Ομάδα διακεκριμένων νομικών χαρακτηρίζει άκυρη τη συμφωνία και ανακοινώνει ότι ξεκινά τη συλλογή υπογραφών με αίτημα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ως προς την αποδοχή ή μη της εν λόγω συμφωνίας
Σε συνεντευξη τύπου που παραχώρησαν σημερα στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών η ομάδα διακεκριμένων νομικών ανέπτυξε το ζήτημα των νομικών θεμάτων που αναφύονται σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών και ενημερωσαν πως ξεκινά συλλογή υπογραφών με αίτημα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ως προς την αποδοχή ή μη της εν λόγω συμφωνίας.
Αυτό ακριβώς τόνισε ο συντονιστής της συνέντευξης τύπου και μέλος της επιτροπής Γιώργος Μπούτρης, ο οποίος άνοιξε τη συνέντευξη τύπου διαβάζοντας το κείμενο για τη συλλογή υπογραφών.
Οι τοποθετήσεις των νομικών άρχισαν με παρέμβαση του ομότιμου καθηγητή συνταγματικού δικαίου του ΕΚΠΑ κ. Γεωργίου Κασιμάτη, κατά την οποία εξέφρασε την άποψη ότι: «Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι άκυρη ως αντίθετη σε διατάξεις δημοσίου διεθνούς δικαίου και σε συνταγματικές διατάξεις. Ο Έλληνας συνταγματολόγος τόνισε ότι η συμφωνία είναι άκυρη, επειδή δεν πληροί τους όρους της διαφάνειας, της αλήθειας και της ακρίβειας του δημοσίου διεθνούς δικαίου, αλλά και διότι δεν μπορεί να υπάρξει έγκυρη συμφωνία, με την οποία να αναγνωρίζονται εθνότητα και γλώσσα, που δεν έχουν αναγνωριστεί διεθνώς. Επεσήμανε ότι ανεξαρτήτως των λοιπών νομικών κωλυμάτων δεν μπορεί να ισχύσει οποιαδήποτε συμφωνία που αναγνωρίζει μη υφιστάμενη εθνότητα, στηριζόμενη σε αποδεδειγμένα ιστορικά ψεύδη και αντεπιστημονική απόπειρα σφετερισμού της ιστορικής κληρονομίας άλλου κράτους, καθώς και ότι η Συμφωνία των Πρεσπών συνιστά ένα βήμα επιβολής των σχεδίων των ΗΠΑ για τα Βαλκάνια, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο ακόμα και την εδαφική ακεραιότητας της χώρας μας. Τέλος, ο καθηγητής Κασιμάτης εξέφρασε την πολλάκις εκπεφρασμένη αγωνία του για την ανάγκη μετωπικής ένωσης του Ελληνικού λαού, όχι μόνο για τη μη εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, αλλά και για την ανατροπή των άκυρων δανειακών συμβάσεων και μνημονίων.
Στη συνέχεια πήρε τον λόγο ο δικηγόρος Αθηνών Σαράντος Θεοδωρόπουλος, ο οποίος εξέθεσε συνοπτικά τους λόγους ακυρότητας της Συμφωνίας των Πρεσπών ως ακολούθως:
• Αντιβαίνει ευθέως στην Ευρωπαϊκή Συνθήκη Ιθαγένειας ( Στρασβούργο 11,1997), όπου καθορίζεται ότι κατά τη συνολμολόγηση διατάξεων περί ιθαγένειας , λαμβάνεται υπ΄ όψιν το νόμιμο συμφέρον λαών, κρατών και ατόμων ( π.χ. μακεδονική εθνότητα και γλώσσα)
• Αναθεωρεί το Πρωτόκολλο των Αθηνών 1913, τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου 1913, και τη Συνθήκη της Λωζάνης, χωρίς τη σύμπραξη της αντισυμβαλλομένης στις 2 πρώτες συμβάσεις Σερβίας, και δυναμιτίζει το status quo της βόρειας συνοριακής γραμμής της χώρας.
