Άρχισαν να επιστρέφουν στο σπίτι τους από σήμερα
Επίσης, πίσω στις εστίες τους επιστρέφουν και οι κάτοικοι στις Μικροθήβες.
Νωρίτερα, ανακοινώθηκε από την πλευρά της Πολεμικής Αεροπορίας ότι ολοκληρώθηκε ο έλεγχος στην αποθήκη και όπως ενημέρωσε ο διοικητής της 111 ΠΜ, η περιοχή της Νέας Αγχιάλου και των Μικροθηβών είναι πλέον ασφαλής.
Οι περισσότεροι κάτοικοι της Νέας Αγχιάλου επιστρέφουν με δικά τους αυτοκίνητα, ωστόσο, για όσους δεν διαθέτουν, υπάρχουν λεωφορεία που ξεκινούν μπροστά από το Εκθεσιακό Κέντρο του Βόλου.Σε ισχύ παραμένει η απαγόρευση της κίνησης σε ακτίνα μικρότερη των τριών χιλιομέτρων από τις εγκαταστάσεις της Αεροπορίας.
Η έκρηξη που έγινε χθες το απόγευμα ήταν τόσο έντονη που από το ωστικό κύμα έσπασαν τζάμια σε οικίες και βιτρίνες καταστημάτων της περιοχής.
«Σα να ήταν πόλεμος»
Μέσα σε ένα πρωτόγνωρο σκηνικό που θύμιζε «Αποκάλυψη» αλλά και πόλεμο ταυτόχρονα βρέθηκαν οι κάτοικοι της Νέας Αγχιάλου.
Χαρακτηριστικές είναι οι μαρτυρίες ορισμένων πολιτών που χθες χρειάστηκε να φύγουν από τα σπίτια τους.
Μιλώντας στο magnesianews.gr, η κυρία Κατερίνα διανυκτέρευσε με τον σύζυγό της και τα παιδιά της στο Εκθεσιακό Κέντρο Βόλου. Όσα περιγράφει για το απόγευμα της Πέμπτης είναι συγκλονιστικά.
«Μετά τη δουλειά κατέβηκα με την κόρη μου προς τα κάτω, είχε καπνό και επιστρέψαμε σπίτι. Έγιναν οι εκρήξεις. Η κόρη μου πανικοβλήθηκε, έπαθε κρίση πανικού. Προσπαθήσαμε να την ηρεμήσουμε. Ο γιός μου ήταν με έναν φίλο του σε σπίτι προς την παραλία. Οι τζαμαρίες από τα μαγαζιά έσπαγαν. Μας πήρε ο γιος μου κάποια στιγμή τηλέφωνο ότι υπάρχουν βάρκες στο λιμάνι κι εκείνος επιβιβάστηκε σε μία. Κατεβήκαμε κι εμείς και μπήκαμε σε πλωτό και μας έφεραν στον Βόλο. Βρεθήκαμε με τον γιό μου, αγκαλιαστήκαμε και λέμε Δόξα τω Θεώ.
Δεν πίστευα ότι θα ζούσαμε ποτέ κάτι τέτοιο. Και τώρα νομίζω ότι είναι όνειρο, ότι δεν το ζήσαμε. Αυτό που έγινε ήταν ανεπίτρεπτο.
Φύγαμε όπως ήμασταν. Κλείσαμε το σπίτι και φύγαμε. Ήταν λες και ζούσαμε πόλεμο. Χτυπούσαν οι καμπάνες, υπήρχε παντού καπνός, ο κόσμος να μην ξέρει τι να κάνει, στην αρχή δεν ξέραμε από που ήταν οι εκρήξεις. Ζήσαμε μία φρίκη, αυτό όσο ζω δεν θα το ξεχάσω. Το βλέπαμε στις ταινίες και δεν πιστεύαμε ότι θα ζήσουμε κάτι τέτοιο. Να ζεις τέτοιο πράγμα; Λέγαμε ευτυχώς είμαστε όλοι ζωντανοί. Μέχρι να φτάσουμε με το φουσκωτό και να δω ότι και ο γιος μου είναι καλά, μου είχε φύγει η ψυχή»
Ο Γιάννης Μπουρλής ζει με την οικογένειά του στην Αθήνα, όμως ήρθε για μερικές ημέρες στο εξοχικό του στη Ν. Αγχίαλο. Χθες ήταν μόνος του την ώρα της μεγάλης αναταραχής.
