Στα δύσκολα, καταφθάνει το ιππικό… Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και η σύζυγός του Μισέλ πρόκειται να λάβουν μέρος, πράγμα που έως τώρα είχαν αποφύγει, σε προεκλογικές εκδηλώσεις της τελευταίας στιγμής υπέρ της υποψήφιας των Δημοκρατικών για την προεδρία και νυν αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς γιατί. Δύο εβδομάδες πριν από την εκλογική αναμέτρηση της 5ης Οκτωβρίου, η μάχη της Χάρις με τον Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται πως δίνεται “στήθος με στήθος”, καθώς ο εκλεκτός των Ρεπουμπλικανών όλο το τελευταίο διάστημα βελτιώνει αργά αλλά σταθερά τη θέση του και μάλιστα μεταξύ μερίδων του εκλογικού ακροατηρίου, όπως οι Αφροαμερικανοί, όπου οι Δημοκρατικοί πιστευόταν ότι διαθέτουν κατά παράδοση προνομιακή πρόσβαση.
Τελευταίες μετρήσεις
Σε επίπεδο λαϊκής ψήφου πανεθνικά η Χάρις εμφανίζεται να διατηρεί εμφανές (πλην επισφαλές) προβάδισμα, με ποσοστά της τάξης του 49,1% έναντι 46,6%. Αλλά ούτως ή άλλως στο αμερικανικό σύστημα δεν είναι αυτός ο καθοριστικός παράγοντας για την εκλογική νίκη. Το παν είναι οι συσχετισμοί στο Εκλεκτορικό Κολλέγιο, με όλες τις στρεβλώσεις που φέρει η γεωγραφική κατανομή και το πλειοψηφικό σύστημα – τις οποίες η Χάρις χρειάζεται προβάδισμα λαϊκής ψήφου της τάξης του 2% τουλάχιστον, προκειμένου να τις υπερβεί.
Επ’ αυτού οι πιθανότητες του Τραμπ να εξασφαλίσει την πλειοψηφία έχουν, σύμφωνα με τον γνωστό εκλογικό αναλυτή Νέιτ Σίλβερ, ανέλθει στο 50,2%, προσπερνώντας το συμβολικό όριο που τον καθιστά φαβορί. Αντίστοιχα, οι πιθανότητες νίκης της Χάρις υπολογίζονται στο 49,5%, ενώ το υπολειπόμενο 0,3% περιγράφει το ενδεχόμενο μιας απόλυτης ισοψηφίας 269-269 εκλεκτόρων.
Ο ίδιος, αναλύοντας τους μέσους όρους των υφιστάμενων δημοσκοπήσεων, δίνει τη Χάρις νικήτρια με οριακή διαφορά στις επίμαχες πολιτείες της Πενσιλβάνια, του Μίσιγκαν, του Ουισκόνσκιν και της Νεβάδα και τον Τραμπ παρομοίως στη Βόρειο Καρολίνα, την Τζόρτζια, την Αριζόνα και πιο άνετα στη Φλόριντα.
Οι άνθρωποι της αγοράς είναι λιγότερο συγκρατημένοι. Ο ιστότοπος Polymarket εκτιμά τις πιθανότητες νίκης του Τραμπ στο 60,5%, προβλέποντας μάλιστα επικράτηση των Ρεπουμπλικανών και στα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Αλλαγές στις διαχωριστικές γραμμές
Ποιος στηρίζει ποιον; Μέχρι τώρα τέσσερις διαχωριστικές γραμμές ήσαν σαφείς. Οι κάτοικοι των μεγάλων αστικών κέντρων των παραλίων, οι γυναίκες, οι κάτοχοι ανώτερης εκπαίδευσης και οι μειονότητες ήταν το προνομιακό κοινό της Χάρις (και συνολικά των Δημοκρατικών), ενώ αντιστρόφως η απήχηση του Τραμπ εκτοξεύεται στη λευκή, ανδρική, όχι ιδιαίτερα μορφωμένη Αμερική της ενδοχώρας. Σε επίπεδο συμφερόντων, οι κλάδοι που αναφέρονται περισσότερο στην εγχώρια αγορά, η εξορυκτική βιομηχανία και οι κατασκευές, οι μικροί εργοδότες έκλιναν υπέρ του Τραμπ, ενώ ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, η βιομηχανία του θεάματος και η φαρμακοβιομηχανία είχαν σαφή προτίμηση για τη Χάρις.
Παρατηρούνται ωστόσο δύο ενδιαφέροντα ρήγματα. Το πρώτο αφορά τη Σίλικον Βάλεϊ και συνολικά τον κόσμο των νέων τεχνολογιών, όπου μεγιστάνες σαν τον Ίλον Μάσκ και τον Πίτερ Τιλ ρίχνουν αποφασιστικά το βάρος υπέρ του Τραμπ και του υποψήφιου αντιπροέδρου του, σε απόκλιση από την έως τώρα σταθερά υπέρ των Δημοκρατικών και της “κουλτούρας της συμπερίληψης” στάση του κλάδου.
