Υπέρ ή κατά της αλλαγής του Συντάγματος; Οι Χιλιανοί καλούνται να ψηφίσουν σήμερα σε δημοψήφισμα, ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα ενός άνευ προηγουμένου κοινωνικού κινήματος που αμφισβητεί το υπερφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο της χώρας, το οποίο κατηγορεί ότι ωφελεί μόνο τους πιο πλούσιους.
Η κατάργηση του Συντάγματος της Χιλής, το οποίο η χώρα κληρονόμησε από τον δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ (1973-1990), ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα των διαδηλωτών που έχουν βγει στους δρόμους από τις 18 Οκτωβρίου 2019 ζητώντας μια πιο δίκαιη κοινωνία.
Οι 14 εκατομμύρια ψηφοφόροι που καλούνται σήμερα στις κάλπες θα πρέπει να απαντήσουν σε δύο ερωτήματα: «Επιθυμείτε ένα νέο Σύνταγμα;» και «Ποιο όργανο θα πρέπει να συντάξει το νέο Σύνταγμα».
Στο δεύτερο ερώτημα θα μπορούν να επιλέξουν μεταξύ μιας «Μικτής συνταγματικής συνέλευσης», η οποία θα αποτελείται από εκλεγμένους πολίτες και κοινοβουλευτικούς, και μια «Συνταγματικής συνέλευσης», η οποία θα αποτελείται αποκλειστικά από πολίτες.
Τα εκλογικά κέντρα θα είναι ανοικτά από τις 08:00 (13:00 ώρα Ελλάδας) ως τις 20:00, δηλαδή δύο ώρες περισσότερο από το κανονικό προκειμένου να αποφευχθεί ο συνωστισμός λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Για τους υποστηρικτές του “Apruebo” (Εγκρίνω), που ανήκουν κυρίως στον κεντρώο και αριστερό χώρο, ένα νέο Σύνταγμα θα άρει τα βασικά εμπόδια για βαθιές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις σε μια από τις πιο κοινωνικά άνισες χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Οι υποστηρικτές του “Rechazo” (Απορρίπτω) εκτιμούν ότι είναι εφικτό να γίνουν μεταρρυθμίσεις στο ήδη υφιστάμενο Σύνταγμα, το οποίο, σύμφωνα με τους ίδιους, έχει εγγυηθεί τη σταθερότητα στη Χιλή τις τελευταίες δεκαετίες.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 60% με 75% των ψηφοφόρων εγκρίνει την κατάρτιση νέου Συντάγματος, όμως η πανδημία δημιουργεί κάποια ερωτήματα για τη συμμετοχή στο δημοψήφισμα.
Μέχρι στιγμής καμία προηγούμενη απόπειρα κατάργησης του Συντάγματος της Χιλής δεν ευοδώθηκε. Το υφιστάμενο Σύνταγμα καταρτίστηκε το 1980 με στόχο να μπορέσουν να διατηρηθούν στην εξουσία τα συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας της Χιλής, ακόμη και μετά το τέλος της δικτατορίας.
«Πρώτος στόχος της συνταγματικής αυτής διαδικασίας είναι να βγούμε από τη σκιά της δικτατορίας Πινοσέτ», σχολίασε ο Μαρσέλο Μέγια πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγο.
Δεύτερος στόχος, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι «να μπορέσουμε να λύσουμε με πολιτικά και ειρηνικά μέσα τα προβλήματα που έχουν γίνει δομικά και παραλύουν τη λειτουργία της χιλιανής δημοκρατίας», όπως η ανισότητα και ο αποκλεισμός.
Αρχικά το δημοψήφισμα είχε προγραμματιστεί για τις 26 Απριλίου, όμως λόγω της πανδημίας του κορονοϊού αναβλήθηκε για τις 25 Οκτωβρίου.
Θα πραγματοποιηθεί λοιπόν ακριβώς ένα χρόνο μετά την ιστορική συγκέντρωση 1,2 εκατομμυρίου ανθρώπων στην πλατεία Ιταλίας, επίκεντρο των διαδηλώσεων, ένα γεγονός που αποτέλεσε καμπή για το κίνημα αμφισβήτησης.
Μέχρι το ξέσπασμα αυτής της κρίσης η Χιλή παρουσιαζόταν ως μια από τις πλέον σταθερές χώρες της Λατινικής Αμερικής, με καλά μακροοικονομικά αποτελέσματα.
Ο συντηρητικός πρόεδρος Σεμπαστιάν Πινιέρα, ένας από τους πιο πλούσιος ανθρώπους στη Χιλή, χαρακτήρισε τη χώρα του «όαση» στη περιοχή, λίγες ημέρες προτού ξεκινήσουν οι διαδηλώσεις.
Αφορμή για τις κινητοποιήσεις αποτέλεσε η αύξηση της τιμής του εισιτηρίου του μετρό στο Σαντιάγο, ενώ τροφοδοτήθηκαν από την οργή απέναντι στην πολιτική τάξη που είχε απομακρυνθεί από τους πολίτες και δεν αναγνώριζε τις καθημερινές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν ολοένα και περισσότεροι.
Ούτε η δεξιά που βρίσκεται στην εξουσία, ούτε τα κεντρώα κόμματα, αλλά ούτε και τα αριστερά δεν κατάφεραν να εκμεταλλευθούν την οργή του δρόμου: οι εκκλήσεις όλων των πλευρών για συγκεντρώσεις στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα εισακούστηκα από μερικές εκατοντάδες ανθρώπους.
Την Τετάρτη ο Πινιέρα κάλεσε τους Χιλιανούς να ψηφίσουν μαζικά και εξέφρασε την ελπίδα με αυτό τον τρόπο να επιτευχθεί «εθνική συμφιλίωση».