαψε η χρήση του οριστικά. Παρόλα αυτά το κουτσομπολιό επέζησε.