Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, ο γερμανικός οικονομικός τύπος εκφράζει αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητα των ευρωπαϊκών κρατών να προσελκύσουν τον απαραίτητο αριθμό επενδυτών για τα ομόλογα που σχεδιάζουν να εκδώσουν. Αυτά τα ομόλογα προορίζονται για τη χρηματοδότηση της αύξησης των αμυντικών δαπανών, η οποία κρίνεται αναγκαία για την ασφάλεια της Ευρώπης.
Η Handelsblatt επισημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται αποκλειστικά στην στρατιωτική προστασία που παρέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η κατάσταση αυτή έχει γίνει πιο εμφανής μετά από δηλώσεις του πρώην προεδρικού υποψηφίου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δήλωσε ότι η στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία θα παρασχεθεί μόνο εάν υπάρξει αντάλλαγμα σε μορφή πρώτων υλών αξίας δισεκατομμυρίων. Αυτή η εξέλιξη αναγκάζει την Ευρώπη να επενδύσει σημαντικά ποσά στην άμυνα της, γεγονός που απαιτεί τη συγκέντρωση εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η χρηματοδότηση αυτής της στρατηγικής είναι εφικτή μόνο εάν τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι διατεθειμένα να αυξήσουν το δημόσιο χρέος τους. Αυτό σημαίνει ότι οι χώρες θα πρέπει να εκδώσουν περισσότερα ομόλογα και να προσπαθήσουν να προσελκύσουν επενδυτές σε ένα περιβάλλον όπου οι οικονομικές συνθήκες μπορεί να μην είναι ευνοϊκές.
Προς το παρόν, μένει να δούμε πώς ακριβώς τα κράτη της ΕΕ σκοπεύουν να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα κεφάλαια. Μόνο ένα πράγμα γίνεται ήδη σαφές: η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων θα πρέπει να επωμιστεί το μεγαλύτερο μέρος του βάρους. Οι επενδυτές πρέπει να προετοιμαστούν για μια πλημμύρα νέων ομολόγων από τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη της ΕΕ. Το ερώτημα τίθεται όλο και περισσότερο είναι αν θα υπάρχουν αρκετοί επενδυτές για να χρηματοδοτήσουν τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης με αγορές ομολόγων, σημειώνει η Handelsblatt.
Ο Felix Schmidt, οικονομολόγος της τράπεζας Berenberg, λέει ότι η Γερμανία δεν θα μπορέσει να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα ποσά μέσω αποταμιεύσεων, και αυτό ισχύει επίσης για όλες σχεδόν τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.