Μέσα στο Σαββατοκύριακο, σχεδόν 4.000 άνθρωποι απομακρύνθηκαν από τις εστίες τους την ώρα που οι αρχές εκφράζουν φόβους ότι μάγμα θα μπορούσε να φθάσει στην επιφάνεια και πιθανόν να πλήξει μια παράκτια πόλη και έναν σταθμό γεωθερμικής ενέργειας.
Κάτοικοι της πόλης του Γκρίνταβικ περιέγραφαν το πώς απομακρύνθηκαν από τα σπίτια τους το Σάββατο, καθώς το έδαφος σειόταν, δρόμοι ενεφάνιζαν ρωγμές και κτίρια υπέστησαν ζημιές.
Ο Χανς Βέρα, ένας 56χρονος Βέλγος που ζει στην Ισλανδία από το 1999, περιέγραψε πως το σπίτι του τρανταζόταν συνεχώς.
«Δεν μπορούσες στιγμή να σταθείς σταθερός, τα πάντα σείονταν όλη την ώρα, επομένως δεν υπήρχε περίπτωση να κοιμηθείς», ανέφερε ο Βέρα, ο οποίος μένει τώρα στο σπίτι της κουνιάδας του, σε ένα προάστιο του Ρέικιαβικ.
«Δεν είναι μόνο οι πολίτες του Γκρίνταβικ που έχουν σοκαριστεί από αυτήν την κατάσταση, είναι ολόκληρη η Ισλανδία», πρόσθεσε.
Σχεδόν όλοι, οι 3.800 κάτοικοι της πόλης κατάφεραν να φιλοξενηθούν σε σπίτια συγγενών τους ή φίλων και μονάχα 50-70 άνθρωποι διαμένουν τώρα σε κέντρα υποδοχής.
Σε ορισμένους από τους ντόπιους επετράπη χθες για λίγο να επιστρέψουν στην πόλη προκειμένου να πάρουν αντικείμενα, όπως επίσημα έγγραφα, φάρμακα ή ακόμα και τα κατοικίδιά τους, ωστόσο δεν τους επετράπη να επιστρέψουν με τα αυτοκίνητά τους.
«Πρέπει να παρκάρεις το αυτοκίνητό σου σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων και υπάρχουν 20 αυτοκίνητα, μεγάλα οχήματα των ομάδων διάσωσης, 20 αστυνομικοί… είναι εξωπραγματικό, μοιάζει με εμπόλεμη ζώνη ή κάτι παρόμοιο, είναι πραγματικά περίεργο», ανέφερε ο Βέρα.
Τον Μάρτιο του 2021 ένα συντριβάνι λάβας εκτοξεύτηκε θεαματικά από μια ρωγμή μήκους 500-750 μέτρων στην περιοχή του ηφαιστειακού συστήματος Φαγκραντάλσφιαλ. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα συνεχίστηκε για έξι μήνες εκείνη τη χρονιά ενώ τον Αύγουστο του 2022 έγινε άλλη μια έκρηξη που κράτησε τρεις εβδομάδες.
Γιατί συμβαίνει αυτό και ποιος μπορεί να είναι ο αντίκτυπος;
Εάν, τελικώς, υπάρξει έκρηξη, θα μπορούσε να προκληθεί σημαντική ζημιά στις τοπικές υποδομές καθως και απελευθέρωση τοξικών αναθυμιάσεων. Ωστόσο οι αρχικές ανησυχίες για πολύ πιο μαζικό πρόβλημα, σταδιακά, υποχωρούν.
Από τα τέλη Οκτωβρίου, η περιοχή που περιβάλλει την ισλανδική πρωτεύουσα, το Ρέικιαβικ, στα νοτιοδυτικά, παρουσιάζει αύξηση της σεισμικής δραστηριότητας.
Αυτό οφείλεται σε έναν υπόγειο ποταμό μάγματος μήκους περίπου 15 χιλιομέτρων που κινείται ανοδικά προς την επιφάνεια της γης.
Ο πύρινος αυτός ποταμός «κυλά» κάτω από την Ισλανδία και διατρέχει μέρος του Ατλαντικού Ωκεανού.
Ο αντίκτυπος μιας πιθανής έκρηξης θα εξαρτηθεί από το πού ακριβώς το μάγμα θα διαπεράσει την επιφάνεια.
Ο Δρ Μπιλ Μαγκουάιρ (Bill McGuire) ομότιμος καθηγητής Γεωφυσικών και Κλιματικών Κινδύνων στο University Colllege of London, δηλώνει: Το Γκρίνταβικ είναι πολύ κοντά στη θέση του ρήγματος και η επιβίωσή του δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη. Όλα θα αξαρτηθούν από το πού τελικά το μάγμα εκδηλωθεί επιφανειακώς, αλλά η κατάσταση δεν φαίνεται καλή για τους κατοίκους της πόλης».
