Ενεργειακή κρίση: Το ακριβό αέριο οδηγεί σε νέο ράλι τις τιμές ρεύματος

Κοινοποίηση:
FILE PHOTO: Electricity pylons are seen in Wellingborough, Britain, March 30, 2022. REUTERS/Andrew Boyers/File Photo

Λίγα 24ωρα πριν οι προμηθευτές ενέργειας δώσουν στη δημοσιότητα τον… τιμοκατάλογο για τις καταναλώσεις ρεύματος Σεπτεμβρίου (οι οποίες θα φανούν στους λογαριασμούς Οκτωβρίου), οι τιμές φυσικού αερίου από τις οποίες εξαρτάται το 40% της ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα και άρα αποτελούν τον «οδηγό» για τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, βρέθηκαν και πάλι στο κόκκινο.

Μάλιστα, τα συμβόλαια αερίου με φυσική παράδοση (futures) Σεπτεμβρίου έφτασαν το μεσημέρι στο hub της Ολλανδίας (TTF) στα 251 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh), αν και κατά τη διάρκεια της ημέρας σημειώθηκε μια σημαντική διακύμανση – το πρωί ξεκίνησε από τα 230 ευρώ/MWh και έπειτα από ένα …ράλι που διήρκησε έως το μεσημέρι έκλεισε τελικά το απόγευμα στα 223 ευρώ/ MWh. Η άνοδος των τιμών στο αέριο είχε ξεκινήσει σταδιακά από την περασμένη Πέμπτη συμπαρασύροντας, όπως ήταν αναμενόμενο, και τις τιμές ρεύματος σε όλη την Ευρώπη.

Οι διακυμάνσεις
Οι υψηλότερες καταγράφονται σε Αυστρία (554,92 ευρώ/MWh), Σλοβενία (554,24 ευρώ/MWh), Κροατία (554,15 ευρώ/MWh), σε Ουγγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία με λίγο πάνω από τα 553 ευρώ/MWh, στη Γαλλία και τη Σερβία με 552.77 ευρώ/MWh και 552,30 ευρώ/MWh αντίστοιχα, στη Γερμανία με 551 ευρώ/MWh, στο Βέλγιο με 541 ευρώ/MWh, στην Ιταλία με 537 ευρώ/MWh καθώς και σε Ελλάδα και Βουλγαρία με 416,62 ευρώ/MWh.

Χαμηλότερα ήταν η τιμή στην Πολωνία, όπου διαμορφώνεται στα 368,67,74 ευρώ καθώς εκεί η ηλεκτροπαραγωγή εξαρτάται κυρίως από τον φθηνό λιγνίτη, αλλά κυρίως στις αγορές της Ισπανίας και της Πορτογαλίας (139,30 ευρώ /MWh), οι οποίες λόγω της «ιβηρικής εξαίρεσης» που επέτρεψε την επιβολή πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου, οι τιμές είναι σταθερά οι χαμηλότερες στην Ευρώπη.

Στην Ελλάδα, η χονδρεμπορική τιμή ρεύματος ήταν χθες στα 416,62 ευρώ/MWh, με την υψηλότερη ενδοημερήσια τιμή να φτάνει στα 660,77 ευρώ/MWh. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας τις υψηλές τιμές ρεύματος καθοδηγεί η συμμετοχή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της χώρας μας, η οποία έχει εκτοξευθεί ενώ επηρεάζονται και από τη χαμηλή συμμετοχή της φθηνής πράσινης ενέργειας από ΑΠΕ.

Η συμμετοχή του αερίου φτάνει στο 49,9%, οι λιγνίτες στο 15,9 %, οι ΑΠΕ στο 19,8%, τα υδροηλεκτρικά στο 6% και οι εισαγωγές μόλις στο 2,7%. Ίδια ήταν η εικόνα και χθες. Μάλιστα τα ξημερώματα της Τρίτης, η ενεργειακή παραγωγή στηριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στο αέριο και τον λιγνίτη των οποίων η συμμετοχή έφτανε τα ξημερώματα το 70% και 20% αντίστοιχα, δηλαδή συνολικά στο 90%.

Δυσκολία
Η ανοδική τάση των τιμών, έπειτα από μια περίοδο μερικής αποκλιμάκωσης καθιστά δυσκολότερη τη δέσμευσης της κυβέρνησης για συγκράτηση της τιμής της κιλοβατώρας στα 0,15 με 0,20 ευρώ, προκειμένου για ελαφρυνθούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Όπως αναφέρουν στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» στελέχη εταιρειών προμήθειας ρεύματος, δύσκολα θα αλλάξει το κλίμα έως το ερχόμενο Σάββατο οπότε θα πρέπει να δημοσιοποιήσουν τις προβλέψεις τους για τις τιμές Σεπτεμβρίου, οι οποίες θα φανούν στα τιμολόγια Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η χαμηλότερη τιμή που θα δουν οι καταναλωτές εκτιμούν ότι φτάσει πολύ πάνω από 0,60 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

Έτσι, οι επιδοτήσεις θα πρέπει να είναι πολύ περισσότερες από το 1,136 δισ. ευρώ των ενισχύσεων του κράτους για τις καταναλώσεις Αυγούστου. Οπότε εκτός από τον «κουμπαρά» του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ), θα χρειαστεί έξτρα στήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό, γεγονός που θα …σημάνει δημοσιονομικό συναγερμό.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στο ΤΕΜ κατευθύνονται τα περισσότερα κονδύλια από τους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, από τον λογαριασμό των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) από τον οποίο προσφάτως έλαβε 300 εκατ. ευρώ και από τον νέο μηχανισμό ανάκτησης των υπερεσόδων από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που τον Ιούλιο συγκέντρωσε για το ΤΕΜ περί τα 590 εκατ. ευρώ και το πρώτο 15νθήμερο του Αυγούστου άλλα 350 εκατ. ευρώ, με το ενεργειακό επιτελείο της κυβέρνησης να υπολογίζει ότι στο τέλος του μήνα θα ξεπεράσει τα 700 εκατ. ευρώ.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: