Ήταν μόλις 16 ετών τον Οκτώβριο του 1972 όταν δύο αδερφές του εκτελέστηκαν σε διαμέρισμα στο Μαϊάμι. Περίπου 50 χρόνια μετά, ο Λούις Χέρτχαμ, πρωταγωνιστής της σειράς επιστημονικής φαντασίας, Westworld, ελπίζει να έρθει δικαιοσύνη αν και η υπομονή του έχει εξαντληθεί εδώ και πολύ καιρό.
Οι ανθρωποκτονίες, ένα ύποπτο χτύπημα της συμμορίας γνστής ως”The Tanglewood Murders” σε συγκρότημα διαμερισμάτων στην άκρη της Μικρής Αβάνας, είναι ένα από τα παλαιότερα άλυτα μυστήρια και αναμένεται να μείνει άλυτο για πολύ ακόμη.
Τον προηγούμενο μήνα οι αρμόδιοι αξιωματούχοι της αστυνομίας του Μαϊάμι και του γραφειου του Εισαγγελέα της κομητείας Μαϊάμι-Ντέιντ ενημέρωσαν τον Χέρτχαμ ότι εξάντλησαν τις έρευνες και αποφάσισαν να σταματήσουν τη διερεύνηση του εγκλήματος στο οποίο σκοτώθηκε και ένας 31χρονος άνδρας. Χάρη στον Χέρτχαμ οι αρχές γνωρίζουν πολλά περισσότερα για την ταυτότητα ενός υπόπτου που είναι ακόμη ζωντανός. Ωστόσο, οι Αρχές δεν είναι πιο κοντά σε μια σύλληψη για την πρώτη υπόθεση μαζικών δολοφονιών στην πόλη απ’ ό,τι ήταν το 1972 ακόμη και αν τελικά αυτές οι δολοφονίες ενδέχεται να ήταν προϊόν της κυβερνητικής κακοδιαχείρισης.
Τελωνειακοί πράκτορες παρακολουθούσαν το διαμέρισμα στον πρώτο όροφο όπου βρέθηκαν τα πτώματα, επειδή υποπτεύονταν ότι οι ένοικοι εμπλέκονταν σε μεγάλη επιχείρηση λαθρεμπόριου ναρκωτικών. Ωστόσοι, οι πράκτορες δεν είδαν κανέναν να μπαίνει ή να βγαίνει από το διαμέρισμα όταν εικάζεται πως έγιναν οι δολοφονίες, κάποια στιγμή τη νύχτα της 16 Οκτωβρίου ή το πρωί της 17ης Οκτωβρίου 1972. Κι αυτό γιατί εκείνη την ημέρα εγκατέλειψαν νωρίς τη βάρδιά τους, κάτι που ποτέ δεν εξηγήθηκε πλήρως.
Και παρά την έλλειψη προόδου στην επίσημη έρευνα, ο Χέρτχαμ αναζητεί εκείνον που τράβηξε τη σκανδάλη στο πιστόλι που βρέθηκε απέναντι από τα κεφάλια των δύο αδερφών του και ποιος τελικά διέταξε τις δολοφονίες. Οι Αρχές ισχυρίζονται ότι η αρχική έρευνα ήταν μία από τις πιο εκτεταμένες στην ιστορία της πόλης. Σ’ αυτήν ερευνήθηκαν περισσότεροι από 70 ύποπτοι και κατέθεσαν περίπου 200 μάρτυρες. Όμως η αστυνομία του Μαϊάμι απέτυχε να διαλευκάνει την υπόθεση αν και υπήρχαν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία. Σύντομα, η υπόθεση κατέληξε στις τελευταίες θέσεις των προτεραιοτήτων της υπηρεσίας. Ομως για τον Χέρτχαμ οι φόνοι παρέμειναν Νο 1 προτεραιότητά του.
