Εκτός από την προφανή ευχαρίστηση που προσφέρει το σεξ, οι επιστήμονες υγείας επισημαίνουν εδώ και χρόνια ότι μια ικανοποιητική σεξουαλική ζωή μπορεί να ευνοήσει την υγεία συνολικά. Αυτό τον ισχυρισμό έρχονται να επιβεβαιώσουν τα ευρήματα νέας μελέτης, σύμφωνα με την οποία η ανεπαρκής σεξουαλική ικανοποίηση, ιδιαίτερα στη μέση ηλικία, μπορεί να αποτελεί παράγοντα κινδύνου γνωστικής έκπτωσης. Τα νέα ερευνητικά συμπεράσματα δημοσιεύονται στο Gerontologist.
Οι ερευνητές από το Pennsylvania State University αξιολόγησαν τα δεδομένα 818 ανδρών ηλικίας 56 ετών, οι οποίοι συμμετείχαν σε μια σειρά από νευροψυχολογικά τεστ, μεταξύ των οποίων τεστ μνήμης και ταχύτητας επεξεργασίας. Μέσω των αποτελεσμάτων που έδωσαν αυτά τα τεστ, η επιστημονική ομάδα εξέτασε τις γνωστικές αλλαγές που παρουσίασαν οι συμμετέχοντες κατά τη διάρκεια 12 ετών (έως την ηλικία των 68 ετών), ενώ παράλληλα αξιολόγησε τη στυτική λειτουργία και τη σεξουαλική τους ικανοποίηση μέσω του Διεθνούς Δείκτη Στυτικής Λειτουργίας, μια αυτοαναφερόμενη αξιολόγηση για την ανδρική σεξουαλική υγεία. Στη συνέχεια, οι ερευνητές κατασκεύασαν ένα στατιστικό μοντέλο για να κατανοήσουν πώς άλλαζαν οι τρεις μεταβλητές καθώς τα άτομα γερνούσαν.
Η επιλογή μεσηλίκων έγινε με το κριτήριο ότι, σε αυτή την ηλικία, διανύουν μια μεταβατική περίοδο, όπου αρχίζουν να εμφανίζονται μειώσεις στη στυτική λειτουργία, τη γνωστική ικανότητα και τη σεξουαλική ικανοποίηση.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι οι μειώσεις στη στυτική λειτουργία και τη σεξουαλική ικανοποίηση σχετίζονταν με εξασθένηση της μνήμης, κάτι που, σύμφωνα με τους ερευνητές, αποδεικνύει εκ νέου τη στενή σχέση μεταξύ ψυχολογικής και σωματικής υγείας.
«Χαρτογραφώντας τη σχέση με την πάροδο του χρόνου, διαπιστώσαμε ότι οι αλλαγές στη στυτική λειτουργία και τη σεξουαλική ικανοποίηση ισοδυναμούσαν με ανάλογες τροποποιήσεις της γνωστικής λειτουργίας», αποκάλυψε η Riki Slayday, υποψήφια διδάκτορας στο Penn State University και επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης. «Αυτές οι συσχετίσεις παρέμειναν ακόμη και μετά την προσαρμογή δημογραφικών παραγόντων και στοιχείων υγείας, γεγονός που υποδεικνύει ότι υπάρχει σαφής συσχετισμός μεταξύ σεξουαλικής ζωής και γνωστικής ικανότητας».
Η παρακολούθηση της στυτικής λειτουργίας ως δείκτη υγείας θα μπορούσε να συμβάλλει στον πρόωρο εντοπισμό εκείνων που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης, σχολίασε ο Martin Sliwinski, καθηγητής ανθρώπινης ανάπτυξης και οικογενειακών μελετών του Penn State University και συνεργάτης της μελέτης, προσθέτοντας: «Ανακαλύψαμε ότι η χαμηλή σεξουαλική ικανοποίηση συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης παθήσεων, όπως η άνοια, η νόσος Αλτσχάιμερ, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και άλλα προβλήματα, που σχετίζονται με το στρες και μπορεί να οδηγήσουν σε γνωστική εξασθένηση. Τονίζουμε τη σημασία της σωματικής άσκησης και της ισορροπημένης διατροφής, που, με τη σειρά τους, μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση της σεξουαλικής ικανοποίησης, θωρακίζοντας παράλληλα τη λειτουργία του εγκεφάλου».
«Έχουμε ήδη ένα χάπι για τη θεραπεία της στυτικής δυσλειτουργίας. Αυτό που δεν έχουμε είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για την απώλεια μνήμης. Θα πρέπει να επικεντρωθούμε στη βελτίωση της σεξουαλικής ικανοποίησης ως δείκτη συνολικής ευημερίας και όχι μόνο στη θεραπεία του συμπτώματος», καταλήγει ο ίδιος.