• Αντιβαίνει στις συμβάσεις περί προστασίας της Πολιτιστικής Κληρονομιάς (Χάγη1954) που έχουν κυρωθεί με νόμους 360/1976, 3028/2002 , συμβάσεις της UNESCO για την πολιτιστική κληρονομιά ν. 3251/2006 και άλλες ενώ επιφέρει σύγχιση της πολιτιστικής ταυτότητα μεταξύ των δύο εθνών
• Παραχωρεί αναίτια την αναγνώριση της fYROM σε περίκλειστο ηπειρωτικό κράτος, ενώ οποιαδήποτε τέτοια δικαιώματα αν τα έχει προβλέπονται με προϋποθέσεις από τις συνθήκες για το δίκαιο της θάλασσας
• Καταρτίστηκε με μυστική διπλωματία
• Δεν προβλέπει ποια άρθρα του συντάγματος της γείτονος πρέπει να αλλάξουν
• Δεν προβλέπει ανάλογη δημοψηφισματική δυνατότητα για τον Ελληνικό Λαό , όπως προβλέπει για το Λαό της FYROM
• Παραχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα για τ η διεύθυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και τις εμπορικές επωνυμίες και σήματα
• Πρέπει να κυρωθεί με πλειοψηφία 2/3 της Βουλής κατά το άρθρο 28§2 Συντάγματος
• Παραχωρεί αναίτια με το άρθρο 19 §2 αυτόματη προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης , για τα θέματα της Συμφωνίας χωρίς να θέτει χρονική ρήτρα εφαρμογής, ενώ το γενικό της συμφωνίας φαντάζει επικίνδυνο για το τί θα θέλει να φέρει ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου η πΓΔΜ
• Πριν την κύρωση δεν μπορεί να παράξει έννομα αποτελέσματα και πολιτικά τετελεσμένα για τη Χώρα
• Πρέπει να ερωτηθεί ο Ελληνικός Λαός με δημοψήφισμα , αφού το ίδιο προβλέπεται και για τον Λαό της πΓΔΜ στα πλαίσια της αμοιβαιότητας
Ακολούθως έλαβε τον λόγο ο δικηγόρος Αθηνών Γαβριήλ Πελεκίδης, ο οποίος, αφού επανέλαβε τους εν γένει νομικούς λόγους ακυρότητας της συμφωνίας, τις αντιθέσεις μεταξύ των συνταγματικών κανόνων και των σχετικών άρθρων της συμφωνίας, ανέφερε τις σκόπιμες αοριστίες και τις ύποπτες παραλείψεις της και ανέλυσε τις σχετικές προβλέψεις περί περίκλειστου κράτους και τους κινδύνους που αυτές εγκυμονούν για το καθεστώς αλιείας στο Αιγαίο και τις εντεύθεν βλέψεις για δημιουργία της “Μακεδονίας του Αιγαίου”. Τόνισε τη συμπαιγνία των συστημικών κομμάτων ως προς τη σύναψη τη συμφωνίας αυτής και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι αναγκαία η δημιουργία ενός παλλαϊκού, πανεθνικού, δημοκρατικού μετώπου για την ανατροπή του μνημονιακού συστήματος και την κατάκτηση εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας. Έκλεισε δε την εισήγησή του προτείνοντας με τη συλλογή υπογραφών και κάθε άλλου πρόσφορου μέσου να υποχρεωθεί η κυβέρνηση για διεξαγωγή δημοψηφίσματος περί της αποδοχής της συμφωνίας από τον λαό.
Τελευταίος τοποθετήθηκε ο δικηγόρος Αθηνών Αναστάσιος Κώνστας, ο οποίος εστίασε στην κεκαλυμμένη εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών. Συγκεκριμένα αναφέρθηκε στην εκχώρηση σε διάφορες επιτροπές της αρμοδιότητας επίλυσης των θεμάτων που αναφύονται σε σχέση με ζητήματα εμπορικών επωνυμιών και σημάτων, “αλυτρωτικών” εκδηλώσεων από πλευράς Ελληνικού κράτους και ιδιωτών και αναδιατύπωσης σχολικών συγγραμμάτων, ώστε να μην προκύπτουν αλυτρωτικά μηνύματα. Τόνισε ότι η χρήση εμπορικών επωνυμιών και σημάτων είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη, ερειδόμενη στο άρθρο 5 του Συντάγματος περί ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, ότι η ασάφεια που διέπει τον όρο “αλυτρωτικός” στη σύμβαση αφήνει ανοικτό το πεδίο περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και ότι η συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία επιστημονικής έρευνας και γνώμης ενδέχεται να πληγεί. Επεσήμανε επίσης ότι, τόσο η συνταγματική κατοχύρωση της υποχρέωσης του κράτους για παροχή παιδείας, όσο και για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομίας, δεν είναι δυνατόν να εκχωρούνται στις επιτροπές που προβλέπονται από τη Συμφωνία των Πρεσπών, αφού υφίσταται συνταγματικό κώλυμα. Κατά την άποψή του η τοιαύτη κεκαλυμμένη εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας σε μη ελεγχόμενες επιτροπές καθιστά τη συγκεκριμένη συμφωνία διεθνή σύμβαση, που θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να κυρωθεί με την αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 3/5, ενώ τόνισε ότι δεν είναι νοητό να υπάρξουν “εκπτώσεις” στις συγκεκριμένες συνταγματικά επιβαλλόμενες υποχρεώσεις του κράτους.
Σύντομη παρέμβαση στη συνέντευξη τύπου έγινε από τον Πρόεδρο του ΔΣΑ, κ. Βερβεσό, ο οποίος ανέφερε τις σχετικές πρωτοβουλίες της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος. Η εκδήλωση έκλεισε με ερωτήσεις δημοσιογράφων και απλών πολιτών και απαντήσεις από τους εισηγητές.