Σε συνέντευξή του στην DailyMail.com, ο Χέρτχαμ είπε “δεν θα εγκαταλείψω ποτέ. Δεν είναι στο DNA μου να παραιτούμαι, ειδικά για κάτι τέτοιο. Οι αδερφές μου ήταν δύο εξαιρετικά πλάσματα, όμορφα, γλυκά κορίτσια. Ήταν στο λάθος σημείο τη λάθος ώρα, και δεν είναι κα΄τι που ξεπερνάς ποτέ”. Ο Χέρταμ είπε ότι τώρα ξέρει τα περισσότερα απ’ όσα συνέβησαν στις αδερφές του όπως και ποιοι τις σκότωσαν και γιατί. Και παρά το γεγονός ότι η αστυνομία του Μαϊάμι-Ντέιντ αποφάσισε να ξανανοίξει την υπόθεση και να τη μεταφέρει στην αρμόδια υπηρεσία των νεκρών υποθέσεων, ο Χέρχαμ λέει ότι η ανάληψη πολλών εργασιών από ντετέκτιβ που πλησιάζουν στη συνταξιοδότηση όπως και η έλλειψη κινήτρων δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
“Η αίσθηση της θλίψης δεν σ αφήνει ποτέ και είναι όλα ακόμη χειρότερα γιατί η αστυνομία του Μαϊάμι ήταν απίστευτα αδιάφορη” σημείωσε ο Χέρτχαμ που κατάγεται από το Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα. “Η ομάδα των παγωμένων υποθέσεων ποτέ δεν βρήκε νέα στοιχεία. Οτιδήποτε καινούργιο τους το έφεα είτε εγώ είτε οι ερευνητές μου. Πιστεύω ότι ξέρω τα ονόματα των υπόπτων και απ’ όσο γνωρίζουμε μόνο ένας είναι ακόμη ζωντανός. Με τους τέσσερις πρώτους ντετέκτιβ, όταν ένας αποχώρησε, ένας άλλος ήρθε, και δεν έκαναν ό,τι μπορούσαν για να το λύσουν. Στο αρχικό αρχείο της υπόθεσης υπήρχαν ονόματα πιθανών μαρτύρων. Αλλά οι ντετέκτιβ είτε δεν διάβασαν ποτέ τα αρχεία, κάτι που πιστεύω, είτε απλά δεν νοιάζονταν αρκετά για να παρακολουθήσουν έναν θησαυρό πληροφοριών”.
Η Ντενίζ Χέρτχαμ ήταν μόλις 20 χρονών τότε και η Νταϊάν 18. κοτώθηαν μαζί με τον Τζακ Σμιθ 31 ετών, τον σύντροφο της Ντενίζ από τρεις δράστες μέσα στο διαμέρισμα το οποίο νοίκιαζε ο Τζακ με ψεύτικο όνομα. Ο Χέρτχαμ είπε ότι ο Σμιθ δεν ήταν κανένα κολεγιόπαιδα και έφερε τραγωδία στις αδερφές του. Κλεφτρόνι μεσαίου επιπέδου, εξελισσόταν σε μεγαλοεισαγωγέας κολομβιανής και τζαμαϊκανής μαριχουάνας και μαζί με την άνοδό του άρχισε ο έλεγχος από τις Αρχές και τους αντιπάλους του. Φέρεται να είχε διασυνδέσεις με την Dixie Mafia, μία ομοσπονδία εξαιρετικά βίαιων εγκληματιών με έδρα στο Μπιλόξι του Μισσισσιππί, που ειδικευόταν σε συμβόλαια θανάτου, ναρκωτικά, λαθρεμπόριο όπων, τζόγο και πορνεία . Η Ντενίζε έφθασε στο Μαϊάμι να γίνει μοντέλο και γνώρισε τον Τζακ τον οποίο έφερε και στο σπίτι της στο Μπάτον Ρουζ για να τον γνωρίσει στην οικογένειά της.
Λίγες εβδομάδες πριν από τους φόνους η Νταϊάν πήγε στο Μαϊάμι για να επισκεφθεί την αδερφή της που συγκατοικούσε με τον Τζακ στο συγκεκριμένο διαμέρισμα.