Αντιμέτωπες με τον υψηλό πληθωρισμό και την εκτόξευση του λειτουργικού κόστους τους, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αναζητούν άμεση ρευστότητα και καταφεύγουν σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό που θυμίζει τις χειρότερες ημέρες του πρώτου κύματος της πανδημίας. Από την αρχή του έτους έχουν δανειστεί 76 δισ. ευρώ, καταγράφοντας το δεύτερο υψηλότερο ποσό δανεισμού μετά το ιστορικό ρεκόρ των 153 δισ. ευρώ το 2020.
Πρόκειται για εταιρείες με υψηλή βαθμολογία πιστοληπτικής αξιολόγησης, που εκδίδουν διετή ομόλογα ή ακόμη και ενός έτους, και αιτίες είναι η εκτόξευση των τιμών των εμπορευμάτων, η αστάθεια στην αγορά ομολόγων και οι εκτιμήσεις πως θα συνεχισθεί, αλλά και η ανάγκη να αποπληρώσουν χρέος που λήγει σύντομα.
Ανάμεσά τους ορισμένα μεγάλα ονόματα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπως η ιταλική πολυεθνική παραγωγής και διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας Enel SPA, ο κολοσσός της αυτοκινητοβιομηχανίας Daimler Truck AG και η ελβετική ενεργειακή Axpo Holding.
Τουλάχιστον τα 2/3 από τον συνολικό δανεισμό του τρέχοντος έτους αφορούν εταιρείες του ενεργειακού κλάδου και του κλάδου των εταιρειών κοινής ωφελείας. Στις αρχές του έτους έσπευδαν να αντλήσουν κεφάλαια οι εταιρείες εμπορευμάτων κυρίως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που οδήγησε τις τιμές στα ύψη.
Εξίσου ισχυρό κίνητρο των επιχειρήσεων πέραν της μεγάλης ακρίβειας είναι και η ανάγκη να αποπληρώσουν χρέη που λήγουν, δεδομένων και της εκτεταμένης αβεβαιότητας στην αγορά και των κραδασμών που έχουν γνωρίσει φέτος οι αγορές ομολόγων, καθώς η αστάθεια αυτή θα μπορούσε να εμποδίσει την έκδοση νέων ομολόγων.
Η προηγούμενη φορά που έγινε τόσο δημοφιλής ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός ήταν στη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, όταν η αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας σε σχεδόν παγκόσμια κλίμακα είχε διακόψει κάθε παραγωγή.
Την περίοδο εκείνη τα δάνεια έδωσαν στις εταιρείες τη δυνατότητα να ενισχύσουν τους ισολογισμούς τους εν μέσω της μεγάλης αβεβαιότητας που περιέβαλλε το πότε θα επαναλειτουργήσουν οι οικονομίες. Το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σπεύδουν να δανειστούν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος αποτελεί ανησυχητικό σημάδι για τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες τους τελευταίους μήνες προσπαθούν να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό.
Υπενθυμίζεται πως την περασμένη εβδομάδα η ΕΚΤ προχώρησε σε διπλασιασμό του βασικού επιτοκίου της φτάνοντάς το στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία. Και στο μεταξύ την Πέμπτη, οπότε συνεδριάζει, η αμερικανική Federal Reserve ετοιμάζεται για εξίσου επιθετικές κινήσεις στη νομισματική πολιτική της.