Διακόπηκε η δίκη για την επίθεση στην Ιωάννα Παλιοσπύρου

Κοινοποίηση:
θυ

Στις 16 Ιανουαρίου του 2025 αναμένεται να ξεκινήσει επί της ουσίας η δίκη κατά της Έφης Κακαραντζούλα, η οποία το Μάιο του 2020 έριξε βιτριόλι στην Ιωάννα Παλιοσπύρου στην είσοδο πολυκατοικίας στην Καλλιθέα.

Χωρίς να καλύπτει το πρόσωπο της, σε αντίθεση με το πρωτόδικο δικαστήριο όπου ήταν υποχρεωμένη λόγω των τραυμάτων της να φορά ειδική μάσκα, η Ιωάννα Παλιοσπύρου έδωσε το «παρόν» στη δικαστική αίθουσα και βρέθηκε αντιμέτωπη με την Έφη Κακαράντζουλα, τον άνθρωπο που θέλησε να βάλει τέλος στη ζωή της.

Ξεκινώντας την τυπική διαδικασία, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο συγκροτήθηκε σε δικαστήριο, με τρεις δικαστικές λειτουργούς και με την κλήρωση τεσσάρων ενόρκων, όλοι τους άνδρες.

Με την έναρξη της διαδικασίας, ζητήθηκε η αναβολή της υπόθεσης, λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγόρου υπεράσπισης Σάκη Κεχαγιόγλου, με την επίκληση σοβαρού οικογενειακού προβλήματος υγείας που παρουσιάστηκε εκτάκτως και υποχρέωσε τον υπερασπιστή να βρεθεί εκτός Αθηνών.

Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής λόγω αοριστίας, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η διακοπή της υπόθεσης. Όπως χαρακτηριστικά είπε η πλευρά της υποστήριξης της κατηγορίας: «Θα πρέπει πρωτίστως να προστατευθεί η Ιω. Παλιοσπύρου. Το κορίτσι έχει 20 χειρουργεία και δεν μπορεί να περιμένει» ανέφερε ο Νικ. Αλεξανδρής που μαζί με την Σοφία Πολυζωγοπούλου είναι οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του θύματος.

Η καταδίκη

Η Έφη Κακαραντζούλα εκτίει ποινή κάθειρξης 15 ετών και τριών μηνών ύστερα από την ομόφωνη καταδίκη της για τα αδικήματα της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση, με ενδεχόμενο δόλο, και της απείθεια. Τον Οκτώβριο του 2021, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο δεν είχε δεχθεί να αναγνωρίσει στην καταδικασθείσα ούτε ελαφρυντική περίσταση ούτε να χορηγήσει ανασταλτικό στην έφεση. Μάλιστα, ο εισαγγελικός λειτουργός την είχε χαρακτηρίσει «επικίνδυνη για τη δημόσια ασφάλεια» και πως αν αφεθεί ελεύθερη «είναι ικανή να διαπράξει συναφή αδικήματα».

Σε εκείνο το δικαστήριο, η Ιωάννα Παλιοσπύρου κατέθεσε για την ημέρα που άλλαξε η ζωή της: «Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντου πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Το πρωτό πράγμα ήταν να τρέξω για κάποια βοήθεια. Θυμήκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα, πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα “δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια“».

Για τις δύσκολες ώρες που έζησε τις ημέρες που ακολούθησαν, είχε πει με δάκρυα στα μάτια: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουν, να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι, να ξαναξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε “Θεέ μου” και κατάλαβα ότι το είπε για μένα, κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: