Οι μαζικές δολοφονίες σε σχολεία και πανεπιστήμια είναι ένα φαινόμενο κυρίως γνωστό από άλλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ. Ωστόσο, για τη χώρα μας, η ένοπλη εισβολή ενός φοιτητή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, που οδήγησε στη δολοφονία δύο καθηγητών και τον τραυματισμό πολλών άλλων, ήταν κάτι πρωτοφανές. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τεράστια αίσθηση σε όλη την Ελλάδα, που παρακολουθούσε συγκλονισμένη τα τραγικά γεγονότα εκείνου του απογεύματος της 27ης Νοεμβρίου 1990.
Κεντρικά πρόσωπα της τραγικής υπόθεσης ήταν οι δύο καθηγητές, ο Βασίλης Ξανθόπουλος και ο Στέφανος Πνευματικός, με υπαίτιο για το μακελειό τον 32χρονο μεταπτυχιακό φοιτητή Γιώργο Πετροδασκαλάκη. Παρά το νεαρό της ηλικίας τους, οι καθηγητές είχαν ήδη κατορθώσει να διακριθούν στον επιστημονικό τους χώρο, αφήνοντας προοπτικές για λαμπρό μέλλον.
Ο Βασίλης Ξανθόπουλος, γεννημένος στη Δράμα στις 8 Απριλίου 1951, ξεχώρισε από τα μαθητικά του χρόνια για τις μαθηματικές του ικανότητες, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας. Εισήχθη πρώτος στο Τμήμα Μαθηματικών της Θεσσαλονίκης, αποφοιτώντας με «άριστα». Ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όπου το 1978 απέκτησε το διδακτορικό του στη Φυσική, και δίδαξε σε διάφορα αμερικανικά πανεπιστήμια. Το 1983 έγινε καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, όπου ανέλαβε πρόεδρος το 1987. Η ερευνητική του πορεία χαρακτηρίζεται από σημαντικές συνεργασίες, πάνω από 50 ερευνητικές εργασίες και την έκδοση ενός βιβλίου.
Ο Στέφανος Πνευματικός γεννήθηκε στις 28 Ιουνίου 1957 στον Πειραιά. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία, όπου απέκτησε διδακτορικό τίτλο και αναδείχθηκε για το σημαντικό και βραβευμένο ερευνητικό του έργο. Δίδαξε ως καθηγητής στο φημισμένο Ερευνητικό Κέντρο του Λος Άλαμος στις ΗΠΑ, με πολυάριθμες δημοσιεύσεις και διαλέξεις σε κορυφαία πανεπιστήμια παγκοσμίως. Επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέπτυξε αξιοσημείωτη ακαδημαϊκή δράση στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, κερδίζοντας τον σεβασμό όχι μόνο των φοιτητών του από όλο τον κόσμο, αλλά και της επιστημονικής κοινότητας των Φυσικών Επιστημών.
Η στιγμή του διπλού φονικού και η πραγματική αιτία που οπλίστηκε το χέρι του
Όμως, όλα έληξαν τραγικά εκείνο το απόγευμα του Νοεμβρίου 1990 για τον ίδιο και τον Βασίλη Ξανθόπουλο. Ήταν μια συνηθισμένη, ήσυχη μέρα, με τους φοιτητές στο αμφιθέατρο να παρακολουθούν μάθημα υπολογιστών. Ανάμεσά τους, ο 32χρονος Γιώργος Πετροδασκαλάκης, που έδειχνε χαλαρός, κάνοντας αστεία με τους συμφοιτητές του. Ξαφνικά σηκώθηκε και βγήκε από την αίθουσα, χωρίς κανείς να φανταστεί τι θα ακολουθούσε.