Το δεύτερο ρήγμα αφορά την υποχώρηση της θεωρητικά “δεδομένης” ψήφου των μειονοτήτων (Ισπανοφώνων, αλλά και Αφροαμερικανών) προς τη Χάρις. Λ.χ. ενώ μεταξύ των Ισπανοφώνων ο Μπάιντεν επικράτησε το 2020 με διαφορά 28 μονάδων, αυτή δείχνει σε πρόσφατη έρευνα του NBC να έχει περιορισθεί σε 14 μονάδες υπέρ της Χάρις. Ομοίως, σε έρευνα για λογαριασμό των New York Times ο Τραμπ φέρεται να αποσπά το 15% της αφροαμερικανικής ψήφου, έναντι μόλις 9% στην κάλπη του 2020. Συνεπώς, η εκπαιδευτική (συγκαλυμμένα ταξική) πόλωση ενισχύεται, υπερκαλύπτοντας τη φυλετική, με αποτέλεσμα τόσο ο Τραμπ όσο και η Χάρις να καταγράφουν κέρδη σε πολιτείες που δεν τους ήταν φιλικές – τις περισσότερο πολυπολιτισμικές για τον πρώτο, τις περισσότερο “λευκές” για τη δεύτερη.
Η ανησυχία του Ζελένσκι και οι προειδοποιήσεις για παγκόσμιο πόλεμο
Και στο βάθος παραμονεύει πάντα η γεωπολιτική αναταραχή. Οι μεγάλες διεθνείς κρίσεις των ημερών, η ουκρανική και η μεσανατολική, γίνονται τμήμα της κομματικής αντιπαράθεσης στις ΗΠΑ, με το Δημοκρατικό κοινό να έχει “υιοθετήσει” το Κίεβο, αλλά να αισθάνεται ολοένα και μεγαλύτερη ψυχρότητα προς το Ισραήλ, τους δε Ρεπουμπλικανούς να έχουν την ακριβώς αντίθετη τοποθέτηση.
Μάλιστα ο Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζοντας μια σειρά δηλώσεων αποστασιοποίησης από την κυβέρνηση της Ουκρανίας, επέρριψε στον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι μερίδιο ευθύνης για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022. “Δεν θα έπρεπε ποτέ να αφήσει αυτόν τον πόλεμο να ξεκινήσει”, είπε ο Τραμπ σε συνέντευξη που παραχώρησε στον YouTuber Πάτρικ Πετ-Ντέιβιντ.
“Θεωρώ πως ο Ζελέσνκι είναι ένας από τους καλύτερους πλασιέ που έχω δει ποτέ. Κάθε φορά που έρχεται, του δίνουμε 100 δισ. δολάρια – ποιος άλλος πήρε τόσα χρήματα στην ιστορία; Αυτό δεν έχει προηγούμενο”, πρόσθεσε. Επανέλαβε δε ότι πόλεμος δεν ξέσπασε στα τέσσερα χρόνια που αυτός βρισκόταν στον Λευκό Οίκο και “δεν επρόκειτο να συμβεί ποτέ”, ενώ διαβεβαίωσε ότι σε περίπτωση νίκης του την 5η Νοεμβρίου, θα μπορέσει να τερματίσει (άγνωστο πώς) τον πόλεμο πριν από την τελετή ορκωμοσίας στις 20 Ιανουαρίου.
Στο κάδρο και η Βόρεια Κορέα
Είναι αυτά τα μηνύματα, αλλά και η ψυχρή υποδοχή του “σχεδίου νίκης” το οποίο παρουσίασε αρχικά στην Ουάσινγκτον και προχθές στη Σύνοδο των “27”, που οδηγούν τον Ζελένσκι να προκαλεί όλο και πιο μεγάλο θόρυβο, αξιοποιώντας τους φόβους της Δύσης και για άλλους “ταραξίες”. Μετά τις καταγγελίες για αποστολή πυραύλων από το Ιράν στη Ρωσία (οι οποίες και οδήγησαν ήδη στην επιβολή νέων κυρώσεων από ΗΠΑ και Ε.Ε., μολονότι διαψεύδονται επιμόνως από την Τεχεράνη), σειρά πήρε τώρα η Βόρειος Κορέα, η οποία κατά τον Ζελένσκι ετοιμάζεται να αποστείλει 10.000 στρατιώτες στο ουκρανικό μέτωπο για να πολεμήσουν στο πλευρό της Ρωσίας. Η συμμετοχή του βορειοκορεατικού στρατού στον πόλεμο της Ρωσίας “είναι το πρώτο βήμα για έναν Παγκόσμιο Πόλεμο” δηλώνει χαρακτηριστικά ο Ζελένσκι, ο οποίος στηρίζει τις νέες καταγγελίες του σε πληροφορίες της Νότιας Κορέας, πάντα πρόθυμης να διακινεί ενοχοποιητικές ειδήσεις για τον βόρειο γείτονά της.