Διαβάστε την εισαγγελική πρόταση για τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο: «Κοίμισε το παιδί και ανέβηκε να σκοτώσει»

Κοινοποίηση:
μπαμπης

Κατά την εισαγγελική λειτουργό δεν τίθεται ζήτημα «βρασμού», που επικαλείται ο κατηγορούμενος για τη δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς προσδοκώντας ευνοϊκότερη ποινική μεταχείριση. «Δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο που να δείχνει απώλεια συνείδησης» τόνισε.

Η εισαγγελέας ξεκίνησε την αγόρευσή της λέγοντας:«Σκεφτόμουν, προετοιμάζοντας την αγόρευσή μου, ότι αυτή η υπόθεση δεν επεξεργάζεται πολύπλοκα νομικά ζητήματα. Σκεφτόμουν ότι η πρόταση του εισαγγελέως θα μπορούσε να ανοίξει και να κλείσει με την ετυμηγορία, γιατί για μένα όσα έγιναν είναι αυταπόδεικτα».

«Το παράλογο της τέλεσης των εγκλημάτων αυτής της δίκης με παραπέμπει στο αναίτιο, δηλαδή την αιτία που οδηγήθηκαν τα πράγματα στο έγκλημα», συνέχισε, αναλύοντας νομικά το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.

«Είναι αυταπόδεικτα όσα έγιναν» τη νύχτα της 11ης Μαΐου 2021 στην μεζονέτα στα Γλυκά Νερά, είπε η εισαγγελική λειτουργός, η οποία θεωρεί ότι ο κατηγορούμενος πιλότος πρέπει να καταδικαστεί όπως εισάγεται.

«Ο φόνος έγινε για ασήμαντη αφορμή και ο κατηγορούμενος ούτε βρισιές από την πλευρά του θύματος δεν μπορεί να επικαλεστεί. Κοίμισε το παιδί στον καναπέ και ανέβηκε να σκοτώσει. Αυτό καταρρίπτει τον ισχυρισμό περί ψυχικής διέγερσης και δείχνει την προμελέτη. Δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο που να δείχνει απώλεια συνείδησης» τόνισε η εισαγγελέας.
Ζητώντας από τους δικαστές να μην αποδεχθούν τα περί «θολωμένου μυαλού» του δράστη, η εισαγγελέας ανέφερε με ιδιαίτερη έμφαση πως «το επιχείρημα ότι σκότωσε θολωμένος καταρρίφθηκε αμέσως ,από την στιγμή που εναπόθεσε το παιδί στο σώμα της νεκρής μάνας. Είχε επίγνωση της αδιανόητης σκληρότητας του. Ήξερε ότι η προσοχή θα στεφόταν στο παιδί και σε εκείνον που βγήκε αλώβητος από μια αιματηρή ληστεία. Το επεδίωκε».

Ο κατηγορούμενος δεν κατάφερε να ισχυριστεί ότι η Καρολάιν ήταν επικίνδυνη για το παιδί, σχολίασε η εισαγγελέας, υποστηρίζοντας πως ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε σε «άγαρμπες κινήσεις». «Ο φόνος έγινε για ασήμαντη αφορμή και ο κατηγορούμενος ούτε βρισιές δεν μπορεί να επικαλεστεί. Κοίμισε το παιδί στον καναπέ και ανέβηκε να σκοτώσει. Αυτό καταρρίπτει τον ισχυρισμό και δείχνει την προμελέτη. Δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο που να δείχνει απώλεια συνείδησης».
Και συνέχισε: «Ακόμα και το επιχείρημα ότι σκότωσε θολωμένος καταρρίφθηκε όταν εναπόθεσε το παιδί στο σώμα της νεκρής μάνας. Είχε επίγνωση της αδιανόητης σκληρότητάς του. Ήξερε ότι η προσοχή θα στεφόταν στο παιδί και σε εκείνον που βγήκε αλώβητος από μια αιματηρή ληστεία. Με πλήρη βεβαιότητα ο ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί».

