Ήταν Νοέμβριος του 1982 και δύο άκρως ταλαντούχοι πυγμάχοι έμελλε να δώσουν έναν από τους πιο σκληρούς αγώνες, ο οποίος μνημονεύεται ως εκείνος που άλλαξε μια για πάντα την ιστορία του αθλήματος.
Από τη μια ο 21χρονος Ρέι Μαντσίνι κι από την άλλη ο 23χρονος Κιμ Ντουκ Κου. Δύο νεαροί αθλητές που το… αίμα τους έβραζε κι η φιλοδοξία μέσα τους μεγάλωνε! Για το δεύτερο έβαλε φυσικά το χεράκι του κι ο περίγυρος των δύο μποξέρ (βλ. προπονητές, ατζέντηδες, οικογένεια).
Πως να γίνει διαφορετικά, άλλωστε, από τη στιγμή που ο Ιταλοαμερικανός, Μαντσίνι κουβαλούσε την… ταμπέλα του «φαινόμενου», ενώ ο Νοτιοκορεάτης, Ντουκ Κου ήθελε να αφήσει μια για πάντα πίσω του τη σκληρή ζωή που έκανε. Άλλωστε, έχοντας ζήσει μέσα στη φτώχεια, τα λαμπερά φώτα του Λας Βέγκας, έμοιαζαν με παράδεισο.
Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο αγώνας θα άφηνε πίσω του τρεις νεκρούς, έναν πρωταθλητή σε κατάθλιψη κι ένα άθλημα που ήταν έτοιμο να βγει νοκ άουτ. Ένα σπορ που έπρεπε να αλλάξει για να μπορέσει να συνεχίσει να υπάρχει.
Ένας αγώνας ζωής ή θανάτου
Η φράση που έγραψε στην σκόνη του πορτατίφ ο Ντουκ Κου, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του, αποτυπώνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο τι σήμαινε γι’ αυτά τα παιδιά ο συγκεκριμένος αγώνας. «Ζήσε ή πέθανε» ήταν χαρακτηριστικά το μήνυμα και μολονότι για πολλούς μπορεί να έμοιαζε ως κάτι για να ανεβάσει την αδρεναλίνη του, στην πραγματικότητα υποδήλωνε ένα ματς ζωής ή θανάτου.
Ειδικά, για τον Νοτιοκορεάτη, ο οποίος μόνο που βρισκόταν στο Λας Βέγκας, είχε… σπάσει το ταβάνι του. Όχι από άποψη ικανοτήτων, καθώς μετρούσε ένα μεγάλο ρεκόρ, 17-1-1, με 8 νοκ άουτ. Μιλάμε, όμως, για ένα φτωχόπαιδο που προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα, κάνοντας δουλειές του ποδαριού κι είδε τη μητέρα του να παντρεύεται δύο φορές μετά τον θάνατο του πατέρα του. Η επαγγελματική πυγμαχία, λοιπόν, ήταν για εκείνον μια «χρυσή» διαφυγή προς μια καλύτερη ζωή.
Βέβαια, για να κατακτήσει τον παγκόσμιο τίτλο ελαφρών βαρών θα έπρεπε να νικήσει τον Μαντσίνι, ο οποίος ήταν κάτι μοναδικό στην εποχή του. Άλλωστε, το ότι μετρούσε ρεκόρ 23-1 «μιλάει» από μόνο του. Ο Ντουκ Κου, όμως, ήταν αποφασισμένος και γι’ αυτό έκανε σκληρή προπόνηση κι ακολούθησε εξαντλητική δίαιτα για να πιάσει το όριο των 62 κιλών.
