Με δεδομένες τις νέες αλματώδεις αυξήσεις στην χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος που ωθούν και την αντίστοιχη τιμή της λιανικής σε υψηλά επίπεδα, πρέπει να θεωρείται δεδομένη η πολιτική απόφαση της κυβέρνησης να παρεμβαίνει στην αγορά ad hoc, προκειμένου να στηρίζει τους καταναλωτές απέναντι στο κύμα ανατιμήσεων. Μάλιστα αυτή η λογική μπορεί να έχει και πιο μόνιμα χαρακτηριστικά, για έκτακτες καταστάσεις.
Η προοπτική νέου «ηλεκτροσόκ» στα τιμολόγια του ρεύματος ανησυχεί πολιτικά την κυβέρνηση, η οποία παραμένει τρόπον τινά εγκλωβισμένη στην ευρωπαϊκή αβελτηρία για μια πιο συνολική παρέμβαση, καθώς οι χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα, με αποτέλεσμα να μην συναινούν σε ένα σχήμα πιο επιθετικής παρέμβασης.
Είναι, άλλωστε, γνωστή η ιστορία προ ολίγων ετών ως προς το πόσο άργησε η Ε.Ε. να καταλήξει σε μια πρακτικά ανεφάρμοστη λύση για ένα πλαφόν που θα αφορά τις τιμές του αερίου, εφόσον όμως περάσουν αρκετοί μήνες ανατιμήσεων. Εν προκειμένω, η κυβέρνηση δεν θέλει να περάσει ούτε μήνας με νέο «ηλεκτροσόκ» στις τσέπες των καταναλωτών, ιδίως τώρα που οι θερμοκρασίες πέφτουν και η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος είναι υψηλότερη.
Την προοπτική νέας παρέμβασης προδιέγραψαν χθες με δηλώσεις τους τόσο ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης όσο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης. Με δεδομένες τις πάγιες στρεβλώσεις της ευρύτερης περιοχής της νοτιοανατολικής Ευρώπης, λόγω της απουσίας πολλών διασυνδέσεων και τις αυξημένες ανάγκες της Ουκρανίας που «τραβάει» ρεύμα, φαίνεται ότι προκύπτει η ανάγκη για ένα σχήμα με πιο «μόνιμα» χαρακτηριστικά που θα ενεργοποιείται όταν παρίσταται ανάγκη. Είναι προφανές ότι η Ελλάδα συνεχίζει να επενδύει στις ΑΠΕ, με στόχο σε μερικά χρόνια να αποτελούν πρακτικά το σύνολο το μείγματος. Μέχρι τότε, όμως, απαιτείται μια «γέφυρα».
Στην πραγματικότητα, στο τραπέζι είναι το μοντέλο που επιστρατεύτηκε την περίοδο της ενεργειακής κρίσης, με πλαφόν στη χονδρική τιμή του ρεύματος και επιδοτήσεις στους λογαριασμούς των καταναλωτών.
Στο peak της ενεργειακής κρίσης, το σχήμα επιδοτήσεων αφορούσε και τις επιχειρήσεις, οι οποίες σε δεύτερο χρόνο έμειναν εκτός ομπρέλας, λόγω της ευρωπαϊκής απαγόρευσης για απευθείας ενισχύσεις (state aid rules). Κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι και πάλι παρίσταται δυσκολία για τις επιχειρήσεις, όμως θα γίνει συζήτηση με στελέχη της Κομισιόν, έτσι ώστε να ενταχθούν και αυτές στο πλαίσιο.
Άλλωστε, την ερχόμενη Παρασκευή θα βρεθούν στην Αθήνα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να συζητήσουν με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το περιθώριο παρεμβάσεων και όλες τις διαθέσιμες εναλλακτικές.