«Λες και ήμουν κάτοικος Ουγκάντας. Αυτά ούτε κι εκεί γίνονται. Ασυδοσία. Με την έκρηξη ήταν λες κι έγινε σεισμός. Πήγα σε έναν φίλο μου, δίπλα στη θάλασσα, καθίσαμε εκεί, ξεκίνησε και ήρθε η γυναίκα μου από την Αθήνα. Αρχικά με πήρε ασθενοφόρο από την Αγχίαλο, δεν μπορούσαν να με πάνε προς Αλμυρό, με γύρισαν σπίτι», λέει ο ίδιος με την σύζυγό του δίπλα να σημειώνει πως μέχρι να φτάσει και να παραλάβει τον άνδρα της, είχε τρελαθεί από την αγωνία της».
Ο κ. Θωμάς ήταν ψύχραιμος κατά τη διάρκεια των εκρήξεων και μαζί με τα παιδιά του πήγε στο Βόλο.
«Είχε πιάσει φωτιά και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Κατεβήκαμε αρχικά στην παραλία κι έπειτα ανεβήκαμε στο σπίτι. Εκεί ακούσαμε τις εκρήξεις και αποφασίσαμε να φύγουμε. Στην πρώτη μεγάλη έκρηξη ήμουν στο αυτοκίνητο και αυτό ταρακουνήθηκε. Πήρα τα παιδιά μου και με το αυτοκίνητο ήρθαμε στην παραλία του Βόλου. Εκεί κάποια στιγμή ακούστηκε μία μεγάλη έκρηξη κι ήρθαμε μετά στο Εκθεσιακό και περάσαμε εδώ τη νύχτα μας. Ευτυχώς εδώ ήταν όλα οργανωμένα, όμως έχω ένα γενικό παράπονο. Δεν υπάρχει ένας αρμόδιος να μας ενημερώσει να πας πει πότε θα πάμε στα σπίτια μας. Είμαστε εγκλωβισμένοι. Κατακρίνω όποιον είναι υπεύθυνο. Δεν ξέρουμε πότε θα γυρίσουμε και κανείς δεν ξέρει».
Η κ. Ευαγγελία ήταν στο σπίτι της, ξαπλωμένη όταν έγιναν οι εκρήξεις.
«Με την έκρηξη φοβηθήκαμε, άνοιξαν οι τζαμαρίες. Περνούσε η αστυνομία και μας έλεγε να φύγουμε. Ο άνδρας μου έμεινε εκεί. Ο γιός μου, η νύφη μου, τα παιδιά έφυγαν για Βόλο. Εγώ με την ανιψιά μου ήρθαμε στον Βόλο με αυτοκίνητο. Το μυαλό μου ήταν πίσω στον άντρα μου» είπε.
Η κυρία Ελευθερία με τον σύζυγό της και την εγγονή της βρέθηκαν στη Νέα Αγχίαλο για λίγες ημέρες για διακοπές. Η φωτιά και οι εκρήξεις τους ώθησαν να φύγουν, αφήνοντας πίσω τους τα πάντα, αναζητώντας μόνο ένα ασφαλές καταφύγιο.
«Με τις εκρήξεις τρίζανε τα πάντα, τα τζάμια, οι πόρτες στο ξενοδοχείο. Μας είπαν ότι σε σπίτια έσπασαν τζαμαρίες. Ο καπνός πύκνωνε, δεν βλέπαμε στα δύο μέτρα. Είχα μάσκες, πετσέτες και για το παιδί αν χρειάζονταν να τις βρέχαμε. Είδαμε τον Δήμαρχο που κατέβαινε στο λιμανάκι, είδαμε και τις βάρκες μας είπαν ότι φεύγει κόσμος, μπήκαμε στη βάρκα και φύγαμε. Αφήσαμε τα πάντα πίσω μας. Που να μείνουμε εκεί; Και το παιδί έβλεπε άλλους να φωνάζουν, να κλαίνε, τρομοκρατήθηκε. Στη βάρκα ήμασταν τέσσερα άτομα, μας υποδέχτηκαν λεωφορεία στον Βόλο και μας έφεραν εδώ» περιγράφει, περιμένοντας ειδοποίηση για το πότε μπορούν να επιστρέψουν στην Αγχίαλο, να πάρουν τα πράγματά τους και το αυτοκίνητό τους και να γυρίσουν στην Καρδίτσα.