Ηττήθηκε όρθιος, κατέρρευσε για πάντα…
Το μποξ είναι πολλά περισσότερα από να ρίχνεις γροθιές στον αντίπαλο σου, περιλαμβάνει… τόνους τακτικής, η οποία όμως στο συγκεκριμένο ματς είχε πάει στην άκρη. Οι δύο πυγμάχοι μπήκαν με… φουλ τις μηχανές από την πρώτη στιγμή και πάλευαν σαν να έδιναν αγώνα επιβίωσης στον δρόμο. Για 40 λεπτά, οι «ωμές» γροθιές διαδέχονταν η μια την άλλη, πάνω στα ταλαιπωρημένα και τραυματισμένα κορμιά τους. Ενδεχομένως, οι υπεύθυνοι θα έπρεπε να κάνουν κάτι γι’ αυτό, ωστόσο το άγριο «ξύλο» που έπεφτε για 13 γύρους είχε ενθουσιάσει το κοινό και κανείς δεν ήθελε να σταματήσει τον αγώνα νωρίτερα.
Κάπως έτσι φτάσαμε στον μοιραίο 14ο γύρο, ο Ασιάτης είχε μαζέψει όλες του τις δυνάμεις για μια τελευταία επίθεση, ωστόσο τα χτυπήματα που είχε δεχθεί από τον «Boom Boom» (σ.σ. έτσι αποκαλούσαν τον Μαντσίνι) ήταν συνεχόμενα και δυνατά. Ένα ισχυρό δεξί κροσέ ξάπλωσε τον Ντουκ Κου, ο οποίος έδειχνε σε πολύ άσχημη κατάσταση, ωστόσο σηκώθηκε και προσπάθησε να πείσει τον διαιτητή ότι μπορούσε να συνεχίσει τον αγώνα. Αυτό ήταν αδύνατο! Ο Μαντσίνι είχε κρατήσει τον παγκόσμιο τίτλο και πανηγύριζε έξαλλα μαζί με τον πατέρα και προπονητή του, ενώ εκεί κοντά ήταν κι η μητέρα του. Λίγο πιο πέρα, ο Νοτιοκορεάτης έπεσε στο ρινγκ και δεν ξανασηκώθηκε ποτέ…
Το κροσέ που έφερε τρεις θανάτους
Ο Ντουκ Κου ήταν όρθιος όταν ο διαιτητής αποφάσισε τη λήξη του αγώνα, κατέρρευσε στη συνέχεια, δυστυχώς, για πάντα. Την ώρα που ο Μαντσίνι έκανε πανηγυρικές δηλώσεις, ο Νοτιοκορεάτης μεταφερόταν αναίσθητος εκτός ρινγκ. Το τελευταίο κροσέ που δέχθηκε του είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο αιμάτωμα, με αποτέλεσμα να πέσει σε κώμα και παρά τις τιτάνιες προσπάθειες των γιατρών να πεθάνει τρεις ημέρες αργότερα.
Τόσο άντεξε το σώμα του, ο εγκέφαλος του ήταν νεκρός κι η κατάσταση του μη αναστρέψιμη. Σε μια χώρα που αναζητούσε μια καλύτερη ζωή, ο Ντουκ Κου, άφησε την τελευταία του πνοή και πίσω του μια σύντροφο που ήταν έγκυος. Δεν έμελλε να δει ποτέ το παιδί του, όπως δεν είδε ποτέ κι η μητέρα του το εγγόνι της.
Είχε πάει κι εκείνη στις ΗΠΑ για να δει από κοντά τον γιο της να κυνηγάει το μεγάλο όνειρο, να γίνει ο πρώτος παγκόσμιος πρωταθλητής από τη χώρα τους. Ένα όνειρο που εξελίχθηκε σε εφιάλτης, τόσο για τον ίδιο, όσο και για εκείνη. Πως να αντέξει, άλλωστε, μια μάνα να βλέπει τον γιο της να πεθαίνει μπροστά στα μάτια της. Μόλις τέσσερις μήνες μετά τον θάνατο του Ασιάτη, η μητέρα του έβαλε τέλος στη ζωή της πίνοντας φυτοφάρμακο.
Τέλος στη ζωή του έβαλε κι άλλος ένας εμπλεκόμενος με τον αγώνα. Ο λόγος για τον διαιτητή, Ρίτσαρντ Γκριν, ο οποίος δέχθηκε πολύ μεγάλη κριτική για το γεγονός ότι δεν προστάτευσε τον Ντουκ Κου, ολοκληρώνοντας νωρίτερα τον αγώνα. Η αστυνομία τον βρήκε νεκρό στο σπίτι του με μια σφαίρα στο κεφάλι. Όπως φαίνεται δεν άντεξε τις τύψεις καθώς άπαντες έκαναν λόγο για αυτοκτονία.
