Το 2021 αναμένεται να αναπροσαρμοσθούν οι αντικειμενικές αξίες και κατ’ επέκταση να μειωθεί περαιτέρω ο ΕΝΦΙΑ, η μείωση του οποίου ήταν προγραμματισμένη για το τρέχον έτος. Η υγειονομική κρίση σταμάτησε τον σχεδιασμό της κυβέρνησης, καθώς οι εκτιμητές δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν το έργο τους, κάτι το οποίο αναμένεται να συνεχισθεί προσεχώς, εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Όπως ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας , το προηγούμενο έτος είχε ξεκινήσει η άσκηση προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών, η οποία σταμάτησε εξαιτίας της πανδημίας. Η άσκηση, όπως είπε, θα συνεχισθεί το επόμενο χρονικό διάστημα, ώστε να εφαρμοσθεί το προεκλογικό πρόγραμμα της κυβέρνησης που περιλαμβάνει και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ.
Σημειώνεται ότι το 2019 η κυβέρνηση προχώρησε στην πρώτη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22% μεσοσταθμικά και είχε ανακοινώσει νέα μείωση κατά 8% μεσοσταθμικά για το 2020. Ωστόσο, η πανδημία σταμάτησε το σχέδιό της που προέβλεπε μείωση φόρων, κάτι που ενδεχομένως να συνεχισθεί το επόμενο έτος.
Η νέα παράμετρος που μπαίνει στο τραπέζι αναφορικά με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ είναι εάν θα γίνει στον κύριο φόρο ή στον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ που πληρώνουν περίπου 500.000 ιδιοκτήτες ακινήτων με ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ. Αυτή, άλλωστε, είναι και η εισήγηση της επιτροπής Πισσαρίδη που έχει κατατεθεί στην ελληνική κυβέρνηση.
Ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ ανέρχεται στο ποσό των 629 εκατ. ευρώ και καταβάλλεται από 450.000 φυσικά πρόσωπα και περίπου 50.000 επιχειρήσεις. Η συνολική αξία των ακινήτων που κατέχουν οι ανωτέρω ξεπερνάει τα 600 δισ. ευρώ, όταν η συνολική ακίνητη περιουσία είναι ελαφρώς πάνω από 1 τρισ. ευρώ.
Στην περίπτωση που η κυβέρνηση επιλέξει τη μείωση του κύριου φόρου κατά 8% μεσοσταθμικά, ωφελημένοι θα βγουν κυρίως οι έχοντες μικρή και μεσαία ακίνητη περιουσία. Αντιθέτως, ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί για όσους μέχρι σήμερα η περιουσία τους υποφορολογούνταν. Αυτό θα γίνει μέσω της ένταξης στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων 2.900 περιοχών. Από την ένταξη των ανωτέρω περιοχών υπολογίζονται έσοδα ύψους 400-500 εκατ. ευρώ.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα από τις εισηγήσεις που έχουν δοθεί στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, προκύπτουν αυξήσεις σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας που ευνοήθηκαν από την εκτόξευση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τα προηγούμενα χρόνια, όπως και στις πλέον φθηνές περιοχές του λεκανοπεδίου, όπου οι αντικειμενικές παρέμεναν σε χαμηλό επίπεδο για λόγους κοινωνικούς. Εκτός από τις ανωτέρω περιοχές, αναπροσαρμογές προς τα πάνω αναμένονται και σε 4.132 περιοχές της χώρας όπου η προηγούμενη κυβέρνηση στην τελευταία αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών αποφάσισε να κρατήσει τις τιμές στα ίδια επίπεδα προκειμένου να μην υπάρξουν επιβαρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ.
Μεγάλες αποκλίσεις καταγράφονται και στα ακριβότερα προάστια της Αττικής. Στο Παλαιό Ψυχικό, παρά τη μείωση, η απόκλιση παραμένει σχεδόν στο 30%, στην Εκάλη στο 37% και στη Φιλοθέη στο 43,5% (υψηλότερη αντικειμενική). Η εικόνα αποτυπώνει την πτώση των αξιών στις συγκεκριμένες περιοχές ως αποτέλεσμα της υπερφορολόγησής τους και ασφαλώς και των υπόλοιπων παραγόντων που έπληξαν την αγορά ακινήτων κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας (ύφεση στην οικονομία, υψηλή ανεργία, έλλειψη χρηματοδότησης και μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών).