Κάποια ζευγάρια καταφέρνουν και μένουν μαζί για πολλά χρόνια. Άλλα πάλι χωρίζουν μετά από ένα διάστημα. Τώρα, νέα έρευνα Αμερικανλων επιστημόνων ψάχνει τους λόγους πίσω από τη διαδικασία με την οποία τα ζευγάρια παίρνουν τις αποφάσεις τους σχετικά με το αν θα συνεχίσουν μαζί ή εάν θα πάρουν χωριστούς δρόμους.
Φαίνεται πως οι λόγοι για τους οποίους τα ζευγάρια αποφασίζουν να μείνουν μαζί ή να χωρίσουν ποικίλλουν, ενώ ταυτόχρονα η υποκειμενική εμπειρία της λήψης αυτής της απόφασης μπορεί να επιφέρει στα άτομα μεγάλη ψυχική φθορά και δυσφορία.
Η μελέτη διεξήχθη από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Utah και του Πανεπιστημίου του Toronto, ενώ τα ευρήματά τους δημοσιεύτηκαν στο «Social Psychological and Personality Science».
Στην πρώτη φάση της έρευνας οι συμμετέχοντες ερωτήθηκαν με ανοιχτές ερωτήσεις σχετικά με τους λόγους για τους οποίους θα συνέχιζαν ή θα τερμάτιζαν μια σχέση.
Εξετάστηκαν τρία γκρουπ συμμετεχόντων. Το πρώτο αποτελούνταν από 135 φοιτητές που ερωτήθηκαν για τους λόγους συνέχισης ή τερματισμού μιας σχέσης σε υποθετικό επίπεδο. Το δεύτερο αποτελούνταν από 137 φοιτητές οι οποίοι είχαν μόλις χωρίσει και ερωτήθηκαν σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν στον χωρισμό, πάντα με τη χρήση ανοιχτών ερωτήσεων. Το τρίτο γκρουπ αποτελούνταν από εργαζομένους που τη στιγμή της διεξαγωγής της μελέτης βρίσκονταν σε δίλημμα αναφορικά με το αν θα συνεχίσουν ή όχι τη σχέση τους.
Μετά τις απαραίτητες κωδικοποιήσεις, οι ερευνητές εντόπισαν 27 διαφορετικούς λόγους για παραμονή στη σχέση και 23 για χωρισμό.
Στη δεύτερη φάση της μελέτης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν αυτούς τους λόγους για να σχεδιάσουν ένα ερωτηματολόγιο το οποίο έδωσαν σε μια άλλη ομάδα συμμετεχόντων, οι οποίοι επίσης αναρωτιόνταν αν πρέπει να μείνουν ή να διακόψουν τη σχέση τους κατά τη χρονική φάση διεξαγωγής της μελέτης. Επίσης, αυτό το τελευταίο γκρουπ αποτελούνταν από άτομα που είτε έβγαιναν με τον/τη σύντροφό τους ραντεβού είτε ήταν παντρεμένα. Όσοι έβγαιναν ραντεβού είχαν σχέση με μέση διάρκεια τα δύο χρόνια, ενώ οι παντρεμένοι ήταν μαζί για εννέα χρόνια κατά μέσο όρο.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι βασικοί λόγοι για τους οποίους ένα ζευγάρι ήθελε να παραμείνει στη σχέση ήταν η συναισθηματική επένδυση και οικειότητα καθώς κι ένα αίσθημα αφοσίωσης και υποχρέωσης απέναντι στην οικογένεια. Αντιθέτως, οι λόγοι που οδηγούσαν στον χωρισμό αφορούσαν στην προσωπικότητα του ατόμου, ζητήματα εμπιστοσύνης καθώς και την απόσυρση του ενδιαφέροντος του συντρόφου.
Μεταξύ των παντρεμένων και των μη παντρεμένων ζευγαριών οι λόγοι του χωρισμού ήταν παρόμοιοι, οι λόγοι παραμονής στη σχέση όμως διέφεραν. Τα άτομα που δεν είχαν παντρευτεί επικεντρώνονταν κυρίως σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του συντρόφου που εκτιμούσαν, στη συναισθηματική εγγύτητα και την ευχαρίστηση που αντλούσαν από τη σχέση. Τα παντρεμένα από την άλλη επικεντρώνονταν περισσότερο στην επένδυση που είχαν κάνει στον γάμο τους, στο οικογενειακό καθήκον και τις ευθύνες, καθώς και στον φόβο της αβεβαιότητας.
Σχεδόν το 50% όλων των συμμετεχόντων ανέφερε πολλούς λόγους τόσο για τον χωρισμό όσο και για την παραμονή στη σχέση, αναδεικνύοντας ότι η αμφιθυμία και η αναποφασιστικότητα ήταν αρκετά συχνές. Οι ερευνητές μάλιστα αναφέρουν πως η αμφιθυμία αυτή δυσκολεύει σε μεγάλο βαθμό τα άτομα να πάρουν αποφάσεις. Ακόμα και σε σχέσεις που σε έναν τρίτο φαίνονται να μην έχουν κανένα μέλλον, ο χωρισμός μπορεί να είναι πολύ δύσκολος. Επιπρόσθετα, όσο μεγαλύτερη διάρκεια έχει μια σχέση, τόσο πιο δύσκολη είναι η διακοπή της.
Τέλος, επισημαίνουν ότι οι άνθρωποι ερωτεύονται για κάποιο λόγο. Aπό εξελικτικής άποψης μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι για τους προγόνους μας ήταν πιο σημαντικό να βρουν έναν σύντροφο από το να βρουν τον σωστό σύντροφο. Ίσως, λοιπόν, να είναι πιο εύκολο για τον άνθρωπο να συνάπτει σχέσεις από το να χωρίζει.