Ένας πρωταθλητής σε κατάθλιψη, η… λύτρωση ήρθε 29 χρόνια μετά
Ο μοιραίος αγώνας δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον παγκόσμιο πρωταθλητή, ο οποίος δεν κατάφερε να ξεπεράσει ποτέ τα όσα έγιναν. Για την ακρίβεια ο Μαντσίνι δεν πάλεψε ποτέ ξανά σε αυτό το επίπεδο, καθώς οι τύψεις που είχε τον έριξαν σε βαριά κατάθλιψη. Τα όσα έζησε στη Νότια Κορέα για την κηδεία του Ντουκ Κου τον «τσάκισαν» ακόμα περισσότερο.
Ο Ιταλοαμερικανός υπερασπίστηκε τον τίτλο του ως το 1984 κι ένα χρόνο μετά αποσύρθηκε από τα ρινγκ σε ηλικία μόλις 24 ετών. Προσπάθησε να επιστρέψει δύο φορές, το 1989 και το 1992, αλλά αμφότερες ήταν αποτυχημένες. Δεν θα ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος.
Η… λύτρωση του ήρθε 29 χρόνια μετά τον «σκληρό» εκείνο αγώνα που άλλαξε τη ζωή πολλών. Συγκεκριμένα, το 2011, ο γιος του Νοτιοκορεάτη, Τσιν Ουάν βρέθηκε μαζί με τη μητέρα του στις ΗΠΑ για τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ που είχε θέμα εκείνη τη «μαύρη» μέρα για την πυγμαχία και τη ζωή των ανθρώπων που έμειναν πίσω. Η οικογένεια του Κιμ τόνισε ότι δεν κράτησε ποτέ κακία στον Μαντσίνι για όσα είχαν συμβεί… Ήταν κάτι που ο πρωταθλητής είχε ανάγκη να ακούσει.
Η τραγωδία άλλαξε την ιστορία του μποξ
Τα όσα τραγικά έγιναν στον αγώνα του Λας Βέγκας, έμελλε να αλλάξουν μια για πάντα την ιστορία της πυγμαχίας. Όπως ήταν φυσικό ξεκίνησε μεγάλη κουβέντα για τα ανθρώπινα όρια των μποξέρ, αλλά και για τον τρόπο που αντιμετώπιζαν οι υπεύθυνοι το ίδιο το άθλημα.
Έγιναν πολλές και σημαντικές αλλαγές προς τη σωστή κατεύθυνση. Για παράδειγμα, μειώθηκαν οι γύροι από 15 σε 12, ενώ αυξήθηκαν σε έξι τα σχοινιά στο ρινγκ, έτσι ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια για τους αθλητές. Κυρίως, όμως, έγινε μια προσπάθεια να αλλάξει η νοοτροπία, αλλά και τα ιατρικά μέτρα ασφαλείας. Οι πυγμάχοι δεν υποβάλλονται πλέον απλά σε γενικές εξετάσεις αίματος και έλεγχο σφυγμού, αλλά σε λεπτομερείς εξετάσεις πριν από κάθε αγώνα, όπου περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ηλεκτροκαρδιογραφήματα και εγκεφαλοδιαγράμματα.
Η αναμέτρηση του Μαντσίνι με τον Ντουκ Κου άφησε πίσω της τρεις νεκρούς, κατέστρεψε πολλές ζωές, αλλά παράλληλα έσωσε ακόμα περισσότερες τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας μέχρι και σήμερα. Ως επίλογο να διευκρινίσουμε ότι το θέμα δεν είναι η πυγμαχία ή τα μαχητικά αθλήματα, αλλά γενικότερα ο αθλητισμός, όπου ανεξάρτητα το σπορ, πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι πάντα η ασφάλεια των αθλητών.