Εάν ένα ηφαίστειο εκραγεί στην ανοικτή θάλασσα, ή εκραγεί στην ξηρά και στη συνέχεια ρεύσει προς τη θάλασσα, τότε υπάρχει ο κίνδυνος ενός εκρηκτικού νέφους τέφρας καθώς το μάγμα θα έρχεται σε επαφή με το νερό.
Τον Απρίλιο του 2010, η ηφαιστειακή έκρηξη Eyjafjallajokull, προκάλεσε το μεγαλύτερο κλείσιμο του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, λόγω του τεράστιου νέφους τέφρας που προκάλεσε: Οι απώλειες υπολογίζονται μεταξύ 1,5 και 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι συνθήκες αυτής της ηφαιστειακής δραστηριότητας είναι πολύ διαφορετικές και επομένως δεν αναμένεται μια ανάλογη επίδραση.
«Η έκρηξη Eyjafjallajokull του 2010 ήταν αρκετά διαφορετική. Εκεί είχαμε την αλληλεπίδραση του μάγματος με τον πάγο και το λιωμένο νερό που έκανε αυτή την έκρηξη τόσο επικίνδυνη για τις πτήσεις. Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Ισλανδίας» αμαφέρει από την πλευρά του ο η Δρ Μισέλ Παουλάτο, ηφαιστειολόγος στο Imperial College του Λονδίνου.
Οι ισλανδικές μετεωρολογικές υπηρεσίες εκτιμούν ότι αυτή τη στιγμή το μάγμα απέχει 800 μέτρα από το έδαφος και ως εκ τούτου η πιθανότητα έκρηξης του ηφαιστείου Fagradalsfjall είναι «υψηλή» και θα μπορούσε να συμβεί τις επόμενες ημέρες.
Χθες το βράδυ οι σεισμοί ήταν πιο αδύναμοι, αλλά η παραμόρφωση του εδάφους συνεχίστηκε, με ρήγματα και ρωγμές βάθους ενός μέτρου που κατεγράφησαν σε δρόμους. Αυτό υποδηλώνει ότι το μάγμα θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο κοντά στην επιφάνεια…
«Τα τελευταία χρόνια είχε παρατηρηθεί μείωση και παύση των σεισμών πριν συμβούν ηφαιστειακές εκρήξεις», λέει στο BBC η Δρ. Εβγένια Ιλίνσκαγια (Evgenia Ilyinskaya) Ισλανδή γεωφυσικός και συνδιευθύντρια του Διεθνούς Δικτύου Ηφαιστειακού Κινδύνου για την Υγεία.
Η έξοδος του μάγματος
Η Ισλανδία είναι μία χώρα «συνηθισμένη» στην ηφαιστειακή δραστηριότητα, έχοντας κτίσει με επιτυχία ακόμη και τουριστική βιομηχανία πάνω σε αυτή.
Η χώρα βρίκεται ακριβώς πάνω στη Μεσοατλαντική Κορυφογραμμή. Είναι το σημείο που οι τεκτονικές πλάκες της Ευρασίας και της Βόρειας Αμερικής απομακρύνονται μεταξύ τους, κατά λίγα εκατοστά κάθε το χρόνο.
Αυτό επιτρέπει στο μάγμα να ανέβει στην επιφάνεια, το οποίο εκρήγνυται ως λάβα ή και στάχτη.
Η φύση των ηφαιστειακών εκρήξεων ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του ορεινού όγκου αλλά και του τρόπου με τον οποίο κινούνται οι τεκτονικές πλάκες.
Μια από τις πιο μεγάλες εκρήξεις στην Ισλανδία συνέβη το 1783 όταν μια πλημμύρα λάβας διάρκειας οκτώ μηνών, «ξέρασε», -επιτρέψτε μας τη φράση- τεράστια νέφη από θείο που επικάθησαν πάνω από τη Βόρεια Ευρώπη για περισσότερους από πέντε μήνες. Εκτιμάται δε ότι είχαν συμβάλει στο να μειωθεί κατά 1,3 βαθμούς Κελσίου η μέση θερμοκρασία για τα επόμενα δύο χρόνια.
Η Δρ Ιλίνσκαγια, ούσα σε τακτική επαφή με γεωλόγους που ερευνούν επί τόπου, δηλώνει στο BBC τα εξής σχετικά αισιόδοξα: «Την Παρασκευή και το Σάββατο φαινόταν ανησυχητικό ότι θα μπορούσαμε να έχουμε μια έκρηξη τέτοιας κλίμακας, ένα σπάνια και μεγάλο (σεισμικό/γεωολογικό) γεγονός που φυσικά θα είχε τεράστιες επιπτώσεις για την ποιότητα του αέρα στο βόρειο ημισφαίριο.
«Ομως αυτή τη στιγμή, η κατάσταση έχει αλλάξει».
Τα τελευταία στοιχεία που προέκυψαν όμως την Κυριακή και τη Δευτέρα, υποδηλώνουν ότι η έκρηξη θα είναι πολύ μικρότερη από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως.