Θα κατορθώσει ο Εμανουέλ Μακρόν με τις προγραμματισμένες για σήμερα Τρίτη εξαγγελίες του να κατευνάσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που βρήκε εκρηκτική έκφραση με το κίνημα των “κίτρινων γιλέκων”; Μέχρι τώρα, τον τόνο έδινε από μέρους του η καταγγελία της “ανομίας” και των βίαιων επεισοδίων, όμως είναι προφανές ότι χρειάζεται και μία θετική απάντηση. Αν και για αυτό υπάρχει ακόμη καιρός.
Ο Γάλλος πρόεδρος έχει απωλέσει, όπως το αποτυπώνει και η δημοσκοπική του καθίζηση, όλα τα πλεονεκτήματα που συνόδευαν τη μετεωρική άνοδό του προς την κορυφή της εξουσίας -όμως εξακολουθεί να διατηρεί το κυριότερο: φαντάζει αδύνατο να συσπειρωθούν σε ένα κοινό μέτωπο οι ετερόκλητες δυνάμεις που τον αντιμάχονται- πόσω μάλλον να διατυπώσουν μια συγκεκριμένη εναλλακτική πέρα από την κραυγή “Παραιτήσου!”.
Η γαλλική κοινωνία δυσφορεί, πρωτίστως για την οικονομική της συμπίεση και ό,τι προσλαμβάνει ως αλαζονεία μιας περίκλειστης, απομακρυσμένης εξουσίας.
Όμως ταυτόχρονα διαπερνάται από πολλές, διαφορετικές, αλλά εξίσου βαθιές διαιρέσεις. Η πρώτη, που τώρα καταλαμβάνει το προσκήνιο, είναι αυτή μεταξύ της “περιφερειακής Γαλλίας” και των μεγάλων αστικών κέντρων -όπως συμβαίνει ολοένα και εντονότερα σε όλη την Ευρώπη.
Την εμφάνιση των “κίτρινων γιλέκων” πυροδότησε, ως γνωστόν, η θέσπιση “πράσινου φόρου” στα καύσιμα. Οι αντιδράσεις του “λαού του ντίζελ” μπορεί να φαντάζουν εντελώς οπισθοδρομικές στην κινητική και εξωστρεφή (αλλά μάλλον υποκριτική στα θέματα του περιβάλλοντος) “Γαλλία της κηροζίνης”. Όμως για την πλειοψηφία των Γάλλων, που εξακολουθεί να ζει στην επαρχία, η καθημερινή μετακίνηση κατά δεκάδες χιλιόμετρα για την εξασφάλιση εργασίας, εμπορικού κέντρου ή περίθαλψης, σε ένα τοπίο εγκατάλειψης και συρρίκνωσης των δημόσιων υπηρεσιών, δεν αποτελεί φιλολογικό ζήτημα. Το κλείσιμο λ.χ. του ταχυδρομείου του χωριού, λόγω περικοπών, συμπυκνώνει συμβολικά ένα αίσθημα βαθιάς παραμέλησης από το κεντρικό κράτος.
Μία άλλη βαθιά διαχωριστική γραμμή αντιπαραθέτει τους “γηγενείς” με τον μεταναστευτικής προέλευσης “λαό των προαστίων” και μία τρίτη τους εναπομείναντες πυρήνες συνδικαλιστικής οργάνωσης και πολιτικής ένταξης προς ένα περισσότερο “άμορφο”, αλλά όχι απαραιτήτως συμφιλιωμένο με την υπάρχουσα κατάσταση, πλήθος.
Σε πολιτικό επίπεδο, τέλος, ενεργό παραμένει το ρήγμα (πρωτίστως κοινωνικο-οικονομικά προσδιοριζόμενο) ανάμεσα στο “Όχι” και το “Ναι” του δημοψηφίσματος του 2005 για το Ευρωσύνταγμα, αλλά, “καθέτως” προς αυτό, η αντισυσπείρωση του “δημοκρατικού μετώπου” απέναντι στην Μαρίν Λεπέν.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστική η σπουδή των κυβερνώντων και των μέσων ενημέρωσης να διακρίνουν ακροδεξιές τάσεις στη φυσιογνωμία και τη συνθηματολογία των “κίτρινων γιλέκων”. Όμως ο μεγάλος βαθμός αποδοχής του κινήματος από την κοινή γνώμη, όπως καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, δείχνει ότι η “υγιεινομική ζώνη” δεν λειτουργεί. Πρόκειται, άλλωστε, για διαδηλωτές οι οποίοι λ.χ. με το Ι.Χ. τους συνέρρευσαν στο Παρίσι, δίχως άλλη οργάνωση.
Η ειρωνεία της Ιστορίας θέλησε απέναντι στο “υπερβατικό”, “πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς” εγχείρημα του Μακρόν να προκύψει ένα ακατάταχτο, εξίσου “υπερβατικό” λαϊκιστικό κίνημα βάσης.
Είναι χαρακτηριστικό το ότι αμηχανία και αιφνιδιασμό από την εμφάνιση των “κίτρινων γιλέκων” δοκίμασαν όχι μόνο οι κρατούντες, αλλά και τα συνδικάτα και η παραδοσιακή Αριστερά (πλην Μελανσόν). Ακόμη και η επιλογή ως τόπου διαδήλωσης της πλατείας Κονκόρντ και των Ηλυσίων Πεδίων, αντί για τη συνήθη διαδρομή Ρεπουπλίκ-Βαστίλλη-Νασιόν ήταν για πολλούς σοκαριστική.
Πάντως στην παρούσα φάση τα δεδομένα αλλάζουν διαρκώς. Από αριθμητικής απόψεως οι 106.000 διαδηλωτές του Σαββατοκύριακου υπολείπονται κατά πολύ των 290.000 προ εβδομάδος. Όμως, οι πρακτικές τους (βοηθούμενες και από την αμείλικτη, όπως όλα τα τελευταία χρόνια, καταστολή) γίνονται όλο και πιο ριζοσπαστικές, ενώ προετοιμάζεται τρίτος γύρος κινητοποίησης για το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Και το κυριότερο: οι διαχωριστικές γραμμές αμβλύνονται. Η εργατική συνομοσπονδία CGT της Αριστεράς προετοιμάζει δική της συγκέντρωση για την 1η Δεκεμβρίου, ενώ είχαν ήδη προηγηθεί, έξω από το “ραντάρ” των ΜΜΕ, απεργίες των εκπαιδευτικών και των ταχυδρομικών. Η δε πρωτοβουλία Rosa Parks καλεί σε αντιρατσιστικές κινητοποιήσεις για το ίδιο διάστημα, αναδεικνύοντας των ρόλο των μεταναστών (οι οποίοι καλούνται για μία ημέρα να απουσιάσουν ηχηρά από την εργασία τους και την επομένη ακριβώς να διαδηλώσουν εξίσου ηχηρά). Και μόνο η χωροχρονική συνάφεια διευκολύνει την όσμωση.