Η εισαγγελική λειτουργός, όπως άφησε να διαφανεί και κατά την προηγούμενη δικάσιμο, τόνισε στο δικαστήριο ότι η νομική αξιολόγηση των λεπτών που πέρασαν μέχρι να ξεψυχήσει η 20χρονη είναι ένα από τα σημεία που οδηγούν ευθέως στην απόρριψη του βρασμού που ισχυρίζεται ο πιλότος. Σύμφωνα με την εισαγγελέα, όσα προηγήθηκαν του ασφυκτικού θανάτου αλλά και η ίδια η χρονική διάρκεια που ο δράστης πιέζει το μαξιλάρι στο πρόσωπο της Καρολάιν, η οποία κοιμόταν μερικά λεπτά πριν, αποδεικνύουν ότι είχε συγκροτημένη σκέψη και ήταν σε θέση να σταθμίσει τα αποτελέσματα των ενεργειών του.

«Ένιωθε τους κραδασμούς της Καρολάιν από την ασφυξία που της προκαλούσε» τόνισε η Εισαγγελέας η οποία ανέφερε πως «ο χρόνος που ενήργησε ήταν πολύς και μπροστά στα μάτια του εξελίχθηκαν όλα τα ασφυκτικά συμπτώματα».
«Όταν ξεκίνησε να φράζει τις αεροφόρες οδούς της Καρολάιν, είναι βέβαιο ότι ένιωθε τους κραδασμούς από την ασφυξία. Είναι συγκλονιστικό ότι ο χρόνος που ενήργησε ήταν πολύς και μπροστά στα μάτια εξελίχθηκαν όλα τα ασφυκτικά συμπτώματα. Κατά την κρίση μου, είχε χρόνο να κάνει πίσω βλέποντας τα συμπτώματα της γυναίκας του. Τα 60 δευτερόλεπτα είναι μεγάλος χρόνος για να κάνει πίσω», εξήγησε η εισαγγελική λειτουργός και αναφέρθηκε σε όσα περιέγραψε ο κατηγορούμενος.

Το πεντάλεπτο με εξάλεπτο που ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος πίεζε την Καρολάιν, αλλά και το γεγονός ότι το θύμα κοιμόταν και δεν προηγήθηκε στον αμέσως προηγούμενος χρόνο καυγάς, είναι αυτά που κατά την εισαγγελική λειτουργό καθορίζουν και το όριο μεταξύ της «έντονης ψυχικής διέγερσης», που εν προκειμένω δεν ισχύει και της «συγκροτημένης σκέψης» του δράστη ο οποίος δεν κάνει πίσω όσο το θύμα τινάζεται και πασχίζει να αναπνεύσει. «Δεν λειτούργησε καμία αναστολή. Αρχικά ανέφερε ότι προέβη σε εναγκαλισμό, όχι και τόσο ..εύστοχος όρος, μόνο αν δεχτούμε ότι ήταν εναγκαλισμός θανάτου» είπε η εισαγγελική λειτουργός.

Σχολιάζοντας την απολογία του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου η εισαγγελέας είπε πως «πολλές φορές αναρωτήθηκα κατά την απολογία αν καταλάβαινε για τι πράγμα μιλούσε και αν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Επιμήκυνε την απολογία του για ώρες για να πείσει πως «κάτι φοβερό είχε συμβεί» εκείνο το βράδυ. Κατέληξε μέσα από παιδαριώδη επιχειρήματα σε αυτό που συνέβη. Ήταν ένα ζήτημα απολύτως διαχειρίσιμο. Πως λοιπόν πυροδοτήθηκε ο θυμός του; Ο ίδιος ο κατηγορούμενος δυναμίτισε την υπεραστική γραμμή του. Δυσκολεύτηκε να αποδείξει την κορύφωση του συναισθήματος».