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Πετροδασκαλάκης επιστρέφει ξαφνικά στην αίθουσα, κρατώντας μια καραμπίνα στα χέρια του. Χωρίς να πει λέξη, ανοίγει πυρ κατά των δύο καθηγητών, οι οποίοι πέφτουν αιμόφυρτοι στο πάτωμα. Από τους πυροβολισμούς τραυματίζεται στο χέρι ένας άλλος καθηγητής, ο Σωτήρης Περσίδης, που έσπευσε να προστατεύσει τους συναδέλφους του, ενώ ελαφρά τραυματίζονται από σκάγια ο καθηγητής Θωμάς Ευθυμιόπουλος και η φοιτήτρια Εύα Σταθάκη.
Επικρατεί πανικός, με τους φοιτητές να τρέχουν για να σωθούν και ορισμένους να προσπαθούν να βοηθήσουν τους καθηγητές. Κατά τη διάρκεια της αναστάτωσης, ο Πετροδασκαλάκης καταφέρνει να διαφύγει, επιβιβάζεται σε αυτοκίνητο και εξαφανίζεται προς άγνωστη κατεύθυνση. Οι δύο καθηγητές χάνουν τη ζωή τους ακαριαία, έχοντας μεγάλα διάτρητα τραύματα στον θώρακα και την καρδιά.
Μετά το αρχικό σοκ, οι παρευρισκόμενοι στο μακελειό ειδοποίησαν την Αστυνομία, η οποία έφθασε άμεσα στον χώρο του αμφιθεάτρου και ξεκίνησε αμέσως το ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη του Πετροδασκαλάκη. Παρά τη μεγάλη κινητοποίηση που πραγματοποιήθηκε σε όλη την Κρήτη, οι έρευνες δεν είχαν αποτέλεσμα και ο φονιάς παρέμενε άφαντος. Το υπουργείο Δημόσιας Τάξης προσέφερε αμοιβή 10.000.000 δραχμών για τον εντοπισμό του.
Ο επίλογος γράφτηκε μήνες αργότερα, στις 9 Ιουλίου 1991, όταν ένας βοσκός εντόπισε το πτώμα να κρέμεται από ένα δέντρο σε απομονωμένο σημείο, σε υψόμετρο 1.500 μέτρων, κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Πνεύματος, στα όρια των Νομών Ηρακλείου και Λασιθίου. Ο ιατροδικαστής επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για τον Πετροδασκαλάκη και κατέληξε στη γνωμάτευσή του ότι είχε αυτοκτονήσει με απαγχονισμό λίγες ημέρες μετά το έγκλημα στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου.
Ο θάνατός του προσέθεσε ακόμη ένα μυστήριο στην υπόθεση σχετικά με τα κίνητρα της πράξης του. Οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν ότι δεν υπήρχε κανένας εμφανής λόγος να στοχεύσει τους συγκεκριμένους καθηγητές, οι οποίοι τον είχαν βοηθήσει να αποκτήσει υποτροφία για το μεταπτυχιακό του. Αποκαλύφθηκε ότι είχε προσχεδιάσει το έγκλημα και τη διαφυγή του, καθώς μία μέρα πριν είχε νοικιάσει ένα γρήγορο αυτοκίνητο από το Ηράκλειο, ενώ τα φυσίγγια που χρησιμοποίησε ήταν μεγάλου διαμετρήματος για κυνήγι αγριογούρουνου, δείχνοντας ξεκάθαρα πρόθεση να σκοτώσει.
Έρευνες που έγιναν εκ των υστέρων έδειξαν ότι αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα και όσοι τον γνώριζαν τον περιέγραφαν ως μοναχικό και ιδιόρρυθμο, χωρίς ωστόσο να φαίνεται ικανός για τέτοιες πράξεις. Την εποχή εκείνη, η επικρατέστερη εκδοχή για το μακελειό στο αμφιθέατρο ήταν ότι, αν και εξαιρετικός φοιτητής, δεν είχε περάσει το μάθημα της Κβαντικής, γεγονός που τον ώθησε στη βία. Άλλες εκδοχές παρέμειναν εικασίες, με τη μόνη απτή και τραγική συνέπεια να είναι η απώλεια δύο λαμπρών επιστημόνων, οι οποίοι είχαν μπροστά τους λαμπρή και σημαντική ακαδημαϊκή πορεία με διεθνή ακτινοβολία.