«Την πλάκωσε με όλο του το σώμα για να μην αντιδράσει. Καταδείχθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ότι το smartwatch και τα 17 βήματα που κατέγραψε ήταν οι κινήσεις των χεριών της. Ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι μπορεί να ακούσουν οι γείτονες. Ούτε κατά διάνοια δεν είναι πιστευτό ότι την άφησε όταν νόμιζε ότι έχει λιποθυμήσει. Την άφησε όταν βεβαιώθηκε ότι ήρθε το τέλος», σημείωσε.
«Ο κατηγορούμενος ξέχασε να αφαιρέσει το ρολόι της Καρολάιν και αυτό είναι Θεία Δίκη γιατί έδωσε αρκετά στοιχεία», επεσήμανε η εισαγγελέας, προσθέτοντας ότι «ο θάνατος της Καρολάιν ήταν αγωνιώδης».
Κατά την εισαγγελική λειτουργό, το smart watch που φορούσε το επίμαχο βράδυ η Καρολάιν λειτούργησε ως «θεία δίκη» για τον 34χρονο, ο οποίος ξέχασε να της το αφαιρέσει από το χέρι όταν δημιουργούσε το σκηνικό για την υποτιθέμενη ληστεία αφαιρώντας την κάμερα ασφαλείας.

«Ο ισχυρισμός εξετάσθηκε εξονυχιστικά. Ο ίδιος ο κατηγορούμενος δυναμίτισε την υπεραστική γραμμή. Δυσκολεύτηκε να αποδείξει την κορύφωση του συναισθήματος και κάθε φορά απαντούσε πως δεν θέλει να πει κακή κουβέντα για το θύμα. Είπε πως η κίνηση της Καρολάιν προς το παιδί τον ώθησε, προσθέτοντας ότι “δεν πήγα από το 0 στο 100”. Είπε πως είδε την κορούλα του να υφίσταται ένα βίαιο περιστατικό. Δεν μας περιέγραψε όμως κάτι τόσο βίαιο. Ο μηχανισμός του θανάτου τέθηκε ενώ το θύμα κοιμόταν. Οι κρίσιμες στιγμές περιγράφονται με τέτοιο τρόπο που αν δεν γνωρίζαμε το πλαίσιο θα νομίζαμε ότι το επεισόδιο εξελίσσεται σε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας. Πολλές φορές αναρωτήθηκα κατά την απολογία να καταλάβαινε για τι πράγμα μιλούσε και αν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Επιμήκυνε την απολογία του για ώρες για να πείσει πως κάτι φοβερό είχε συμβεί. Κατέληξε μέσα από παιδαριώδη επιχειρήματα σε αυτό που συνέβη. Περιέγραψε ένα ανεβοκατέβασμα από τη σκάλα. Ήταν ένα ζήτημα απολύτως διαχειρίσιμο. Πώς πυροδοτήθηκε ο θυμός του;», είπε η εισαγγελέας.

Η εισαγγελέας ζήτησε ενοχή του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου και για το θάνατο του σκύλου
Εν συνεχεία η εισαγγελέας ζήτησε ενοχή του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου και για το κακούργημα της θανάτωσης σκύλου και των πλημμελημάτων της ψευδούς καταγγελίας στις αρχές και της ψευδούς κατάθεσης ζήτησε η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.

Αναφορικά με τη θανάτωση της «Ρόξυ» της σκυλίτσας της οικογένειας, την οποία ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος ομολόγησε ότι την κρέμασε από την κουπαστή της σκάλας για να σκηνοθετήσει τη ληστεία, η εισαγγελέας τόνισε:
«Ο κατηγορούμενος οργανώθηκε ταχύτατα και σκότωσε το σκυλί με αδιανόητη σκληρότητα. Το ζώο βασανίστηκε όπως και η κοπέλα, φάνηκε η προσπάθεια του να σωθεί χωρίς να τα καταφέρει. Ήταν κάτι σημαντικό για την Καρολάιν. Όσο κι αν λέει ότι αγαπούσε το ζώο όπως η Καρολάιν, αυτό δεν μπορεί να γίνει πιστευτό. Ήταν ένα από τα ζητήματα που τον πρόδωσαν. Κανείς ληστής δεν χάνει χρόνο για να σκοτώσει έτσι τελετουργικά το σκυλί. Το κρέμασμα παραπέμπει είτε σε μαφία -εγώ αυτό σκέφτηκα αρχικά όταν τα έβλεπα στην τηλεόραση- είτε στον ίδιο, δεν υπήρχε τρίτη λύση. Μας είπε πόσο αγαπούσε τα ζώα και την κρέμασε έτσι, είναι ακραίος κυνισμός ή σχάση προσωπικότητας; Ένας ψυχίατρος θα μπορούσε να μας πει».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: